Οι Έλληνες του Ηλία Κασιδιάρη

Σίμος Ανδρονίδης 16 Ιουν 2021

Σε ένα σύντομο αλλά ενδιαφέρον άρθρο της, η δημοσιογράφος της εφημερίδας ?Τα Νέα,? Μυρτώ Λιαλιούτη, αναφέρεται στην δημοσκοπική παρουσία του νεότευκτου πολιτικού κόμματος ?Έλληνες για την Πατρίδα? του Ηλία Κασιδιάρη, που εν προκειμένω, σε κάποιες εκ των τελευταίων δημοσκοπήσεων της περιόδου που διανύουμε, αγγίζει και υπερβαίνει, το 1%. Σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να πούμε, πως το πολιτικό κόμμα Κασιδιάρη, καταγράφει, μία χαμηλή  έντασης κοινωνική δυναμική, που είναι τέτοια όμως, που του προσδίδει χαρακτηριστικά πολιτικής ορατότητας, σε μία ρευστή, κοινωνικά-πολιτικά, περίοδο.

 «Οι «Έλληνες» του Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος συνδέθηκε με την πιο μαύρη περίοδο του ελληνικού Κοινοβουλίου και τελικά, μετά και τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, καταδικάστηκε σε πολύχρονη φυλάκιση ως διευθυντικός στέλεχος της Χρυσής Αυγής, φτάνουν το 1,4% (Μetron Analysis) και το 1% (Pulse)».[1]

Η νέα «κομματογένεση»[2] του κόμματος των «Ελλήνων» για να παραπέμψουμε σε έναν δόκιμο, θεωρητικά, όρο της Βασιλικής Γεωργιάδου, ενέσκηψε τον Ιούνιο του 2020, περίπου έναν μήνα μετά από την άρση της πρώτης καραντίνας, ενσωματώνοντας οικεία, για τις εκφράσεις της εν ευρεία εννοία, άκρας δεξιά, μοτίβα, και σπεύδοντας να μην κάνει λόγο για  την πολιτική κληρονομιά της οργάνωσης της Χρυσής Αυγής,[3] αποφεύγοντας αναφορές στη δράση  και στις πολιτικοϊδεολογικές της θέσεις και προκρίνοντας εν πρώτοις, να απευθυνθεί σε συγκεκριμένες κατηγορίες ψηφοφόρων, οι οποίοι και, αν κρίνουμε από αυτές, διαθέτουν συντηρητικές, πολιτικές, αξιακές και πολιτισμικές αναφορές.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι εγκλήσεις, που είναι πολιτικές και την ίδια στιγμή, προσωπικές, με τον Ηλία Κασιδιάρη σε ρόλο και σε θέση «πεπειραμένου πολιτικού» αρκούντως τηλεοπτικού,[4] να στρέφεται και ανοίγεται προς κατηγορίες συντηρητικών ψηφοφόρων που «παρασύρθηκαν» από τα κελεύσματα της «ανθελληνικής» Νέας Δημοκρατίας υποστηρίζοντας την.

Από τα «ψεύδη» και την εξαπάτηση του «τηλεπωλητή» επιστολών του Ιησού και κηραλοιφών, που χωρίς να ονομαστεί, υπονοείται (Κυριάκος Βελόπουλος),[5] ο οποίος και έχει «παγιδεύσει» στο κόμμα του μερίδες ψηφοφόρων, ενώ από το ευρύτερο πλέγμα των απευθύνσεων, δεν εκ-λείπει μία αντι-αριστερή ρητορική, στο εγκάρσιο σημείο όπου αυτή εστιάζει στη λεγόμενη αριστερή ηγεμονία, πολιτικά-ιδεολογικά και θα προσθέταμε, και πολιτισμικά, της περιόδου της Μεταπολίτευσης.[6]

 Θέση που δεν είναι άγνωστη σε κόμματα αυτού του χώρου, από την στιγμή όπου αυτή διαπερνά το εσωτερικό τους, συμβάλλοντας και σε μία εσώτερη συσπείρωση δια της ανάδειξης του καταστατικού «αντιπάλου», αλλά και στην ευρύτερη διαμόρφωση του δικού τους πολιτικού προφίλ που θέλει να είναι αντι-Αριστερό, ήτοι «αγωνιστικό» και δη εθνικά αγωνιστικό. Εκκινώντας από αυτή την βάση, που καθίσταται επιθετική, θα προβούμε σε μία καταγραφή των βασικών θέσεων που ανέδειξε ο λόγος του Ηλία Κασιδιάρη.

 Και ως προς αυτό, ένα πρώτο στοιχείο που ξεχωρίζει, είναι η αμφισβήτηση και η κριτική καταγγελία του πολιτικού συστήματος και των κομμάτων που το απαρτίζουν, τα οποία, υπονομεύουν τις αξίες του ελληνισμού, αποτελούμενα από πολιτικούς που είναι «απατεώνες».[7] Ο επιθετικός λόγος σε αυτό το σημείο καθίσταται θορυβώδης και συλλήβδην απορριπτικός, επιλέγοντας, μέσω της χρήσης μίας λέξης με καθαυτό πολιτικό περιεχόμενο, να εκφράσει την αντίθεση των «Ελλήνων» στο κομματικό-πολιτικό σύστημα, στο «καρτέλ». Και πάλι θα προσθέσουμε πως αυτή η απαξίωση και η απορριπτική στάση, δεν είναι κάτι άγνωστο για αυτόν τον χώρο.

 Αρκεί να θυμηθούμε την φρασεολογία του ακροδεξιού πολιτικού κόμματος της περιόδου της πρώιμης Μεταπολίτευσης με την επωνυμία Ενιαίο Εθνικιστικό Κίνημα (ΕΝΕΚ), που,  όπως επισημαίνει η Βασιλική Γεωργιάδου, προσελάμβανε το τότε κομματικό-πολιτικό σύστημα ως ενιαίο και συμπαγές «καρτέλ»,[8] που δρούσε  από κοινού και υπέσκαπτε με την διαβρωτική του δράση, την Ελλάδα, τις αρχές και τις αξίες καθώς και τα συμφέροντα της.

Το κομματικό-πολιτικό «καρτέλ» έτσι, συνιστά αντανάκλαση μίας πολιτειακής αλλαγής που δεν είναι παρά έκφραση παρασιτισμού, όσο παρασιτική, ολιγαρχικά παρασιτική, είναι η δράση του «καρτέλ». Κατ αυτόν τον τρόπο, στον λόγο του πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής, έχουμε να κάνουμε μία πολιτικό «κατεστημένο» το οποίο και θα αντιπαλέψει το κόμμα των ?Ελλήνων? που δεν παρά κίνημα, κίνημα «λαϊκό», αναγεννησιακό και δυνητικά σωτήριο.

 Ένα άλλο σημείο που χρήζει θεωρητικής προσοχής, είναι ο έκδηλος αντι-συστημισμός του, με σημεία αναφοράς τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που  υποτιμητικά αποκαλούνται «συστημικά», ήτοι, υποχείρια της πολιτικής ελίτ που μάλιστα έχουν δεχθεί πακτωλούς χρημάτων,[9] για να αποκρύπτουν την αλήθεια και να συνεργούν στο σχέδιο αντικατάστασης πληθυσμού και στην «ισλαμοποίηση» της χώρας.

ΜΜΕ και κόμματα, ηθικολογικά, συνθέτουν την πηγή του κακού, διαδραματίζοντας ιδιαίτερο ρόλο στην «καταστροφή» της χώρας, με τον χώρο να μένει ανοιχτός ώστε συνειδητά να έρθουν στην επιφάνεια συνωμοσιολογικές[10] αφηγήσεις περί ενός οργανωμένου σχεδίου αντικατάστασης του πληθυσμού, αφηγήσεις[11] που αναπαράγονται και έχουν κερδίσει έδαφος τα τελευταία χρόνια στον ακροδεξιό χώρο, όσο παγιώνεται η παραμονή προσφύγων και μεταναστών σε ευρωπαϊκό έδαφος, οι ρατσίζουσες αναπαραστάσεις περί «εισβολέων» στην Ελλάδα που ζουν πλουσιοπάροχα εις βάρος των γηγενών,[12] η ρητορική ενός κοινοτιστικού νατιβισμού (η κοινότητα, δηλαδή το έθνος των Ελλήνων), και, συνεπεία όλων αυτών, το σημαίνον της εθνικής  καταστροφής και της αλλοίωσης της χώρας. Η καταστροφή είναι εθνική κατά βάση, αλλά και κοινωνική-οικονομική.

