Επικίνδυνες πρακτικές στην Ευρώπη της κρίσης

Χρίστος Αλεξόπουλος 26 Μαϊ 2013

Όσο περνάει ο καιρός από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, τόσο πιο ορατό γίνεται το εύρος και το βάθος του προβλήματος το οποίο αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες. Από το ένα μέρος, η κρίση διαπερνά το πολιτικό σύστημα και ταυτοχρόνως αναδεικνύει την αδυναμία του να χειριστεί την κρίση και από το άλλο, αρχίζει να διαφαίνεται μια σταδιακή εμπλοκή σε αυτό το επικίνδυνο παιχνίδι και ενός μέρους, τουλάχιστον, της διανόησης και του μιντιακού συστήματος. Το πεδίο δε της εμπλοκής είναι η κουλτούρα, όπως την οριοθέτησε ο Kant και την συγκεκριμενοποίησε ο Wilhelm von Humboldt. Ο μεν Kant, στο πλαίσιο της κατηγορικής προσταγής, τη συνδέει με την ύπαρξη της ιδέας της ηθικής, ότι δηλαδή οι άνθρωποι έχουν συνείδηση των πράξεών τους, οι οποίες έχουν ηθικά προσανατολισμένες στοχεύσεις. Ο δε Humboldt, σε συμφωνία με τον Kant, οριοθέτησε την έννοια της κουλτούρας προσδίδοντας της περιεχόμενο με την παιδεία και την ανάπτυξη της προσωπικότητας ως συνθετικών της στοιχείων. Ταυτοχρόνως, την διαφοροποίησε από την έννοια του πολιτισμού, ο οποίος μορφοποιείται από τα πρακτικά και τεχνικά επιτεύγματα του ανθρώπου.

Σε αυτό το πλαίσιο λειτουργίας, διαμορφώνονται στην Ευρώπη της κρίσης δύο πόλοι. Ο ένας κινείται γύρω από τη Γερμανία και ο άλλος στις χώρες οι οποίες αυτή την περίοδο πλήττονται από την κρίση περισσότερο. Ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση αυτών των πόλων, παίζει ένα μέρος της διανόησης και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Αναπτύσσονται δε και καλλιεργούνται αρνητικά στερεότυπα, τα οποία είτε αντιβαίνουν στη λογική, είτε αυτοαναιρούνται. Έχουν ενδιαφέρον ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, προσπάθησε να αποδείξει, ότι οι ευρωπαίοι του Νότου είναι πιο πλούσιοι από τους Γερμανούς, παραθέτοντας τη δική του επιχειρηματολογία. Λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με στοιχεία της Deutsche Bundesbank (Ομοσπονδιακή Τράπεζα Γερμανίας), οι Γερμανοί το 2012 έγιναν πλουσιότεροι κατά 157 δισεκ. ευρώ. Εξειδικεύει μάλιστα, ότι τα γερμανικά νοικοκυριά αύξησαν τα περιουσιακά τους στοιχεία σε ρευστό χρήμα, καταθέσεις ή μετοχές. Η εφημερίδα Die Welt (4 Μαίου 2013) αναφέρει ότι «Οι Γερμανοί είναι τόσο πλούσιοι, όσο ποτέ άλλοτε».

Από το άλλο μέρος, στον ευρωπαϊκό νότο παρατηρούμε την αναβίωση αρνητικών ιστορικών αναφορών για τη Γερμανία και την καλλιέργεια της λογικής της ύπαρξης «συλλογικής ευθύνης». Είναι να απορεί κανείς για όλα αυτά και πολλά άλλα αρνητικά στερεότυπα, τα οποία καλλιεργούνται σε χώρες, οι οποίες διεκδικούν την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος με την προώθηση της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης. Βεβαίως, προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλουν και αντικειμενικές αδυναμίες της γερμανικής πολιτικής. Κατ’ αρχήν διαπιστώνεται έλλειψη ευρωπαϊκού προφίλ στην Καγκελάριο Angela Merkel. Παρατηρείται επίσης αδυναμία της γερμανικής πολιτικής να εξηγήσει και να τεκμηριώσει τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, καθώς και αδυναμία διαλόγου χωρίς επίδειξη ισχύος. Το συναινετικό κλίμα χωρίς την άσκηση της όποιας μορφής εξουσίας στον διάλογο, όπως τον οριοθέτησε ο γερμανός κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Jurgen Habermas, δεν αποτελεί προτεραιότητα στη χρονική συγκυρία που διανύουμε. Αντιθέτως, κυριαρχεί ένας ωμός πραγματισμός, ο οποίος νομιμοποιείται από μια ηθικολογικού τύπου τεκμηρίωση.

