Για την υποψηφιότητα του Στέφανου Τζουμάκα για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ

Σίμος Ανδρονίδης 24 Ιουλ 2023

Στους τρεις γνωστούς διεκδικητές (challengers, σύμφωνα με την ορολογία της θεωρίας των κοινωνικών κινημάτων), της αρχηγίας του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς-Προοδευτική Συμμαχία, προστέθηκε και ο προερχόμενος από το ΠΑΣΟΚ, Στέφανος Τζουμάκας, που εν προκειμένω δεν ανήκει στην κατηγορία των εκλεγμένων βουλευτών του κόμματος όπως οι τρεις συνυποψήφιοι του.

Σίγουρα, δεν κομίζουμε ‘γλαύκα εις Αθήνας’ εάν υποστηρίξουμε πως η υποψηφιότητα Τζουμάκα συνιστά έκπληξη και δη μεγάλη έκπληξη, καθώς ουδείς ίσως εκ των μελών του κόμματος ανέμενε την δική του υποψηφιότητα.[1] Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως η υποψηφιότητα του, επιβεβαιώνει, αφενός μεν την πλήρη διάρρηξη των δεσμών του με το ΠΑΣΟΚ, από το οποίο αποχώρησε πριν από αρκετά χρόνια, και, αφετέρου δε, το ό,τι ήδη έχει αναπτύξει ισχυρούς οργανωτικούς, συναισθηματικούς και πολιτικοϊδεολογικούς δεσμούς με τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά το γεγονός πως δεν έχει πολλά χρόνια από την ένταξη του στον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο.

 Και το ‘Σοσιαλιστικό κόμμα’ που ίδρυσε μετά την αποχώρηση του από το ΠΑΣΟΚ και με το οποίο έλαβε μέρος στις ευρωεκλογές του Μαϊου του 2014; Το ‘Σοσιαλιστικό Κόμμα’[2] ‘διεγράφη’ από την μνήμη του (από την ‘υπαρξιακή’ του μνήμη, θα μας έλεγε ο Τσέχος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα), και δεν μπορεί (και πώς να γίνει διαφορετικά άλλωστε; ) να διαδραματίσει τον οποιονδήποτε ρόλο στην προεκλογική του εκστρατεία.

Ο Στέφανος Τζουμάκας μετακινήθηκε σε έναν πολιτικό χώρο και όμως παρέμεινε ‘ίδιος,’ ένα στελεχιακό υπόλειμμα του πρώιμου και ριζοσπαστικού Ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ των δεκαετιών του 1970 και του 1980, εκεί όπου ο ίδιος εμφανίζεται (και άλλο παράδοξο), όχι ως ο καθαυτό πολιτικός εκπρόσωπος των Πασοκογενών εντός του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά, ως ο εκπρόσωπος του Ανδρεοπαπανδρεϊκού corpus ιδεών, τις οποίες ιδέες μπορεί να κάνει πράξη εάν επιλεγεί από τα μέλη για την θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.

Με ένα άλλο πολιτικό κόμμα δηλαδή. Η διαπίστωση αυτή, μας επιτρέπει να εμβαθύνουμε περαιτέρω, επισημαίνοντας πως, περισσότερο ακόμη και από τους άλλους υποψήφιους για την προεδρία, η υποψηφιότητα του Στέφανου Τζουμάκα αντιπροσωπεύει ή αλλιώς, ‘ενσαρκώνει’ την πολιτική-ιδεολογική σύγχυση που επικρατεί εντός ΣΥΡΙΖΑ, τις υπαρκτές αντιφάσεις και αντινομίες, που έκαναν την εμφάνιση τους σε έντονο βαθμό εν καιρώ προεκλογικής εκστρατείας.

Με τον ίδιο μάλιστα, να συγκλίνει με την προηγούμενη ηγεσία του κόμματος (Αλέξης Τσίπρας), ως προς το ό,τι, από τον καιρό του ‘Σοσιαλιστικού κόμματος’ ακόμη, δεν κατάφερε να συγκεράσει την διαίρεση μεταξύ «κοινωνικού κινήματος» και «εκλογικής πολιτικής»,[3] σύμφωνα με την διατύπωση του Πάρι Ασλανίδη.

Ως προς αυτό, δεν έχουμε πρόβλημα να εξειδικεύσουμε, υπογραμμίζοντας πως όπως ο Αλέξης Τσίπρας, παρά την μεγάλη κοινωνική, πολιτική και εκλογική άνοδο του κόμματος του, δεν κατόρθωσε ή δεν θέλησε να διαχειριστεί αποτελεσματικά αυτή την διαίρεση (να ‘επιλύσει την αντίφαση,’ θα μπορούσε να πει κάποιος άλλος), έτσι και ο Στέφανος Τζουμάκας δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να την διαχειριστεί όσον αφορά το δικό του κόμμα, που άλλοτε θύμιζε τμήμα του αντι-μνημονιακού μπλοκ της περιόδου 2012-2014, και άλλοτε κόμμα με έντονο το πατριωτικό και το λαϊκιστικό πρόσημο.

Σε ένα λεπτό σημείο όπου ο ίδιος επένδυσε στον όρος ‘Σοσιαλισμός’[4] διότι δεν μπορούσε να ανεμίσει την πράσινη σημαία του ‘Σοσιαλιστικού ΠΑΣΟΚ’ που κάποιοι ‘μαγάρισαν’ και ‘μόλυναν.’

Ο Στέφανος Τζουμάκας, που είδε βέβαια την διαπραγματευτική ισχύ που μπορούν να αποκτήσουν συγκεκριμένες επαγγελματικές-συνδικαλιστικές ομάδες, ως υφυπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών, επιδιώκει να συμβάλλει στην ενίσχυση του ‘πολιτικού πλουραλισμού[5]’ εντός ΣΥΡΙΖΑ, για να παραφράσουμε ελαφριά την McClure.

 Η υποψηφιότητα του όμως δεν μπορεί να προσλάβει ιδιαίτερη δυναμική, να συγκεράσει αντίρροπές τάσεις, να συντελέσει στην αντιμετώπιση της κρίσης στρατηγικής που αντιμετωπίζει το Αριστερό, λαϊκιστικό κόμμα. Συμπερασματικά, μπορεί να βοηθήσει μόνο τον ίδιο, όπως συνέβη με την υποψηφιότητα του Γιάννη Ραγκούση για την προεδρία του Κινήματος Αλλαγής το 2017, και όχι το κόμμα στο οποίο ανήκει.

 

