Μέρος 8ο (τελευταίο) : Ανατροπές και προοπτικές

12 Ιουλ 2021

Ένα αφιέρωμα στην Μέση Ανατολή θα ήταν ελλιπές αν δεν επιχειρούσε να σκιαγραφήσει την σημερινή κατάσταση και τις προκλήσεις που διαφαίνονται. Άλλωστε μας ενδιαφέρουν και άμεσα ως χώρα, γιατί στους παραδοσιακούς εμπλεκόμενους έχει προστεθεί και η γειτονική μας Τουρκία.


Η άνοδος του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία

Ο θεμελιωτής της σύγχρονης Τουρκίας Κεμάλ Ατατούρκ, όχι μόνον ήταν άθεος, αλλά θεωρούσε και την μουσουλμανική θρησκεία ως την κύρια αιτία οπισθοδρόμησης της κάποτε κραταιής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εγκαθίδρυσε ένα κοσμικό κράτος και εγγυητή του όρισε τον στρατό. Τα κεμαλικά κόμματα όμως που κυβέρνησαν έκτοτε ενδιαφέρονταν κύρια για τη νομή της εξουσίας και τις απολαβές της. Ναι μεν φρόντισαν να καλλιεργήσουν τις σχέσεις της χώρας με την Δύση, εκμεταλλευόμενα κατάλληλα την γεωστρατηγική της θέση, αλλά δεν πέτυχαν και πολλά στους τομείς της ανάπτυξης της οικονομίας και του εκσυγχρονισμού του κράτους. Έτσι, το ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ταγίπ Ερντογάν βρέθηκε στην κυβέρνηση της Τουρκίας για λόγους ανάλογους με αυτούς της ανόδου του ισλαμισμού και στις αραβικές χώρες. Το προφίλ που πρόβαλε αρχικά ήταν φιλοδυτικό και ήπιο, ενώ η αλλαγή διακυβέρνησης απελευθέρωσε παραγωγικές δυνάμεις δίνοντας μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της γείτονος.
Όλη η κατοπινή πορεία καταδεικνύει ότι δεν ήταν ποτέ στις προθέσεις του Τούρκου προέδρου η σύμπλευση με την Δύση και πολύ περισσότερο η «δυτικοποίηση» της χώρας του. Τα σχέδιά του ήταν (και είναι) πολύ πιο μεγαλεπήβολα : Να αναδείξει την Τουρκία σε περιφερειακή υπερδύναμη και ηγέτιδα των μουσουλμανικών χωρών της περιοχής, δημιουργώντας έναν τρίτο πόλο ανάμεσα στην Δύση (ΗΠΑ, ΕΕ) και την Ανατολή (όπως Κίνα και λοιπές χώρες BRICS). Ήδη, έχοντας αναπτύξει περίπου 50.000 στρατιώτες σε εννέα χώρες (τέσσερεις κάτω από την αιγίδα του ΟΗΕ και πέντε με δική της πρωτοβουλία), αναπόφευκτα αναγνωρίζεται ως κεντρικός παίκτης στην σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου. Πρόκειται για την δεύτερη πιο παρεμβατική στρατιωτικά χώρα στον κόσμο (μετά τις ΗΠΑ).


Τουρκία και Μέση Ανατολή

Η ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι προνομιακός χώρος για την Τουρκία. Μπορεί μεν να υπήρξε δυνάστης των Αράβων μέχρι την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά υπήρξε και πνευματικός ηγέτης των απανταχού σουνιτών μουσουλμάνων και υπερασπιστής των ιερών πόλεων της Μέκκας και της Μεδίνας μέσω του οθωμανικού χαλιφάτου που καταργήθηκε οριστικά από τον Κεμάλ το 1924. Αυτή την στιγμή έχει ιδιαίτερες σχέσεις με το Κατάρ και το Πακιστάν, έντονη παρουσία στην Σομαλία, το Σουδάν και την Λιβύη, ενώ έχει αναπτύξει και επικίνδυνα φιλικές σχέσεις με το Ιράν. Από οργανώσεις, έχει ιδιαίτερους δεσμούς με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και την Χαμάς, ενώ και η στάση της απέναντι στον ISIS ήταν πάντα επαμφοτερίζουσα.

Ποιοι είναι οι αντίπαλοί της στην περιοχή; Στην πράξη, όσα αραβικά καθεστώτα έχουν κινδυνεύσει ή φοβούνται ακόμα ανατροπή από ισλαμιστές (Αίγυπτος, Συρία, Σαουδική Αραβία), το Μπαχρέιν και τα ΗΑΕ που φοβούνται το Ιράν και υποστηρίζονται από την Γαλλία, και τέλος φυσικά το Ισραήλ. Το τελευταίο, μαζί με το Μπαχρέιν και τα ΗΑΕ υπέγραψε τις «συμφωνίες του Αβραάμ», που προκάλεσαν την οργή του Ερντογάν, ενώ κλείνει και το μάτι στο «Φόρουμ Φιλίας» της Ανατολικής Μεσογείου (Αίγυπτος, Ελλάδα, Κύπρος, ΗΑΕ, Σαουδική Αραβία, Μπαχρέιν, Γαλλία). Στο οικονομικό επίπεδο, στο «Φόρουμ Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου» συμμετέχουν, μαζί με την Ελλάδα και την Κύπρο, η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Ιορδανία και η Παλαιστινιακή Αρχή, μαζί με την Ιταλία και τη Γαλλία. Αυτές οι συνεργασίες θα ήταν αδιανόητες στο παρελθόν.

Είναι φανερό ότι τα κομμάτια του Μεσανατολικού puzzle έχουν ανακατευτεί ξανά. Δεν είναι πια η αντιπαλότητα Ισραήλ - αραβικού κόσμου η κυρίαρχη αντίθεση στην περιοχή. Η νέα αντιπαράθεση φαίνεται ότι θα δημιουργηθεί με συσπείρωση ενάντια στον άξονα Τουρκίας – Ιράν.

Πόσο σίγουρο είναι αυτό ; Πριν από ένα χρόνο φαινόταν πολύ πιθανό. Επί προεδρίας Τραμπ οι ΗΠΑ είχαν αποσυρθεί σχεδόν τελείως από την περιοχή, δημιουργώντας ένα κενό ισχύος το οποίο έσπευσε να εκμεταλλευτεί ο Ερντογάν, που απολάμβανε και την πλήρη ανοχή του φιλαράκου του. Η προκλητικότητα όμως του Τούρκου προέδρου περιορίστηκε από τότε που οι ΗΠΑ επέστρεψαν με τον Μπάιντεν αποφασισμένο να «τραβήξει αυτιά». Υπήρξαν ανακατατάξεις και προσπάθειες επίλυσης μεγάλου φάσματος αντιθέσεων, ωστόσο η κατάσταση είναι ακόμα τελείως ρευστή.

Επανεκτιμώντας το παλαιστινιακό ζήτημα

Το παλαιστινιακό ζήτημα υπήρξε η αφετηρία των συγκρούσεων που ταλάνισαν την Μέση Ανατολή επί δεκαετίες. Η αλλαγή της βάσης των αντιπαραθέσεων που αναφέρθηκε παραπάνω, δεν σημαίνει κιόλας πως αυτό έχει επιλυθεί. Αποτελεί ακόμα ένα αγκάθι στην περιοχή, μια πληγή που βγάζει συχνά αίμα. Απλά δεν παίζει πια τον σημαντικό ρόλο που έπαιζε παλιότερα. Πρόκειται περισσότερο για ένα πολιτικό εργαλείο στα χέρια όσων παίζουν παιχνίδια στην περιοχή :

  • Στα χέρια ισραηλινών πολιτικών όπως ο Ντετανιάχου, για να προκαλούν τεχνητές οξύνσεις ώστε να λύσουν τα δικά τους πολιτικά και προσωπικά προβλήματα.

  • Στα χέρια του Ερντογάν, που όχι μόνον παρουσιάζεται ως προστάτης των μουσουλμάνων, αλλά το χρησιμοποιεί και για να κάνει κινήσεις τακτικής στην σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου (ενδεικτικά, πρόσφατα είχε διακηρύξει την διάθεσή του να ορίσει ΑΟΖ με την Λωρίδα της Γάζας που είναι υπό τον έλεγχο της Χαμάς).

  • Στα χέρια των εξτρεμιστών της Χαμάς που τρέφεται από τις οξύνσεις ώστε να εμφανίζεται ως η μόνη συνεπής παλαιστινιακή Οργάνωση.

  • Στα χέρια του Ιράν και της σιιτικής Χεζμπολάχ του Λιβάνου, που δίνουν το «παρών» στην περιοχή με την υποστήριξή τους προς την Χαμάς, κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ.


Οι παράμετροι μιας λύσης

Το παλαιστινιακό ζήτημα δεν μπορεί να παραμένει σε εκκρεμότητα και πρέπει να επιλυθεί για τους παρακάτω κύρια λόγους:

  • Για να πάψει να αποτελεί εργαλείο εξυπηρέτησης σκοπιμοτήτων και επίτευξης στόχων που πολύ λίγο έχουν να κάνουν με το δράμα του Παλαιστινιακού λαού.

  • Για να ικανοποιηθεί όχι μόνον το κοινό περί δικαίου αίσθημα, όπως το αντιλαμβανόμαστε όλοι, αλλά και το διεθνές δίκαιο, όπως εκφράστηκε με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Κάθε παράβαση ή περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου δημιουργεί κακό προηγούμενο και στρώνει τον δρόμο σε επικίνδυνες εξελίξεις.

  • Για να λήξει η ταλαιπωρία, το μίσος και ο θάνατος στην πολύπαθη περιοχή.

Η προφανής λύση είναι η επιστροφή εδαφών στους Παλαιστίνιους ώστε να ιδρύσουν δικό τους κράτος. Οι εδαφικές λεπτομέρειες δεν είναι της παρούσας.

Ωστόσο δεν αρκεί να καταφέρει το Ισραήλ να ξεπεράσει τις εσωτερικές του αντιθέσεις και να αποδεχτεί αυτή τη λύση. Το κράτος αυτό θα πρέπει να είναι :

  • Βιώσιμο οικονομικά. Κράτος μικρό, αδύναμο, χωρίς βασικές υποδομές, σε περιοχή χωρίς πετρέλαιο, θα χρειαστεί μεγάλη οικονομική στήριξη από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας, ώστε να μην είναι μονόπλευρα εξαρτημένο. Αυτό όμως είναι το εύκολο.

  • Βιώσιμο κοινωνικοπολιτικά. Η σημερινή ηγεσία της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) μοιάζει να ακολουθεί όλα τα κακά παραδείγματα των διεφθαρμένων και αυταρχικών ηγεσιών των κρατών της περιοχής. Αν δεν υπάρξουν ισχυροί θεσμοί και εγγύηση για την λειτουργία τους, θα πρόκειται για ένα νέο κράτος-παρία. Αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο.

  • Ανεκτικό προς τις μειονότητες που αναγκαστικά θα έχει. Δεν υπάρχει ενιαία περιοχή με ομοιογενή παλαιστινιακό πληθυσμό.

  • Ειρηνόφιλο και όχι εκδικητικό, αλλιώς οι σπίθες της σύγκρουσης θα υπάρχουν πάντα και η εκμετάλλευση και η αιματοχυσία δεν θα σταματήσουν ποτέ. Πρέπει το νεοσύστατο κράτος όχι μόνον να αναγνωρίσει το Ισραήλ, αλλά να έχει την υποστήριξή του και να συνεργάζεται σε όλα τα επίπεδα με αυτό. Όμως η Χαμάς, με τα ιδιαίτερα ερείσματα που διαθέτει αυτή τη στιγμή, δεν πρόκειται εύκολα να αποδεχτεί κάτι τέτοιο. Το ίδιο κι όσοι ποντάρουν για δικούς τους λόγους στην σύγκρουση, κύρια το Ιράν και η Τουρκία.

Η επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τις εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Θέλει χρόνο και ηρεμία ώστε να ξεκινήσει και να ριζώσει σωστά, κι έτσι μια γενικότερη αναταραχή θα ήταν μοιραία. Οι ΗΠΑ έχουν επανακάμψει επί Μπάιντεν στην περιοχή, αλλά αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά κι ότι έχει εκλείψει πλήρως το κενό ισχύος που είχε δημιουργηθεί με την αποχώρησή τους. Ωστόσο είναι οι μόνες που μπορούν (και πιστεύω πως θέλουν κιόλας), να βοηθήσουν προς την κατεύθυνση της γενικότερης σταθερότητας. Προσωπικά όμως δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος. Ο χρόνος τρέχει, οι εστίες μιας νέας πιθανής ανάφλεξης είναι πολλές, οι άμεσα ενδιαφερόμενοι όλοι παρόντες, και η Αμερική μακριά.