 Η  κινδυνολογία να καθίσταται διάχυτη: ?Σε λίγα χρόνια, δεν θα υπάρχει η Ελλάδα όπως την γνωρίσαμε. Αλλά θα έχει δώσει την θέση σε ένα Ισλαμιστικό μόρφωμα. «Για αυτό Έλληνες, γρηγορείτε»

 Με ανοιχτή την εξέλιξη και την πορεία του κόμματος, κοινωνικά-πολιτικά, φαίνεται μέχρι στιγμής, αυτό να εμπίπτει τυπολογικά, στην κατηγορία του τρίτου κύματος», κατά τον Mudde,[13] της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου, είναι η εναντίωση στη μετανάστευση και στην περίπτωση μας, στην διαδικασία της λεγόμενης «Ισλαμοποίησης», δηλαδή «απο-εθνικοποίησης» της χώρας.

 Αν  ο συνδετικός κρίκος είναι αυτός, κάτι που ρητά υπογραμμίζεται, τότε θα πούμε πως δεν απουσιάζει και η αντι-συστημικότητα που εγγράφει διάφορες μορφές της, καθιστώντας το κόμμα ακροδεξιό, όχι ακτιβιστικό ή εξτρεμιστικό,  δημαγωγικό και ασκούμενο στη συναισθηματική υπερβολή. Η συνέχεια αναμένεται με ενδιαφέρον.


[1] Βλέπε σχετικά, «Ο ακίνδυνος κίνδυνος της Ακροδεξιάς», Εφημερίδα  «Τα Νέα Σαββατοκύριακο», 5-6/06/2021, σελ. 15.

[2] Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου Βασιλική, «Η Άκρα Δεξιά στην Ελλάδα 1965-2018,» Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2019,  σελ. 135., όπου και ευσύνοπτη αλλά κατατοπιστική «χαρτογράφηση» του εν Ελλάδι ακροδεξιού χώρου και των διαφόρων κομματικών-πολιτικών του εκφάνσεων.

[3] Στο βίντεο όπου και αναγγέλλει την ίδρυση του πολιτικού κόμματος, ο πρώην βουλευτής της Χρυσής Αυγής, κάνει μεν λόγο για ό,τι πρότεινε στα μέλη της Χρυσής Αυγής και στην ηγετική της ομάδα την πλήρη ανα-διοργάνωση του κόμματος με ορίζοντα την πραγματοποίηση των επόμενων βουλευτικών εκλογών και πολιτικό επίδικο, την εκ νέου είσοδο στη Βουλή, από την άλλη όμως δε, τονίζοντας την άρνηση που εισέπραξε, άρνηση που λειτούργησε ως έναυσμα για την δημιουργία του νέου κόμματος, φροντίζει να μην μιλήσει καθόλου για  τη Χρυσή Αυγή και αυτό που δύναται να αποκαλέσουμε ως βίαιο, νεο-ναζιστικό ακτιβισμό της, λαμβάνοντας υπόψιν κάποιες παραμέτρους: Πρώτον, την απίσχναση της κοινωνικής-πολιτικής επιρροής του κόμματος, όπως έδειξε το εκλογικό αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του 2019. Δεύτερον, την κοινοβουλευτική και ευρύτερα πολιτική εναντίωση στη δράση της, που συνέβαλε στη συγκρότηση μίας «υγειονομικής ζώνης» προστασίας της δημοκρατίας και των δημοκρατικών θεσμών, κάτι που θεωρήθηκε πως θα έθετε προσκόμματα σε ένα εγχείρημα επανεκκίνησης της Χρυσής Αυγής. Τρίτον, το πολιτικά-νομικά, σημείο τομής που έγκειται στην δικαστική απόφαση περί ανακήρυξης της Χρυσής Αυγής σε εγκληματική οργάνωση, κάτι που οδήγησε στην προφυλάκιση των ηγετικών στελεχών της οργάνωσης. Και τέταρτον, την ενεργοποίηση κοινωνικών, πολιτικών και αντι-φασιστικών, αντι-νεοναζιστικών ανακλαστικών, που σε περίπτωση επανεμφάνισης Κασιδιάρη με την Χρυσή Αυγή, θα αύξαναν την πίεση και από τα αριστερά. Για όλους αυτούς τους λόγους, και ξέχωρα από τους εσωκομματικούς λόγους που επικαλείται ο Ηλίας Κασιδιάρης, θεωρήθηκε σκόπιμο να πραγματοποιηθεί μία νέα αρχή. Όμως, επειδή το όλο πλαίσιο είναι σύνθετο, ακόμη και υπό τον μανδύα του νέου κόμματος, η σκιά της Χρυσής Αυγής και της δικής του βίαιης δράσης,  θα ακολουθεί τον άτυπο επικεφαλής του.

[4] Ας θυμηθούμε εδώ πως ήταν αυτός, λίγο πριν από την διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών τον Ιούνιο του 2012, που έτεινε προς την κατεύθυνση ανάδειξης και κανονικοποίησης της Χρυσαυγίτικης  βίας, βίας λεκτικής και εν-σώματης (με έμφυλο περιεχόμενο),  επιτιθέμενος εναντίον της βουλευτού του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, Λιάνας Κανέλλη, εκεί, όπου, σε μία ιδιαίτερη πολιτική επιτελεστικότητα, η συγκεκριμένη βία, «τηλεοπτικοποιήθηκε», εμβαπτιζόμενη στα νάματα της πολιτικής και ηθικής «τιμωρίας» της Μεταπολίτευσης και της Αριστεράς εντός αυτής: Με την βίαιη επιτέλεση, ήτοι με το χαστούκι, «τιμωρείται» η  «σάπια» Μεταπολίτευση και η Αριστερή πολιτική, ιδεολογική «ηγεμονία» που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της Λιάνας Κανέλλη. Ο Ηλίας Κασιδιάρης, ευρύτερα ομιλώντας, διεκδίκησε τον ρόλο της, κατά τον Γάλλο Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ, «τηλεγένειας» εκείνου που «τα λέει έξω από τα δόντια,» διαθέτει το χάρισμα της γλώσσας και είναι αρκούντως επιθετικός υπέρ των Ελλήνων, όπως δείχνει η στάση του σώματος του αλλά και ο εκφρασμένος πολιτικός του λόγος. Ο Κασιδιάρης, ως βουλευτής της Χρυσής Αυγής, υπήρξε ένα σύγχρονος δημαγωγός. Βλέπε σχετικά, Ταγκιέφ Αντρέ-Πιερ, «Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Από την εννοιολογική πλάνη στα πραγματικά προβλήματα,» Μετάφραση: Μπαλαμπανίδης Γιάννης, Περιοδικό «Νέα Εστία,»Τόμος 164ος, Τεύχος 1816, Νοέμβριος 2008, σελ. 828.

[5] Η κριτική εδώ δεν εκπλήσσει, εάν λάβουμε υπόψιν το ό,τι τα δύο κόμματα, με την Ελληνική Λύση να είναι κοινοβουλευτικό κόμμα, να απευθύνονται σε κατηγορίες ψηφοφόρων με παρόμοια πολιτικοϊδεολογικά χαρακτηριστικά. Επρόκειτο για μία στάση πολιτικής απαρέσκειας προς το πρόσωπο αλλά και το κόμμα Βελόπουλου, η οποία αντλεί από αυτό που προβάλλεται ως «ανυπόφορος τηλε-λαϊκισμός» του προέδρου της.

[6] Για τις δηλώσεις του Ηλία Κασιδιάρη, βλέπε σχετικά, «Έλληνες», Ο Κασιδιάρης παρουσίασε το όνομα του νέου ακροδεξιού κόμματος [video], Ιστοσελίδα «Τhe Toc»04/06/2020, https://www.thetoc.gr/politiki/article/ellines-to-onoma-tou-neou-kommatos-tou-ilia-kasidiari-video/ Στο βίντεο διάρκειας επτά λεπτών, δεν είναι ιδιαίτερες οι αναφορές στην πανδημική κρίση και στη διαχείριση της. Αντίθετα, σημασιοδοτείται η εύρεση οικονομικών πόρων, η οποία και συνιστά δυνατότητα προσδιορισμού του «καθαρού» κόμματος, εν σχέσει με τα υπόλοιπα («βρώμικα» κόμματα). Οι οικονομικοί πόροι θα προέρχονται από τα μέλη και τους υποστηρικτές και όχι από εταιρείες, κάτι που δίνει την ευκαιρία στον αρχηγό να μιλήσει για το «σύννομο» πολιτικό του παρελθόν και να ανα-συστηθεί δραστικά:  «Σας λέω, πως όσο ήμουν βουλευτής δεν έλαβα χρήματα από εταιρείες και αποποιήθηκα διάφορα προνόμια».

