Οι τρεις μεγάλες προκλήσεις της σύγχρονης κεντροαριστεράς

Matt Browne Ruy Teixeira 28 Ιουν 2012

Η βασική πρόκληση για την προοδευτική πολιτική του 21ου αιώνα είναι ποια ζητήματα να θέσει σε προτεραιότητα και πώς να βρει εκείνη την πολιτική στρατηγική και την πολιτική θεματολογία που θα της προσφέρει εκλογικές επιτυχίες. Όπως υπογραμμίζει το φυλλάδιο του «δικτύου πολιτικής» «ένα κεντροαριστερό πρόγραμμα για τους νέους καιρούς», αυτό θα απαιτήσει εξαιρετικά δύσκολες πολιτικές επιλογές και αποφασιστική απεξάρτηση από παλιές βεβαιότητες.

.

.

.

.

Λοιπόν, σε τι θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα οι προοδευτικοί;

.

.

Υπό το φως των αναδυόμενων εκλογικών, δημογραφικών και ιδεολογικών τάσεων, οι προοδευτικοί χρειάζεται να θέσουν τις προτεραιότητές τους στο πλαίσιο των μεγάλων προκλήσεων που ταυτοποιήσαμε στην έρευνά μας του «κέντρου για αμερικανική πρόοδο» (CAP) υπό τον τίτλο «το ευρωπαϊκό παράδοξο», ήτοι:

.

    .

  • .
    την πρόκληση των συμμαχιών·

    .

  • .

  • .
    την πρόκληση του πολιτικού τους αυτοπροσδιορισμού·

    .

  • .

  • .
    την πρόκληση της οργανωτικής τους συγκρότησης.

    .

  • .

.

 

.

Αν οι σοσιαλδημοκράτες -και ευρύτερα το προοδευτικό κίνημα- δεν απαντήσουν στις προκλήσεις αυτές, η κεντροαριστερά θα συνεχίσει να φθίνει λόγω της οικονομικής κρίσης και της ενίσχυσης της δεξιάς.

.

.

Πολιτικές «φαναριού κυκλοφορίας»: προοδευτικές συμμαχίες για μια κονιορτοποιημένη αριστερά

.

.

Ας ξεκινήσουμε από την πρόκληση των συμμαχιών: σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου το Δημοκρατικό κόμμα δεν αντιμετωπίζει άξιο λόγου ανταγωνισμό όσον αφορά την εκλογική έκφραση του προοδευτικού στρατοπέδου, οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες κατά κανόνα αντιμετωπίζουν αξιοσημείωτο ανταγωνισμό από τρεις πλευρές του πολιτικού φάσματος: τους «πράσινους»· τους αριστερούς σοσιαλιστές· τους φιλελεύθερους κεντρώους. Κι όχι μόνον αντιμετωπίζουν ανταγωνισμό, αλλά συνήθως τα κόμματα αυτά τους ξεπερνούν σε επιρροή σε συγκεκριμένα τμήματα του προοδευτικού ακροατηρίου όπως όσους διαθέτουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους ανύπανδρους, τους ουδετερόθρησκους και τα μέλη της λεγόμενης «γενιάς της χιλιετίας» («γενιάς Υ»), κατηγορίες όπου συνήθως οι σοσιαλιστές υπολείπονται σε εκλογική επιρροή (με την εξαίρεση, στις περισσότερες χώρες, της ψήφου των μεταναστών). Η ικανότητα των ανταγωνιστικών προς τους σοσιαλδημοκράτες προοδευτικών κομμάτων να προσελκύουν μεγάλα τμήματα αυτών των αναδυόμενων δημογραφικά ομάδων, επέτρεψε στα κόμματα αυτά να αυξάνουν τα ποσοστά τους τις τελευταίες δεκαετίες, σε αντίθεση με τους σοσιαλδημοκράτες που τα είδαν να συρρικνώνονται.

.

.