Ο ηγεμονισμός όμως της γερμανικής πολιτικής, είναι ευάλωτος στους τομείς της κουλτούρας και της δημοσιότητας. Σε ό,τι αφορά την πολιτισμική σημειολογία, η Γερμανία είναι ένα έθνος χωρίς ακτινοβολία, παρά τη μεγάλη συμβολή της στο χώρο της πνευματικής παραγωγής. Επικοινωνιακά δεν λειτουργεί ως το κέντρο, ο πυρήνας της Ευρώπης. Ταυτοχρόνως, η ευρωπαϊκή δημοσιότητα, με διαρκώς αυξανόμενη ένταση, θυμίζει στη γερμανική πλευρά ότι η γενικευμένη ηθικολογία και η παράδοση σε σχέση με το κράτος δικαίου, δεν είναι ανεξάρτητα από τα συμφέροντά της στο χώρο της εξαγωγικής οικονομίας. Όλες αυτές οι παράμετροι, οι οποίες προσδιορίζουν την ρητορική στο χώρο της κουλτούρας και της δημοσιότητας, διαμορφώνουν πολύ αρνητικές προϋποθέσεις για πολιτισμικές συγκλίσεις των ευρωπαϊκών κοινωνιών και την ενοποίηση με κοινωνική νομιμοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Δυστυχώς ο κατήφορος δεν σταματά εδώ. Ακολουθούν ακόμη πιο επικίνδυνες για την ευρωπαϊκή προοπτική πρακτικές, όπως αυτή του ιταλού φιλοσόφου Giorgio Agamben, ο οποίος διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Βενετίας και στο College International de Philosophie στο Παρίσι. Σύμφωνα με αυτόν, η Ευρώπη τελείωσε. Η υπόσχεση για ενότητα δεν εκπληρώθηκε. Η ήπειρος, ως «ενιαίο» μόρφωμα, ώθησε τα κράτη σε οικονομική συνεργασία, χωρίς να αναδείξει τις πολιτισμικές συγγένειες οι οποίες θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην προσέγγιση των κοινωνιών και την προώθηση της ευρωπαϊκής κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης. Επισημαίνει επίσης την προοπτική της ηγεμονίας της Γερμανίας ως οικονομικής δύναμης και την περιθωριοποίηση της Γαλλίας.

Στηριζόμενος δε ο Giorgio Agamben στον γεννημένο στη Ρωσία γάλλο φιλόσοφο Alexandre Kojeve (1902-1968), ο οποίος αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συνέταξε μνημόνιο για τη γαλλική κυβέρνηση και προειδοποιούσε τον de Gaulle για τους γείτονές του Γερμανούς, γίνεται πολύ επικίνδυνος. Διαφοροποιεί τις χώρες με καθολικό θρήσκευμα (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία), οι οποίες κατ’ αυτόν διαθέτουν ζωντανή κουλτούρα, από την προτεσταντική κατά πλειοψηφία Γερμανία, η οποία χαρακτηρίζεται μόνο από οικονομικό ορθολογισμό και μονολιθικότητα.

Και οι δύο πλευρές, τόσο η γερμανική, όσο και η κίνηση για την αξιοποίηση της κουλτούρας και της δημοσιότητας κατά της Γερμανίας και ουσιαστικά κατά της ευρωπαϊκής προοπτικής, χαρακτηρίζονται από έλλειψη δημοκρατικού ήθους και αποστασιοποίηση τόσο από τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, όσο και από τους ευρωπαίους πολίτες.

Πρέπει να τονισθεί ιδιαιτέρως, ότι η Γερμανία και η πολιτική που ακολουθεί στην πορεία ενοποίησης της Ευρώπης και αντιμετώπισης της κρίσης, δεν μπορούν να κινούνται και να επιβάλλονται χωρίς τη δημοκρατική νομιμοποίηση των ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι δεν αποτελούν αριθμητικά μεγέθη στο πλαίσιο αναπαραγωγής παγιωμένων συστημάτων, τα οποία ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένα μοντέλα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης. Επίσης, πού είναι η δημοκρατική πρακτική στο επίπεδο των ευρωπαϊκών οργάνων και θεσμών; Σε αυτό το επίπεδο όμως, η ευθύνη διαχέεται ευρύτερα σε όλο το φάσμα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, οι οποίες εκπροσωπούνται και συμμετέχουν σε αυτά. Είναι εύκολο να καταφεύγει κάποιος στη λογική του αποδιοπομπαίου τράγου, ο οποίος στην περίπτωση μας είναι η Γερμανία. Δυστυχώς όμως, παρακάμπτει με αυτόν τον τρόπο την πραγματικότητα, η οποία είναι εντελώς διαφορετική. Φαίνεται ότι οι συσχετισμοί δύναμης σε πολιτικό επίπεδο αυτή την περίοδο στην Ευρώπη, είναι αρνητικοί απέναντι σε μια διαφορετική αντιμετώπιση του κυρίαρχου προβλήματος, που είναι η οικονομική κρίση και όχι μόνο.

Το ίδιο όμως ισχύει και για την άλλη πλευρά, η οποία, αξιοποιώντας την κουλτούρα και τη δημοσιότητα, ουσιαστικά λειτουργεί διαλυτικά και τεκμηριώνει τις πρακτικές που ακολουθεί, κάνοντας αναφορές στο ξεπερασμένο παρελθόν, όταν ούτε η παγκοσμιοποίηση είχε διαμορφώσει ένα εντελώς διαφορετικό συσχετισμό δυνάμεων όπως ο σύγχρονος, ούτε και οι κοινωνίες λειτουργούσαν με την αξιακή λογική και ηθική της σύγχρονης εποχής. Ο καθολικισμός και ο προτεσταντισμός, δεν είναι δυνατόν να αποτελέσουν σημεία αναφοράς ως προς την διαμόρφωση συμμαχιών και υπερεθνικών σχημάτων. Ούτε επίσης μπορεί αυτό το οποίο γίνεται αντικείμενο κριτικής, η ηγεμονική λειτουργία της Γερμανίας, να υποκαθίσταται από μια άλλη ηγέτιδα δύναμη, τη Γαλλία. Η επιχειρηματολογία του Giorgio Agamben αυτοαναιρείται. Εάν όμως προωθηθεί στο επίπεδο της δημοσιότητας, μπορεί να δημιουργήσει πολλά προβλήματα στην πορεία της Ευρώπης προς την ολοκλήρωση της οικοδόμησής της. Η χρονική περίοδος την οποία διανύει η Ευρωπαϊκή Ένωση εν μέσω κρίσης και σε μεγάλο βαθμό κοινωνικών ανακατατάξεων και αναπροσαρμογών, χρειάζεται μεγάλη προσοχή στο επίπεδο λήψης αποφάσεων από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και κυρίως της Γερμανίας. Ταυτοχρόνως, η διανόηση πρέπει να αποκτήσει δυναμική και να αναζητήσει το περιεχόμενο του λόγου της στη σύγχρονη πραγματικότητα, στην προβολή της στο μέλλον και στα νέα δεδομένα που δημιουργούν, η κοινωνία της γνώσης και η επιτάχυνση της εξέλιξης. Η κουλτούρα δεν προσφέρεται για πισωγυρίσματα, τα οποία εδράζονται σε αξίες που δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες επαναπροσδιορισμού του ρόλου του ατόμου στο κοινωνικό γίγνεσθαι, ώστε να καταστεί ένας συνειδητοποιημένος πολίτης. Ένας πολίτης που είναι σε θέση να κατανοεί τις διαπλοκές και τις εξαρτήσεις της εξέλιξης, που βιώνει, από παραμέτρους, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια της τοπικής και ευρωπαϊκής κοινωνίας και άπτονται της πλανητικής πραγματικότητας. Προς αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να συμβάλλουν όλοι, αξιοποιώντας τις δυνατότητες τις οποίες προσφέρουν η κουλτούρα και η δημοσιότητα. Πρέπει όμως αυτή η πορεία να γίνει χωρίς αποκλεισμούς ή αντιπαραθέσεις, οι οποίες οδηγούν στη διάλυση. Και αυτό είναι εφικτό στο πλαίσιο δημοκρατικών διεργασιών, στις οποίες ανάλογα με το επίπεδο, συμμετέχουν οι ευρωπαίοι πολίτες και οι εκλεγμένες κυβερνήσεις τους, μέχρι να γίνει η πολιτική ενοποίηση.