Θα έλεγε κανείς ότι η «Πρώτη φορά Αριστερά» αποφάσισε να τιμήσει τη συμπλήρωση των 10 χρόνων από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας με σειρά επετειακών εκδηλώσεων, αντάξιων της πορείας της σε αυτό το διάστημα. Μιας πορείας που σημαδεύτηκε από τη συγκυβέρνηση με τον Πάνο Καμμένο, το δημοψήφισμα του ‘15, την ήττα του ‘19, τη συντριβή του ´23, την ανάδειξη του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και τον συνεχιζόμενο κατακερματισμό του. Τόσο το τελευταίο συνέδριο του - εναπομείναντος - ΣΥΡΙΖΑ όσο και η πρόσφατη ομιλία του Αλέξη Τσίπρα θα μπορούσε να ενταχθούν στο επετειακό πλαίσιο.
Η παρέμβαση Τσίπρα ψαλίδισε προκαταβολικά τους, ήδη, κουτσουρεμένους στόχους του Συνεδρίου. Το κάλεσμα Φάμελλου για συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων ακούστηκε τουλάχιστον παράταιρο μετά την αποτυχία να κατατεθεί κοινή πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τα Τέμπη, ακόμα και με την ομόσταβλη Νέα Αριστερά. Οι σύνεδροι παρακολουθούσαν αμήχανοι τα στελέχη να παραιτούνται από αξιώματα, να αποχωρούν και να δηλώνουν έτοιμα να προσχωρήσουν στο νέο κόμμα Τσίπρα, όποτε αυτό ιδρυθεί. Η ουσία είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που καβάλησε το κύμα του αντιμνημονιακού λαϊκισμού για να κυβερνήσει δεν έχει λόγο ύπαρξης μετά το τέλος των μνημονίων, με ή χωρίς τον Τσίπρα.
Την αλήθεια αυτή την έχει συνειδητοποιήσει απόλυτα ο πρώην Πρωθυπουργός. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο στην πολιτική του παρέμβαση, δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στο κόμμα με το οποίο κυβέρνησε αν και παραμένει βουλευτής του. Αντίθετα, μίλησε για «ένα νέο όραμα και ένα νέο κίνημα», για «μια ηθική, κοινωνική και πολιτική πρωτοβουλία», για «ένα νέο πατριωτισμό» και «μια νέα διεθνή τάξη ασφάλειας», για την ανάγκη «να δημιουργήσουμε όλοι μαζί το κλειδί μιας άλλης Ελλάδας». Από τα χρόνια της «Ριζοσπαστικής Αριστεράς» δανείστηκε μόνο μερικές, προσαρμοσμένες κι αυτές στις νέες του ανάγκες, ατάκες όπως «από τη μια η πατρίδα μας από την άλλη τα πλούτη τους».
Κάποιοι από τους όρους αυτούς δεν είναι καινοφανείς. Ο Κώστας Σημίτης έχει μιλήσει, ήδη από το 2000, για τον «νέο πατριωτισμό» και τη «συλλογική ασφάλεια» προσδίδοντάς τους συγκεκριμένο περιεχόμενο. Ωστόσο, το κύριο ερώτημα είναι τι είδους αξιοπιστία μπορεί να έχουν οι εξαγγελίες ενός πρώην Πρωθυπουργού που οδήγησε τη χώρα στην άκρη του γκρεμού χωρίς να έχει ψελίσει έκτοτε την παραμικρή λέξη αυτοκριτικής. Ειδικά τη στιγμή που απευθύνεται, πέρα από τους φυλλορροούντες παλιούς του συντρόφους, σε ένα ευρύ κοινό που συμπεριλαμβάνει μέχρι και τους οπαδούς του «δημοκρατικού καπιταλισμού».
Η χώρα δεν έχει ανάγκη από αυτόκλητους μεσσίες ούτε από ιδεολογικά θολές και προγραμματικά γενικόλογες επανεκκινήσεις. Χρειάζεται μια διαφορετική πολιτική πρόταση διακυβέρνησης που θα απαντά στα σημερινά αδιέξοδα. Οι κοινωνικές ανισότητες δεν μειώνονται με επιδόματα, οι ολιγοπωλιακές πρακτικές δεν δαμάζονται με πρόστιμα, οι μεταρρυθμίσεις δεν προχωρούν χωρίς συγκρούσεις με τα συντεχνιακά συμφέροντα. Ο αυταρχισμός δεν αντιμετωπίζεται παρά με τη θέσπιση ισχυρών θεσμικών αντίβαρων. Δεν πρέπει να αφεθεί κανένα περιθώριο ούτε στον άκρατο εθνικισμό ούτε στον ακραίο λαϊκισμό να καταστήσουν το μέλλον της χώρας όμηρο, είτε αριστερών ιδεοληψιών είτε συντηρητικών αγκυλώσεων.
Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ 21/06/2025
Πηγή: www.tanea.gr