Αν και συμβαίνει ορισμένα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα να καταγάγουν αυτοδύναμα εκλογικές νίκες -όπως επί παραδείγματι συνέβη στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές της Γαλλίας, που όμως είναι εκ των πραγμάτων μια φύσει δικομματική αναμέτρηση- η εποχή της σοσιαλδημοκρατικής μονοκρατορίας ανήκει εν πολλοίς στο παρελθόν. Ο κόσμος έχει αλλάξει άρδην και οι κεντροαριστεροί ανταγωνιστές της σοσιαλδημοκρατίας έχουν δυναμώσει πολύ. Αυτή η πραγματικότητα υπαγορεύει την ανάγκη για μια δημιουργική προσέγγιση της οικοδόμησης προοδευτικών συμμαχιών που να προσελκύουν άλλα προοδευτικά κινήματα αλλά και μεμονωμένα προοδευτικά άτομα, ανεξαρτήτως κομματικής ένταξης, ή και προοδευτικές μη-κομματικές συλλογικότητες. Αυτή την προσέγγιση ασπάστηκαν οι Δανοί σοσιαλδημοκράτες(Socialdemokraterne) στην πετυχημένη απόπειρά τους να σχηματίσουν κυβέρνηση το 2011 και αυτή θα πρέπει να ασπαστούν κι οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες του SPD το 2013, αν θέλουν να έχουν κάποια ελπίδα επιτυχίας.

.

.

Εκτιμούμε πως αυτή η πολιτική συμμαχιών αφορά πολύ περισσότερα από την απλή εκλογική επικράτηση. Δείτε τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις που καλούνται σήμερα να φέρουν εις πέρας οι σοσιαλδημοκράτες. Η ανάγκη για ένα νέο υπόδειγμα καπιταλιστικής ανάπτυξης που να είναι βιώσιμο τόσο σε εθνικό όσο και πλανητικό επίπεδο, δεν μπορεί παρά να επιτευχθεί σε συνεργασία με τις επιχειρήσεις και τις υπηρεσίες του μέλλοντος και τους «πράσινους». Η ανάγκη να αρθούν τα εμπόδια στην κινητικότητα και τους τρόπους ζωής, έστω κι αν τα εμπόδια αυτά προστατεύουν ορισμένα στρώματα παραδοσιακά σοσιαλδημοκρατικά, μπορεί να διευθετηθεί καλύτερα σε συνεργασία με τους «κίτρινους», τους φιλελεύθερους. Μαζί οι κόκκινοι, οι πράσινοι και οι κίτρινοι μπορούν να δημιουργήσουν μια πολύ καλύτερη προοδευτική προσέγγιση από ότι ο καθένας μόνο του. Θεωρούμε πως σε αυτή την πολιτική συγχώνευση, πείτε την πολιτική «φαναριού κυκλοφορίας», θεμελιώνεται ο προοδευτισμός του 21ου αιώνα. Προαπαιτούμενο όμως αυτής της πολιτικής «φαναριού κυκλοφορίας», εφόσον θέλουν να εφαρμόσουν πετυχημένα αυτή τη νέα μορφή πολιτικής, είναι να έχουν αποσαφηνίσει οι σοσιαλδημοκράτες τις δικές τους προτεραιότητες.

.

.

Πολιτικές προτεραιότητες για την αναδυόμενη συμμαχία

.

.

Κι αυτό μας οδηγεί στη δεύτερη πρόκληση, που αφορά τον αυτοπροσδιορισμό των σοσιαλδημοκρατών. Αν υπάρχει κάτι που ενώνει τις ποικιλόμορφες νέες δυνάμεις του προοδευτικού χώρου, αυτό αφορά τις προσδοκίες. Έχουμε συνήθως είτε ανθρώπους που βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας και προσδοκούν να εισέρθουν σε αυτή, είτε κατόχους σχετικά μεγάλου ανθρωπίνου κεφαλαίου που προσδοκούν υψηλή εισοδηματική κινητικότητα και καλύτερη ποιότητα ζωής. Απαιτούν να δοθεί στο κράτος ισχυρός ρόλος για να μετατοπιστεί το επίκεντρο των προοδευτικών πολιτικών από την ασφάλεια στην ευκαιρία. Η τελευταία υπογραμμίζει την απόκτηση και την χρήση της εκπαίδευσης, την ενίσχυση νέων οικονομικών κλάδων σαν την βιοτεχνολογία και τις καθαρές μορφές ενέργειας που απαιτούν υψηλή κατάρτιση και παρέχουν θέσεις εργασίας με υψηλή αμοιβή, επενδύσεις σε υποδομές που υποστηρίζουν αναδυόμενους οικονομικούς κλάδους και τη μετάβαση προς την πράσινη οικονομία, την παροχή αποτελεσματικών δημοσίων υπηρεσιών (από πράσινους ελεύθερους χώρους στις μετακινήσεις και στην επίτευξη της πλήρους απασχόλησης).

.

.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν την αχρήστευση των παραδοσιακών προγραμμάτων παροχής οικονομικής ασφάλειας. Αλλά σημαίνουν μια αλλαγή προτεραιοτήτων, ώστε αυτά τα προγράμματα να μην υπονομεύουν την κινητικότητα, αλλά αντιθέτως, να την ευνοούν. Χωρίς την ύπαρξη ενός ορισμένου επιπέδου οικονομικής εξασφάλισης, η ανάγκη για οικονομική επιβίωση και η αποφυγή τυχόν οικονομικής καταστροφής κυριαρχούν στη ζωή των εργαζομένων και περιορίζουν την ενεργοποίησή τους για την οικονομική τους βελτίωση. Ως εδώ, η οικονομική εξασφάλιση είναι ταυτόχρονα φιλάνθρωπη -και καλή για την κινητικότητα. Αλλά η υπέρμετρη οικονομική εξασφάλιση, ιδίως αν επικεντρώνεται σε όσους βρίσκονται «εντός» της αγοράς εργασίας και αφορά άκαμπτους κανόνες εργασιακής προστασίας, κλειστές αγορές και ειδικά προνόμια,πλήττουν την πλήρη απασχόληση και στερούν από το δημόσιο τομέα πόρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε προγράμματα βελτίωσης των ευκαιριών, στην εκπαίδευση και τις υποδομές. Κάτι τέτοιο είναι αρνητικό για την εισοδηματική κινητικότητα.

.

.

Οπότε οι σοσιαλδημοκράτες, προκειμένου να υπηρετήσουν την αναδυόμενη κοινωνική τους συμμαχία, οφείλουν να αλλάξουν τις πολιτικές τους προσεγγίσεις. Αυτό θα τους αποξενώσει μεν από ορισμένους οπαδούς τους που ανήκουν στην παραδοσιακή εργατική τάξη -πράγμα που συμβαίνει ήδη- αλλά θα τους βοηθήσει να προσελκύσουν εκ νέου και να συγκρατήσουν τα πιο φιλόδοξα μέλη αυτών των στρωμάτων, ενώ παράλληλα θα «τσιμεντάρουν» τη υποστήριξη των ανερχόμενων, φιλικών τους κοινωνικών στρωμάτων. Η συναλλαγή αυτή δεν είναι απλά συμφέρουσα. Πραγματιστικά μιλώντας είναι ο μόνος δρόμος προς τα μπρος που έχει απομείνει στην αριστερά.

.

.

Αυτές οι πολιτικές προτεραιότητες εγείρουν το ακανθώδες ζήτημα της ανάπτυξης. Χωρίς σχετικά ταχεία και ισότιμα κατανεμημένη οικονομική ανάπτυξη είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να παράσχουμε εισοδηματική κινητικότητα επαρκή για να ικανοποιηθούν οι συνιστώσες της αναδυόμενης προοδευτικής συμμαχίας. Επιπλέον τις τελευταίες δεκαετίες οι σοσιαλδημοκράτες συνδέθηκαν με την αργή και άνισα κατανεμημένη οικονομική ανάπτυξη και τις φτωχές επιδόσεις στον τομέα της απασχόλησης, καθώς επέλεξαν να συγκεντρωθούν στην υπεράσπιση των «κεκτημένων» προνομίων και στην προστασία της ακαμψίας στην αγορά εργασίας.

.

.

Αλλά πώς να επιτευχθούν παρόμοιο ρυθμοί ανάπτυξης; Πού ευρίσκεται κρυμμένο αυτό τοπροοδευτικό μοντέλο ανάπτυξης που θα μπορούσε να παράσχει παρόμοιες επιδόσεις; Δεν υπάρχει πιο σημαντικός τομέας όπου οι σοσιαλδημοκράτες να χρειάζεται σήμερα να αποσαφηνίσουν τις θέσεις τους από εκείνον της ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα η ίδια η μοίρα των σοσιαλδημοκρατών όσον αφορά την πολιτική και τις πολιτικές τους, εξαρτάται από αυτό.

.

.

Κατ’ αρχήν, το νέο σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο χρειάζεται να θεμελιωθεί στην απόρριψη της λιτότητας. Πέραν των βραχυχρόνιων συμβιβασμών που είναι αναγκαίοι προκειμένου να μη βουλιάξουν ορισμένες χώρες στην τρέχουσα νομισματική κρίση, η λιτότητα δεν είναι -και δεν μπορεί να γίνει- η προοδευτική αναπτυξιακή στρατηγική (μάλιστα τα δεδομένα ενισχύουν τη θέση πως δεν είναι ούτε καν συντηρητική αναπτυξιακή πολιτική!) Οι σοσιαλδημοκράτες πρέπει να είναι σαφείς ως προς αυτό και να προτείνουν με καθαρότητα μια καλά προσδιορισμένη εναλλακτική πρόταση.

.

.

Αυτή η εναλλακτική λύση οφείλει να αναδείξει την ανάγκη για μια συντονισμένη αναπτυξιακή στρατηγική πέραν των κρατικών συνόρων. Στην Ευρώπη, αυτή αρχίζει από την οικονομική ενοποίησή της, συμπεριλαμβανομένης τουλάχιστο της δημιουργίας των ευρωομολόγων, ώστε να εξουδετερωθεί η επέκταση της κρίσης και η αστάθεια που κλυδωνίζει τόσο πολλά ευρωπαϊκά κράτη. Πέραν τούτου, είναι απαραίτητη η εγκαθίδρυση ενός νέου οικονομικού καθεστώτος που να προασπίζει τις μεμονωμένες χώρες αλλά και την παγκόσμια οικονομία από τις ανεξέλεγκτες ροές του χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Αλλιώς, η ανάπτυξη θα ανακοπεί πριν καν καλά-καλά ξεκινήσει.

.

.

Δεύτερον, οι σοσιαλδημοκράτες οφείλουν να αναπτύξουν εγχώρια οικονομικά σχέδια που δεν θα περιλαμβάνουν απλά στόχους για περικοπές στα δημοσιονομική ελλείμματα (σύμφωνα με την τρέχουσα προσέγγιση) αλλά και τους μηχανισμούς που θα μπορούσαν πραγματικά να πυροδοτήσουν μια νέα αναπτυξιακή πορεία. Επί παραδείγματι, οι χώρες που θα κληθούν να αναδιαρθρώσουν το κράτος-πρόνοιας τους και να μεταρρυθμίσουν τις αγορές εργασίας τους, δεν μπορεί απλά να κόβουν δαπάνες και να απελευθερώνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα. Αυτές μπορεί να είναι αναγκαίες συνθήκες, αλλά πολύ απέχουν από το να είναι ικανές. Αντιθέτως, παρόμοιες μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να συνδυάζονται από επενδύσεις και πολιτικές που θα εξοπλίζουν τις επιχειρήσεις για το μέλλον και θα εξασφαλίζουν την πλήρη απασχόληση, ιδίως για τις βαριά πληττόμενες νέες γενιές και τους άλλους εκτοπισμένους από την αγορά εργασίας. Το κράτος όχι μόνο δεν καλείται να παίξει μειωμένο ρόλο, αλλά θα πρέπει να πρωταγωνιστεί, αναβαθμίζοντας το επίπεδο εκπαίδευσης, διοχετεύοντας πόρους προς τις τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, επιβάλλοντας διευθετήσεις στην αγορά εργασίας που συναρμόζουν τους ανθρώπους με τις θέσεις απασχόλησης καθώς οι συνθήκες αλλάζουν και παρέχοντας πακέτα εξυπνότερα σχεδιασμένων και αποτελεσματικότερα παραδοτέων κοινωνικών παροχών. Αν εφαρμοζόταν σε μια σειρά από χώρες μια τέτοια προσέγγιση, θα μπορούσε να οδηγήσει πολύ ασφαλέστερα στην εποχή της ισχυρής ανάπτυξης από ότι οι απλές περικοπές των δαπανών.

.

.

Τo πρόβλημα της κομματικής συγκρότησης

.

.

Τέλος, οι σοσιαλδημοκράτες καλούνται να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της οργανωτικής τους συγκρότησης: είναι καταφανές πως η σημερινή κομματική δομή είναι εντελώς ακατάλληλη να λειτουργήσει ως όχημα ενός κινήματος που θέλει να εκφράσει τη σύγχρονη κεντροαριστερά. Οι σοσιαλδημοκράτες δεν εκσυγχρόνισαν τα κόμματά τους, ενώ οι κοινωνίες τους γίνονταν αγνώριστες από κατά κύματα δημογραφικές και δομικές αλλαγές. Η έλξη που νιώθουν πολλοί για τα καινοφανή ηθικά ή προοδευτικά κινήματα οφείλεται στο ότι είναι πολύ λιγότερο ιεραρχικά από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Αυτή η τάση βρήκε τη λογική της έκφραση στην εμφάνιση των υπερ-δημοκρατικών «πειρατών» που η επιτυχία τους ας μην υποτιμάται. Αναφέρονται σε δημοκρατικά αιτήματα που είναι πολύ πραγματικά, ιδίως στους νέους.

.

.

Το πολιτικό κίνημα του «τρίτου δρόμου» που έχει αφήσει το ίχνος του στα υφιστάμενα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, υπήρξε πολύ διαφορετικό: οι εκφάνσεις του ήταν διαρθρωμένες γύρω από πολύ στενά διοικητικά και ελεγκτικά κέντρα. Διέθεταν ισχυρά κέντρα αποφάσεων και άκαμπτη ελεγκτική δομή. Οι πολιτικές πρωτοβουλίες και η επικοινωνιακή τους διαχείριση ακολουθούσαν εικοσιτετράωρο κύκλο και ήταν έντονα συγκεντρωτικές ως προς τον έλεγχο και την επικοινωνία τους. Ο εσωκομματικός διάλογος αποθαρρυνόταν καθώς θεωρούνταν πως «συσκότιζε το μήνυμα» του κόμματος και έδινε στους πολιτικούς αντιπάλους την ευκαιρία να εμφανίζουν ως διχασμένους τους προοδευτικούς.

.

.

Αλλά η έλευση των νέων κοινωνικών δικτύων και της μπλογκόσφαιρας καθιστά ανέφικτη τη συνέχιση ενός παρόμοιου ελέγχου. Παράλληλα, τα μέλη και οι οπαδοί των κομμάτων είναι σήμερα πολύ λιγότερο υποτακτικοί απέναντι στους κομματικούς αξιωματούχους και τους πολιτικούς, και φιλοδοξούν να παίζουν πολύ ενεργότερο ρόλο στην πολιτική διαδικασία. Ο συνδυασμός αυτών των τάσεων απαιτεί μια νέα κομματική και εξωκομματική δομή, που να ευνοεί την πολιτική ενοποίηση του κινήματος, να διαχέει ευρύτερα τα μηνύματα και να οργανώνει την υποστήριξη των οπαδών πιο αποτελεσματικά, στο επίπεδο της βάσης. Τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ας μην αυταπατώνται πως για να τα πετύχουν αυτά αρκεί να εισαγάγουν τις τεχνικές που αξιοποιήθηκαν σε άλλες χώρες -όπως π.χ. την προεκλογική καμπάνια του Ομπάμα (Obama) του 2008. Το κλειδί βρίσκεται στην οικοδόμηση πιο δημοκρατικών πολιτικών υποδομών γύρω από τις τεχνολογίες αυτές, σε συνδυασμό με την ανοικτή σχέση μεταξύ αυτών των υποδομών και του προοδευτικού ακροατηρίου. Κοντολογίς, ήρθε η ώρα να τονισθεί το δεύτερο συνθετικό του όρου «σοσιαλδημοκρατία».

.

.

Οι σοσιαλδημοκράτες έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν θετικά στην τριπλή αυτή πρόκληση (τη «συμμαχική», την «ταυτολογική» και την «οργανωτική») αλλά μόνο αν προσηλωθούν σε αυτά τα τρία ζητήματα. Είναι όμως πάντοτε μεγάλος ο πειρασμός να διαφοροποιούν τα στοιχήματά τους -και να προσπαθούν να αξιοποιούν όποιο πρόβλημα τους παρουσιάζει η συγκυρία. Αυτό είναι μεν κατανοητό, αλλά εντέλει αποτελεί τον οδικό χάρτη προς την αποτυχία. Τώρα είναι η ώρα της επιλογής.

.


.

Οι Matt Browne και Ruy Teixeira είναι πολιτικοί επιστήμονες

.

 

.

Το άρθρο αυτό είναι αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα Προοδευτική Πολιτική