Ερωτήματα προς πρυτάνεις

Κίμων Χατζημπίρος 23 Δεκ 2020

Πώς να απαλλαγεί η χώρα από την χρόνια παθογένεια των πανεπιστημίων της, ενόσω τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας αποφεύγουμε να παραδεχθούμε την βαρύτητα του φαινομένου της ανομίας και τις ευθύνες μας γι? αυτό; Η ανεπίτρεπτη αδράνεια των πανεπιστημιακών αρχών ίσως συνδέεται με το κυρίαρχο άγχος της επανεκλογής τους. Παράδοξες καταστάσεις συνδιοίκησης με ακραίες ομάδες σπουδαστών ή και εργαζομένων που έχουν ιδιοτελή κομματικά ή παραταξιακά συμφέροντα ταλαιπωρούν διαχρονικά τα ελληνικά πανεπιστήμια.


Πολλοί από τους νυν ή πρώην πρυτάνεις, αντιπρυτάνεις, κοσμήτορες, προέδρους κ.λπ. θα πρέπει κάποτε να εξηγήσουν: 1) Γιατί ανέχονται επί χρόνια σε συνεδριάσεις συγκλήτων ή άλλων οργάνων την παράνομη παρουσία απρόσκλητων ατόμων, τα οποία με φωνασκίες και τραμπουκισμούς επιβάλλουν αποφάσεις ή παρεμποδίζουν την λήψη μη αρεστών αποφάσεων; 2) Γιατί παραβλέπουν την παράνομη, προσωρινή ή μόνιμη, κατοχή πανεπιστημιακών χώρων από μειοψηφικές ομάδες και την παρεμπόδιση πρόσβασης όσων σπουδαστών ή εργαζομένων δεν συμφωνούν με αυτές; 3) Γιατί δεν καλούν την δημόσια δύναμη να επέμβει όταν μέσα σε πανεπιστημιακούς χώρους ασκείται βία ή τελούνται παράνομες πράξεις, πταίσματα, πλημμελήματα ή και κακουργήματα; 4) Γιατί θεωρούν αδιανόητο να καταγγείλουν, έστω και εκ των υστέρων, τις διαπραττόμενες παρανομίες ή γιατί δεν χρησιμοποιούν το όπλο της παραίτησης για να αναδείξουν τα προβλήματα; 5) Γιατί, από το 2012 μέχρι την κατάργησή τους το 2017, πολλά Συμβούλια Ιδρύματος, που θα έθιγαν χρόνιες αγκυλώσεις, αντιμετώπισαν την έμπρακτη κωλυσιεργία των πρυτανικών αρχών; Προφανώς, η εξυγίανση του πανεπιστημιακού τοπίου απαιτεί θαρραλέες απαντήσεις που δεν δίνονται επί χρόνια, ενώ τα αρνητικά φαινόμενα συνεχίζονται μέχρι σήμερα.


Η κατακερματισμένη κανονικότητα του χώρου και του χρόνου των ελληνικών πανεπιστημίων θα πρέπει να αποδοθεί στις ασύδοτες καταστάσεις. Υπονομεύεται καίρια η ποιοτική εκπαίδευση, το μοναδικό κλειδί για να περάσει μια χώρα στην καινοτομική εποχή. Πολλοί πρυτάνεις, που ενίοτε αναλαμβάνουν και κυβερνητικές θέσεις, καθώς και σημαντική μερίδα καθηγητών, πιθανώς κρίνουν ότι δεν χρειάζονται ριζικές αλλαγές. Παραδοσιακά, από δεκαετίες, οι διοικήσεις τους δεν διαχωρίζουν την ανομία από την κανονική λειτουργία των ιδρυμάτων, προτιμώντας να ανέχονται παραβατικές δραστηριότητες παρά να στοχεύσουν σε υψηλότερο επίπεδο σπουδών. Διάφοροι χώροι αποτελούν «άβατα», κανένας δεν αισθάνεται πλήρως ασφαλής στο γραφείο του αφού δεν αποκλείεται μια ξαφνική επίθεση από κάποια «συλλογικότητα», κανένα επιστημονικό σχέδιο δεν είναι χρονικά εξασφαλισμένο, αφού μια ξαφνική απόφαση για «κατάληψη» αποτελεί μόνιμο ενδεχόμενο. Όσο σπουδαίοι και αν είναι οι καθηγητές, σε αυτές τις συνθήκες η εκπαίδευση υποβαθμίζεται, η όποια σπουδαστική φιλοπονία αποθαρρύνεται,  οι λίγοι υπαρκτοί θύλακες αριστείας δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ελαττωματική εκπαίδευση των πολλών φοιτητών. 

 

Μόνο μια κυβερνητική παρέμβαση, στο όνομα της κοινωνίας που χρηματοδοτεί και απαιτεί αποτέλεσμα, θα φέρει εκκαθάριση του τοπίου. Εάν δεν αναβαθμισθεί η ανώτατη εκπαίδευση, θα μείνουμε ως χώρα ουραγοί, σαν να τρέχουμε Μαραθώνιο έχοντας δέσει ένα βαρίδι στο πόδι, κατά την επιτυχημένη έκφραση του ακαδημαϊκού Σταμάτη Κριμιζή.

Πηγή: www.tanea.gr