Το τρένο στις ράγες. Αλλά για πόσο;

Σάκης Μουμτζής 24 Μαρ 2015

H συνάντηση των επτά ηγετών στις Βρυξέλλες τελείωσε χωρίς δραματικές εξελίξεις. Η Ε.Ε. έτσι λειτουργεί.

Βήμα βήμα, εξαντλεί όλα τα περιθώρια. Πολλές φορές, για να αποφύγει το χειρότερο, προτιμά τη στασιμότητα. Μία τέτοια κατάσταση προέκυψε από την παραπάνω συνάντηση. Αποφεύχθηκαν τα χειρότερα και επαναδρομολογήθηκαν συμφωνημένες διαδικασίες. Ως γνωστόν η ελληνική πλευρά δεσμεύτηκε να καταθέσει κατάλογο μεταρρυθμίσεων, η πρόοδος των οποίων θα καθορίσει και τη χρηματοδότηση ή όχι της οικονομίας μας. Το ζητούμενο λοιπόν είναι ποιες μεταρρυθμίσεις θα προτείνει η ελληνική πλευρά, γιατί αυτή έχει την “ιδιοκτησία” τους (όρος του κοινού ανακοινωθέντος), και αν αυτές θα κριθούν θετικά από το Eurogroup τις επόμενες ημέρες. Το κυρίαρχο πρόβλημα, που είναι η εισροή χρημάτων, φαίνεται πως θα λυθεί προσωρινά. Οι εταίροι έχουν κάθε διάθεση να βοηθήσουν.

Τα προβλήματα βρίσκονται στην Ελλάδα και κυρίως στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς κάποιες συνιστώσες του δύσκολα θα κάνουν αποδεκτές τις μεταρρυθμίσεις που το Eurogroup θα εγκρίνει. Επιπροσθέτως η δήλωση του Αλ. Τσίπρα πως δεν “έχουμε υποχρέωση να υλοποιήσουμε υφεσιακά μέτρα” δείχνει να αγνοεί τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Το χρηματοδοτικό κενό του 2015 έχει μεγεθυνθεί λόγω του αισθητά μικρότερου πρωτογενούς πλεονάσματος του 2014 και απαιτεί τη λήψη μέτρων 4,5 δισ. Αν αναλογιστούμε και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η πραγματική οικονομία, πολύ φοβούμαι πως τα 4,5 δισ. θα ξεπεραστούν σημαντικά. Με τι είδους μέτρα θα καλυφθούν; Και ποιους θα ακουμπήσουν;
Συνεπώς η κυβέρνηση πρέπει να δράσει άμεσα. Μπορεί; Και αν ναι, προς ποια κατεύθυνση; Προς τις μεταρρυθμίσεις ή τις αντιμεταρρυθμίσεις; Γιατί τελικά η ουσία της πολιτικής είναι η κατεύθυνση προς την οποία κινούνται οι κυβερνητικές δράσεις. Και όπως είχα επισημάνει παλαιότερα, εκεί βρίσκεται και το βασικό εμπόδιο στις σχέσεις της κυβέρνησης με τους εταίρους. Η κάθε πλευρά έχει άλλο οικονομικό πρότυπο. Ή μάλλον οι αντιλήψεις του ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομία κινούνται σε άλλο μήκος κύματος από αυτές που επικρατούν στην Ε.Ε. Αυτό πολύ σύντομα θα αναφανεί, καθώς αφορά τομείς που πρέπει να μεταρρυθμιστούν (ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση αγορών κ.λπ.), ώστε να εξακολουθήσει να χρηματοδοτείται η χώρα μας. Και να μη λησμονούμε πως το κοινό ανακοινωθέν της 20ής Μαρτίου αναφέρει: “Οι πολιτικές συνομιλίες διεξάγονται στις Βρυξέλλες. Οι αποστολές για την πιστοποίηση των στοιχείων θα βρεθούν στην Αθήνα”. Πολύ απλά ο έλεγχος θα συνεχίσει να γίνεται στην Αθήνα από τα κλιμάκια των Βρυξελλών. Κάτι που προσπαθούσε να αποφύγει η κυβέρνηση.
Άρα ο Αλ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του θα βρίσκονται συνεχώς στις Συμπληγάδες των εσωκομματικών συσχετισμών και των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει απέναντι στους εταίρους μας. Εμείς οι πολίτες πρέπει να μάθουμε να ζούμε με την αίσθηση πως συνεχώς θα βρισκόμαστε σε κρίσεις που θα τις ξεπερνάμε προσωρινά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Η πραγματική οικονομία όμως μπορεί;