 

[7] Με παρόμοια φρασεολογία εμφανιζόταν στο τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων που παρουσίαζε στο κανάλι «ΑΡΤ», ο νυν βουλευτής του κόμματος της Ελληνικής Λύσης, Αντώνης Μυλωνάκης, για τον οποίο, απατεώνες είναι οι πολιτικοί, όντας επίσης κατά συρροή «ψεύτες» και ανίκανοι (αυτά τα δύο προθήματα εμπεριέχονται στον όρο «απατεώνες»), υποστηρικτές (και οι αριστεροί), αλλότριων σχεδίων λαθρο-εποικισμού της χώρας. Με πομπώδες ύφος, ως τηλεοπτικός κατήγορος, αναγνώριζε την απατεωνιά ως ιδιότητα και «στίγμα», χαϊδεύοντας τα ανακλαστικά ενός «πολεμικού» λαϊκισμού που αναπαριστά τον λαό ως δυνάμει εκκαθαριστή των απατεώνων.

[8] Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου Βασιλική, «Η Άκρα Δεξιά στην Ελλάδα 1965-2018»…ό.π., σελ. 91. Από τις αναφορές Κασιδιάρη, απουσιάζει το Κίνημα Αλλαγής, με την έγκληση της Αριστεράς να περιλαμβάνει τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και το Μέρα 25.

[9] Η αναφορά στην περιώνυμη «Λίστα Πέτσα,» γίνεται από φορείς και οργανώσεις και της Αριστεράς και της Δεξιάς, τροφοδοτώντας την διαμόρφωση, με τις διαφορές του, ενός πανδημικού αντι-κυβερνητισμού και  αντι-συστημισμού, που θέλει να είναι η «διαφορά» απέναντι στην πολιτική και τηλεοπτική-δημοσιογραφική ομογενοποίηση.

[10] Για τον συνωμοσιολογικό λόγο εν καιρώ πανδημικής κρίσης και για τις προεκτάσεις του, βλέπε σχετικά, Καϊτανίδου Μάρθα, «Ο «ιός» των θεωριών συνωμοσίας», Εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο», 5-6/06/2021, σελ. 60. Στο άρθρο γίνεται αναφορά στην έρευνα που διεξήχθη, ως προς τις θεωρίες συνωμοσίας, από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκη και το τμήμα Ιατρικής του. Με τις απαντήσεις να ενδεικτικές του εύρους των συνωμοσιολογικών λόγων που αναπτύχθηκε την περίοδο της πανδημίας.

[11] Οι αφηγήσεις αυτές θέτουν την συνωμοσιολογία στο επίκεντρο, ενδύοντας τον μανδύα του αποκαλυπτικού, του αληθούς και της δυνατότητας υπεράσπισης του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Οπότε, «δεν είμαστε εμείς συνωμοσιολόγοι από καθέδρας,  αλλά αποκρύπτουν την αλήθεια». Ο μουσουλμανικής προέλευσης που διαβεί στην Ελλάδα, συνιστά το αρχέτυπο της «ξενότητας» που επιδιώκει να οικειοποιηθεί για τον ίδιο μία πατρίδα που δεν του ανήκει. Υπό αυτό το πρίσμα, η Ελλάδα, κοινωνικά, πολιτισμικά, εθνοτικά, θρησκευτικά, συνιστά προκεχωρημένο «φυλάκιο» όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και της ευρωπαϊκής κουλτούρας.

[12] Εδώ προκύπτει η διαιρετική τομή γηγενών και ξένων.

[13] Βλέπε σχετικά, Μudde Cas, ?The study of populist radical right parties: Towards a fourth wave,? Center for Research on Extremism, Working Paper Series I, University of Oslo, 2016.