Στη κοινοβουλευτική συζήτηση που έγινε το 2024 με αφορμή νομοσχέδιο «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου - Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων» η αντιπαράθεση επικεντρώθηκε, σχεδόν αποκλειστικά, στα μη κερδοσκοπικά παραρτήματα. Οι προτάσεις για την ενίσχυση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πέρασαν απαρατήρητες μια και δεν προσφερόντουσαν για την αιώνια σύγκρουση δημόσιου-ιδιωτικού που έχει καταστήσει το εκπαιδευτικό μας σύστημα όμηρο των εκατέρωθεν ιδεοληψιών. Όπως όμηροι των ιδεοληψιών παραμένουν και χιλιάδες παιδιά που αποφασίζουν κάθε χρόνο για τις σπουδές και το μέλλον τους.
Το ίδιο άκαρπος - και επομένως ανεφάρμοστος - απέβη και ο νόμος που ψηφίστηκε το 2023 για την ίδρυση «Πανεπιστημιακής αστυνομίας» που φιλοδοξούσε να δαμάσει την αιώνια επίσης σύγκρουση ΕΛΑΣ-αναρχομπαχαλάκηδων που έχει καταλύσει επί δεκαετίες κάθε έννοια Ακαδημαϊκού ασύλου και ελεύθερης διακίνησης ιδεών στον πανεπιστημιακό χώρο. Η δολοφονική επίθεση στη Νομική Σχολή, όπως και η επιχείρηση ανακατάληψης του χώρου της βιβλιοθήκης στο Αριστοτέλειο στη Θεσσαλονίκη, ήρθαν να μας θυμίσουν με τον πιο δραματικό τρόπο ότι το «άσυλο» έχει αντικατασταθεί από την ασυλία ανεξέλεγκτων κακοποιών στοιχείων.
Το ερώτημα για τους υποψήφιους φοιτητές στη χώρα μας δεν είναι μόνον αν θα σπουδάσουν σε δημόσιο ή σε ιδιωτικό Πανεπιστήμιο - αν και όταν θα υπάρξει αυτή η επιλογή - αλλά αν θα μπορέσουν να σπουδάσουν σε ένα δημόσιο Πανεπιστήμιο που τους διασφαλίζει τις δυνατότητες και τις ελευθερίες που απαιτούνται για να μπορέσουν να μελετήσουν, να ερευνήσουν, να σκεφτούν και να εκφράσουν τις απόψεις τους χωρίς τον φόβο να καταλήξουν στο νοσοκομείο. Οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης δεν κατάφεραν, μέχρι σήμερα, να εξασφαλίσουν αυτές τις στοιχειώδεις ακαδημαϊκές ελευθερίες ούτε για τους φοιτητές ούτε για τους διδάσκοντες.
Αυτό που έλειψε διαχρονικά και διακομματικά δεν ήταν τα μέσα αλλά η πολιτική βούληση για την αποκατάσταση ελευθεριών που συμπεριλαμβάνονται στον όρο «Ακαδημαϊκό άσυλο». Η ρήση «όποιος δεν θέλει να ζυμώσει δέκα χρόνια κοσκινίζει» ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση. Δεν χρειαζόντουσαν ευφάνταστες επινοήσεις για «πανεπιστημιακή αστυνομία» για να αποκατασταθεί η απρόσκοπτη Ακαδημαϊκή λειτουργία. Υπάρχει πλούσια εμπειρία από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά και παγκόσμια μοντέλα ασφάλειας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και της περιουσίας τους. Αυτό που λείπει είναι η ευθύνη για την ανάληψη του πολιτικού κόστους που συνεπάγεται η εφαρμογή τους.
Δεν υπάρχει πλέον κανένα περιθώριο ανοχής για την είσοδο στα Πανεπιστήμια στοιχείων ξένων προς την ακαδημαϊκή κοινότητα. Φοιτητές, διδάσκοντες, ερευνητές και διοικητικό προσωπικό θα πρέπει να επικυρώνουν ηλεκτρονικά την ιδιότητά τους, ελεγχόμενοι κατά την είσοδό τους στο Πανεπιστήμιο. Το ίδιο να ισχύει και για τους επισκέπτες και προσκεκλημένους σε προγραμματισμένες συναντήσεις ή εκδηλώσεις. Η νομοθεσία για την εξασφάλιση της προστασίας του Ακαδημαϊκού ασύλου πρέπει να θωρακιστεί επειγόντως με συγκεκριμένους κανόνες και μέτρα ασφαλείας. Το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων δεν μπορεί να αποτελεί πρόσχημα για την ανοχή στην εγκληματική παραβατικότητα μέσα στους χώρους των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.