[1] Πως μπορούμε να προσεγγίσουμε, θεωρητικώ τω τρόπω την εμφάνιση του Στέφανου Τζουμάκα σε τηλεοπτική, ενημερωτική εκπομπή που προβάλλεται στον τηλεοπτικό σταθμό ‘Σκάι;’ Ήσαν αυτή η εμφάνιση αντάξια ενός διεκδικητή της προεδρίας ενός πολιτικού κόμματος, ή περισσότερο θύμιζε εμφάνιση ‘αγανακτισμένου’ πολίτη που δεν ‘έβλεπε την ώρα και την στιγμή’ να ‘κατακεραυνώσει’ την κυβέρνηση Μητσοτάκη για τις πυρκαγιές σε Αττική και Κορινθία; Δεν θα διστάσουμε να απαντήσουμε λέγοντας πως κλείνουμε πως την δεύτερη περίπτωση, επιχειρώντας παράλληλα να σκιαγραφήσουμε τον Τζουμακικό ‘φαινότυπο’ όπως εμφανίστηκε στην τηλεοπτική εκπομπή. Έτσι λοιπόν, πρώτον, παρατηρούμε μία ροπή προς τις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας και τον συνωμοσιολογικό λόγο, τύπου ‘οι φωτιές μπαίνουν για το κάψιμο ολόκληρων δασικών εκτάσεων και κατ’ επέκταση, για την δημιουργία πάρκων φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών.’ Μάλιστα, προς επίρρωσιν αυτού του συνωμοσιολογικού αφηγήματος, δεν δίστασε να επικαλεσθεί και την κατά τον ίδιο, ‘διεθνή εμπειρία: ‘Εσείς γιατί νομίζετε πως κάηκαν πριν από λίγο καιρό ο Καναδάς και η Καλιφόρνια’; Σαφώς, το πρώην στέλεχος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος αντλεί εδώ από παρόμοιες συνωμοσιολογικές και απλοϊκές και εσφαλμένες αφηγήσεις που είχαν αναπαραχθεί σε διάφορα φόρα και ειδικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το καλοκαίρι του 2021, μετά τις μεγάλες πυρκαγιές σε Αττική και Εύβοια. Όμως, η ειδοποιός διαφορά έγκειται εδώ στο ότι δεν διστάζει να σχηματοποιήσει περαιτέρω αυτές τις αφηγήσεις, να τις προσδώσει ένα οιονεί διεθνικό περίβλημα, κάτι που εξέλιπε το καλοκαίρι του 2021 (‘απλά δείτε γύρω σας αν δεν με πιστεύετε κύριοι’), αναδεικνύοντας στην επιφάνεια έναν ιδιαίτερο «οικολογικό λαϊκισμό», εάν μεταφράσουμε σωστά τον όρο ‘eco-populism’ των HuangFu & Singer. Εναλλακτικά, μπορούμε να κάνουμε λόγο για έναν ‘περιβαλλοντικό λαϊκισμό,’ που αντί για δάσος ή αλλιώς, αντί για δέντρο, βλέπει μόνο ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, καταλήγοντας στην ανακύκλωση όλων των γνωστών λαϊκιστικών κλισέ που για χρόνια ενδημούν μέσα στο Συριζαϊκό περιβάλλον με διάφορους τρόπους: ‘Οι καταστροφικές για τα συμφέροντα του λαού μας ελίτ, καταστρέφουν τα δάση μας και μας πνίγουν. Ξυπνήστε ρε!! Κάντε κάτι ρε!!’. ‘Εάν συνεχισθεί αυτή η κατάσταση, δεν θα μείνουν στο λαό μας’ παρά μόνο οι ‘άχρωμες’ και ‘τσιμεντένιες πόλεις.’ ‘Και ερωτώ, είναι τυχαίος ο χρόνος εκδήλωσης της πυρκαγιάς (σημείο σύμπτωση συνωμοσιολογικού και λαϊκιστικού λόγου); Δείτε μόνο ποιους έχει υπουργοποιήσει ο Μητσοτάκης και σε ποιους μοιράζει συμβόλαια και έργα στην Εύβοια και αλλού.’ Ο Τζουμακικός περιβαλλοντικός λαϊκισμός έχει επιστρέψει στον πυρήνα του και ταυτίζεται με αυτόν, σταματώντας εκεί. Αυτή η διάσταση μπορεί να υπήρχε το καλοκαίρι του 2021, δεν αρκούσε όμως για να τροφοδοτήσει την εκδήλωση κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας, διότι εξέλιπαν εξίσου λαϊκιστές κομιστές μηνυμάτων όπως ο Στέφανος Τζουμάκας. Δεύτερον, κυριολεκτικά προβαίνει στο κλείσιμο του ματιού προκειμένου να πείσει για την ορθότητα των αφηγήσεων του και να καταστεί περισσότερο πιστευτός, στο εγκάρσιο σημείο όπου το τικ και το κλείσιμο του ματιού, συνοδεύεται από την χρήση μίας γλώσσας που πρέπει όσο πιο επεξηγηματική και συνάμα ‘αόριστη’ (πως θα μιλούσαμε αλλιώς για συνωμοσίες και φήμες; ) γίνεται: ‘Βλέπετε έτσι; Με καταλαβαίνετε τώρα;’ Τρίτον, εμφανίστηκε δίχως σημειώσεις, με εκείνο το ελαφρύ μειδίαμα του γνώστη, του ‘ειδικού’ επί οικονομικών θεμάτων, κάτι που συνέβαινε και επί θητείας του στο ΠΑΣΟΚ, επενδύοντας συμβολικούς-πολιτικούς πόρους ή αλλιώς, δίνοντας έμφαση σε ένα συμπίλημα ιδεών και θεωριών περί ‘εξάρτησης’ της ελληνικής οικονομίας, και αντιλήψεων του άλλοτε στελέχους του ΠΑΣΟΚ Μιχάλη Χαραλαμπίδη περί «νέας αναπτυξιακής παιδείας», επιθυμώντας να αποδείξει πως διαθέτει έτοιμο σχέδιο (φυσικά σε αυτό το σημείο οι τόνοι έπεσαν, και η συνωμοσιολογία έδωσε την θέση της στην διακριτική ειρωνεία και σε μία προσποιητή ευγένεια), πράγμα που δεν μπορεί να πει για τους συνυποψηφίους του για την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ. Βλέπε σχετικά, HuangFu, J., & Singer, R., ‘The populist argumentative frame in the environmental vision of Van Jones,’ στο: Sowards, S.K., (επιμ.), ‘Across borders and environments: Proceedings of the 11th Biennial Conference on Communication and the Environment, 2012, σελ. 23-37. Και, Χαραλαμπίδης, Μιχάλης., ‘Νέα Αναπτυξιακή Παιδεία. Η ανάκτηση του ελληνικού τρόπου,’ Εκδόσεις Στράβων, Αθήνα, 2017.

[2] Ο Στέφανος Τζουμάκας ανήκει σε εκείνες τις περιπτώσεις πολιτικών που ανήκαν στο ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι, ναι μεν αποχώρησαν με στόχο την ίδρυση νέου πολιτικού φορέα, από την άλλη όμως δε, δεν δίστασαν να το διαλύσουν όταν συνειδητοποίησαν πως δεν τους προσφέρει κανένα απτό πολιτικό όφελος και περισσότερο τους βλάπτει, δυσχεραίνοντας τις προσπάθειες τους να παραμείνουν στο πολιτικό προσκήνιο. Και το παράδοξο εδώ είναι πως εμπίπτει στην ίδια κατηγορία με τον πρόσφατα αποχωρήσαντα από το κόμμα Ανδρέα Λοβέρδο, χωρίς οι δυο τους κατά τα άλλα να έχουν οποιαδήποτε σχέση πολιτικά, ιδεολογικά και αξιακά. Οπότε, το ‘Σοσιαλιστικό κόμμα’ περισσότερο λειτούργησε ως ‘όχημα’ για την ένταξη του στον τότε επελαύνοντα ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που μόλις συνέβη και τυπικά, τον ώθησε στο να το διαλύσει, θεωρώντας πως έχει κλείσει ο όποιος πολιτικός του κύκλος. Εν αντιθέσει με την Λούκα Κατσέλη, με την οποία μοιράζονταν την ίδια ισχυρή αντι-μνημονιακή στάση, την ίδια νοσταλγική εξύμνηση μίας ‘άλλης Ελλάδας’ και του Ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ,  η οποία διατήρησε σε λειτουργία την ‘Κοινωνική Συμφωνία,’ διότι του προσέδωσε τα χαρακτηριστικά ενός διανοουμενίστικου κύκλου που καταθέσει προτάσεις, υπομνήματα και σχέδια επί χάρτου, και πολύ λιγότερο ενός ενεργού πολιτικού φορέα.

[3] Βλέπε σχετικά, Ασλανίδης, Πάρις., ‘Occupy populism: Social Movements of the great recession in comparative perspective,’ Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, 2015, Διαθέσιμη στο: Occupy populism: social movements of the great recession in comparative perspective (didaktorika.gr) Ας μη έχει αμφιβολία κάποιος αναγνώστης πως αυτός ο ‘καουμπόι’ με το ανέμελο στυλ, που θυμίζει συνδικαλιστή της ΑΔΕΔΥ παρά πολιτικό με φιλοδοξίες, που η αλήθεια είναι πως δεν τις έχει εγκαταλείψει ακόμη, μπορεί με την ίδια ευκολία να ‘γελάσει’ και να ‘κλάψει’ με ευκολία ηθοποιού που δοκιμάζεται από τα μέλη κάποιας επιτροπής αξιολόγησης.

[4] Η κριτική του στις επιλογές της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ κορυφώθηκε εν καιρώ κρίσης, έχοντας ξεκινήσει από πολύ νωρίτερα, από την περίοδο διακυβέρνησης του Κώστα Σημίτη. Για τον ίδιο, όπως και για στελέχη της ίδιας γενιάς που ανδρώθηκαν στο περιβάλλον της πρώιμης Μεταπολίτευσης (βλέπε Άκης Τσοχατζόπουλος), το μόνο ‘αποδεκτό ΠΑΣΟΚ’ ήσαν το ‘κοινωνικό-λαϊκό ΠΑΣΟΚ’ που είχε άμεση και οργανική σχέση με οτιδήποτε απέπνεε ‘ριζοσπαστισμό’ και πρόθεση ‘σύγκρουσης.’

[5] Βλέπε σχετικά, McClure, K., ‘On the subjects of rights: Pluralism, Plurality and Political Identity,’ στο: Mouffe, C., (επιμ.), ‘Dimensions of Radical Democracy,’ London, Verso, 1992. Έχει ενδιαφέρον να δούμε εάν ο Στέφανος Τζουμάκας διαμορφώσει μία ατζέντα εστιασμένη στον ‘ριζοσπαστικό μετασχηματισμό’ της δημοκρατίας (ακόμη και στελέχη όπως ο Νίκος Φίλης δεν επενδύουν σε τέτοιες εκφράσεις) πιάνοντας το νήμα από τον αντιπολιτευτικό ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012-2014. Τότε που η έννοια ‘ριζοσπαστισμός’ αντικατέστησε τις έννοιες ‘κινηματικός’ και ‘μετωπικός.’ Τι μπορεί να πει ένας τέτοιος παλαιάς κοπής πολιτικός για τον οποίο η Μεταπολίτευση ‘έχει τελειώσει’ (ο Τζουμάκας ‘σκοτώνει’ ανενδοίαστα την πολιτική-ιστορική περίοδο μέσα στην οποία έδρασε, χάριν του ύστερου πολιτικού του εαυτού) για το σύνθετο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης; Για την θέση της Ελλάδας μέσα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι;