Ο Πούτιν κερδίζει χρόνο και ο Τραμπ ... συζητάει

Θόδωρος Τσίκας 16 Αυγ 2025

Με την συνάντηση στην Αλάσκα, ο Πούτιν μπορεί πλέον να συνεχίσει την επίθεση κατά της Ουκρανίας, μέσω της οποίας θεωρεί ότι μπορεί να έχει επιπλέον εδαφικά κέρδη τουλάχιστον μέχρι την έλευση του χειμώνα. Επίσης για μια ακόμα φορά ξεφεύγει από τις επιπλέον κυρώσεις, με τις οποίες τον απειλούσε ο Τραμπ. Πολύ περισσότερο που αυτές οι κυρώσεις αφορούσαν μεταξύ άλλων την Κίνα και την Ινδία που αγοράζουν πετρέλαιο από την Ρωσία, και οι οποίες θα πίεζαν πολύ τον Πούτιν να κάνει υποχωρήσεις για να μην επιβαρυνθούν οι ίδιες.

Ο Τραμπ φαίνεται ότι ήλπιζε πως ο Πούτιν θα δεχόταν κάτι “μικρό”, ώστε να μπορεί να ανακοινώσει κάποια χειροπιαστή εκεχειρία. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια -έστω μερική- αεροπορική εκεχειρία, να μην γίνονται δηλαδή χτυπήματα σε ενεργειακές εγκαταστάσεις και σε κατοικημένες περιοχές. Ο,τιδήποτε και να ήταν αυτό που ανέμενε, φαίνεται ότι ο Πούτιν ζήταγε δυσανάλογα ανταλλάγματα τα οποία δεν μπορούσε να παράσχει μόνος του ο Τραμπ, χωρίς την έγκριση της ουκρανικής ηγεσίας και την αποδοχή των βασικών Ευρωπαίων εταίρων του.

Κρίθηκε λοιπόν αναγκαίο να μεταβεί ο ίδιος ο Ζελένσκι στην Ουάσιγκτον, ώστε να η συζήτηση να γίνει ενώπιος ενωπίω και όχι μόνο μέσω τηλεδιάσκεψης. Από την άλλη, η Ουκρανία μπορεί να αισθάνεται ανακουφισμένη, καθώς δεν ελήφθησαν αποφάσεις ερήμην της, που δεν θα ήταν εύκολο να ανατραπούν. Σε αυτό συνέβαλε αποφασιστικά η παρέμβαση Ευρωπαίων ηγετών, κυρίως της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Βρετανίας.

Υπό αυτή την έννοια η Ευρώπη έπαιξε σημαντικό ρόλο, παρά τα όσα λέγονται για αδυναμία παρέμβασης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν έχει πολλά βήματα να κάνει ακόμα, προς την κατεύθυνση της εμβάθυνσης και επιτάχυνσης της πολιτικής ενοποίησης και της αμυντικής συγκρότησης της.

Είναι προφανές ότι θα μπούμε σε νέα φάση διαβουλεύσεων, οι οποίες θα είναι σύνθετες και περίπλοκες. Σε αυτές δύο θα είναι τα κύρια θέματα:

Πρώτον, οι συζητήσεις για το εδαφικό ζήτημα που όμως -πάση θυσία- δεν πρέπει να φτάσουν στο σημείο διπλωματικής, νομικής, διεθνούς “αναγνώρισης” των κατεχόμενων από τη Ρωσία περιοχών. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε πλήρη ανατροπή όλων των διεθνών κανόνων και ρυθμίσεων περί σεβασμού στην εδαφική ακεραιότητα των κρατών και μη αποδοχής της δια της βίας μονομερούς αλλαγής των συνόρων τους. Και φυσικά θα άνοιγε τον δρόμο για ανάλογες ενέργειες από αυταρχικούς ηγέτες και επεκτατικά καθεστώτα.

Δεύτερον, οι μελλοντικές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία και τήρησης των συμφωνηθέντων. Από την στιγμή που ο Τραμπ αποκλείει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ (άρα θα βάλει “βέτο” σε οποιαδήποτε σχετική πρόταση), η Ουκρανία ζητάει ενισχυμένες εγγυήσεις, ότι δεν θα δεχθεί στο μέλλον νέα επίθεση από τη Ρωσία. Τα ευρωπαϊκά κράτη, μέλη της “συμμαχίας των προθύμων”, είναι διατεθειμένα να στείλουν στρατεύματα και παρατηρητές που να εγγυώνται την όποια συμφωνία (κατάπαυση πυρός, εκεχειρία, ειρηνευτική κ.α.)

Ζητούν όμως στις εγγυήσεις αυτές να συμμετάσχουν οι ΗΠΑ, καθώς θεωρούν ότι μόνο τότε θα είναι σίγουρο πως θα τις σεβαστεί ο Πούτιν και δεν θα επιχειρήσει εναντίον τους. Συζητείται, όχι η παρουσία Αμερικανών στρατιωτών στο ουκρανικό έδαφος, αλλά η αμερικανική αεροπορική και πυραυλική κάλυψη των ευρωπαϊκών δυνάμεων που θα βρίσκονται εκεί. Είναι κάτι που -έστω γενικόλογα-  άφησε να εννοηθεί ότι το συζητά για πρώτη φορά ο Τραμπ, πριν την συνάντηση του με τον Πούτιν.