Ποιο δίκιο, ποια Αριστερά

Αγγελική Σπανού 22 Μαϊ 2012

Η Αριστερά έχει δίκιο: Οι αγορές κυβερνούν τον κόσμο. Ασθενείς πολιτικές ηγεσίες υποτάσσονται σε πανίσχυρα οικονομικά κέντρα και διαλύουν τις ζωές των ανθρώπων, εξυπηρετώντας συμφέροντα.

Οι Γερμανοί, που μας υποδεικνύουν το δρόμο της δημοσιονομικής αρετής, μας μπούκωναν με πανάκριβα εξοπλιστικά προγράμματα για να πλουτίσει η δική τους αμυντική βιομηχανία και έκαναν εξαγωγή διαφθοράς μοιράζοντας μίζες για την προώθηση των προϊόντων δικών τους εταιρειών.

Η κρίση γίνεται πρόσχημα για να καταργηθεί η κοινοτική διαδικασία (το Βερολίνο αποφασίζει και οι άλλοι ακολουθούν), για να ανατραπεί το δημοκρατικό κεκτημένο δεκαετιών (υπάλληλοι δίνουν εντολές σε εκλεγμένες κυβερνήσεις), για να υπηρετηθεί μία πλήρης ανατροπή αξιακού συστήματος: Η εργασία δεν είναι δικαίωμα, αλλά προνόμιο, η πρόσβαση στο κράτος πρόνοιας δεν είναι αυτονόητη, αλλά ανταμοιβή, η εξαθλίωση δεν είναι απαράδεκτη, αλλά φυσική εξέλιξη σε χώρες που έχουν χρέη και ελλείμματα. Αλλάζει και ο ορισμός της αξιοπρέπειας: Θα δουλεύεις για ένα μισθό πείνας και θα λες «ευχαριστώ» που δεν συγκαταλέγεσαι στα εκατομμύρια των ανέργων. Θα είσαι ανασφάλιστος και θα παρακαλάς τον εργοδότη να συνεχίσει να σε εκμεταλλεύεται. Θα σου κόβεται η σύνταξη και θα ενθουσιάζεσαι γιατί το παιδί σου μπορεί να μην έχει καν την ευκαιρία να βγει στη σύνταξη. Θα ζαλίζεσαι από την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα, ευχαριστώντας τους δανειστές που σε κρατούν με σωληνάκια στον πρώτο κόσμο, γιατί μπορεί να σε αποκαλωδιώσουν και να τελειώσουν όλα.

Καμία δημοσιονομική εκτροπή δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για τη βία που ασκείται στους λαούς. Η Πορτογαλία σημειώνει τη μία επιτυχία μετά την άλλη στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής και παρόλα αυτά, βυθίζεται στην ύφεση. Οι καλύτεροι μαθητές των μνημονίων απολαμβάνουν τα συγχαρητήρια των ελεγκτών και τη συγκατάβαση των παρατηρητών, αλλά όχι την ευτυχία.

Η νέα γενιά έχει δίκιο. Δεν βρίσκει δουλειά, δεν μπορεί να ανεξαρτητοποιηθεί, δεν μπορεί να ερωτευτεί, δεν μπορεί να ονειρευτεί, δεν μπορεί να αναπνεύσει. Τους λένε για την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και για την εσωτερική υποτίμηση, την ώρα που υποτιμάται κάθε μέρα όλο και πιο πολύ η σημασία της δικής τους ζωής, που συνθλίβεται στις μυλόπετρες των αριθμών.

Οι κομμουνιστές έχουν δίκιο. Ο καπιταλισμός είναι ένα άγριο σύστημα, που από τη φύση του παράγει οικονομικές ανισότητες και κοινωνική αδικία. Ο καπιταλισμός είναι βαθιά ταξικός και μπορεί να εξανθρωπίζεται σε περιόδους ευημερίας, για να κοιμίζει τα πλήθη, αλλά όταν βρεθεί σε περίοδο κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, ξαναγίνεται τερατόμορφος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δίκιο. Αυτή η Ευρώπη είναι αποκρουστική. Και ο Ολάντ είναι καλύτερος από τη Μέρκελ. Και πρέπει να δοθεί τέλος στις περιοριστικές πολιτικές που οδηγούν σε ύφεση, μαρασμό και κοινωνική παρακμή.

Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει σε όλα δίκιο. Η ελληνική αρρώστια προϋπήρχε της ευρωπαϊκής και δεν αντιμετωπίζεται με αναπτυξιακό φάρμακο που θα έρθει από τους «καλούς» των εταίρων. Πρέπει πρώτα να διαγνωστεί η αιτία της, να αναλυθούν τα συμπτώματά της και να βρουν την εναλλακτική θεραπεία οι ίδιοι οι πάσχοντες. Όποιες αλλαγές συσχετισμών και αν συμβούν στην ευρωζώνη, το πρωτογενές έλλειμμα θα παραμείνει πρωτογενές έλλειμμα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών επίσης, η διαφθορά και η γραφειοκρατία θα εξακολουθήσουν να στραγγαλίζουν την επιχειρηματικότητα, η έλλειψη επαγγελματισμού στη δημόσια διοίκηση θα παραμείνει διαλυτική, η φοροδιαφυγή θα παραμείνει χαίνουσα πληγή, η ανομία θα κυριαρχεί.

Στην περίπτωσή μας, δεν ισχύει απλώς ότι είμαστε θύμα των αγορών και του εκφυλισμού του καπιταλισμού, υπάρχουν εγγενή προβλήματα στις δομές της οικονομίας μας, στην οργάνωση του κράτους μας, στις σχέσεις πολιτικού συστήματος-πολιτών, στη συλλογική αντίληψη για το δημόσιο χώρο. Παράγουμε ελάχιστα και καταναλώνουμε πολύ, ταυτίζουμε την αποδοτικότητα με το ωράριο, δεν ζητάμε από τα κόμματα προτάσεις αλλά ρουσφέτια, θεωρούμε το ιστορικό μεγαλείο προσωπική μας κληρονομιά, το σόι υπερέχει κάθε μεγαλύτερης ομάδας, το βλέμμα είναι πάντα στην κατσίκα του γείτονα, καπνίζουμε παντού, δεν θέλουμε διαχείριση απορριμμάτων στην περιοχή μας, ούτε μονάδες του ΟΚΑΝΑ, πειθόμαστε από δημαγωγούς, γοητευόμαστε από λαϊκιστές, γουστάρουμε τσαμπουκάδες, μαγκιές και ο,τιδήποτε επιβεβαιώνει την εθνική υπεροχή.

Υπάρχει μακρά παράδοση κατασκευής εξωτερικού εχθρού και εθνικού διχασμού. Είναι, άλλωστε, ο πιο εύκολος δρόμος. Βάζεις το σκιάχτρο απέναντι, το πετροβολάς, από ένα σημείο και μετά πιστεύεις το ψέμα σου, ότι είναι πραγματική αυτή η σκοτεινή δύναμη που σε καταδιώκει, δαιμονοποιείς όποιον δεν ανήκει στο χαράκωμά σου και ακούς μόνο τη δική σου φωνή, που άλλωστε είναι πιο δυνατή.

Ήταν λάθος και η συνταγή και η εφαρμογή, ήταν ακόμη μεγαλύτερο λάθος ότι δεν αναρωτηθήκαμε καν μήπως η λύση στο πρόβλημά μας δεν είναι εξωτερική, ασφαλώς ούτε μεταφυσική, δεν θα έρθει με ιαχές, ούτε με προσευχές, σίγουρα δεν θα μας τη φέρει ο Ολάντ, ο Ομπάμα ή κάποιος άλλος πρίγκιπας της ανάπτυξης και μάλλον δεν θα έρθει καν αν δεν συμφωνήσουμε εμείς, μεταξύ μας, ποιο είναι το πρόβλημα, ότι ας πούμε λεφτά δεν υπάρχουν και δεν θα βρεθούν φορολογώντας τον τζίρο επιχειρήσεων, επιβάλλοντας αναγκαστικό δανεισμό ή επανακρατικοποιώντας τον ΟΤΕ και την Ολυμπιακή.

«Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση». Ο Παναγιώτης Κονδύλης είχε σίγουρα δίκιο και μάλιστα είκοσι χρόνια πριν.

H Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος