Οδηγός Μπορέλ προς ναυτιλλομένους...

Λάρκος Λάρκου 27 Δεκ 2020

Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την Εξωτερική Πολιτική Ζοσέπ Μπορέλ διεύρυνε τη συζήτηση γύρω από τις ευρωτουρκικές σχέσεις- κατ? ακρίβεια διεύρυνε και τις αντιλήψεις  σχετικά με τους τρόπους αντιμετώπισης της ανοικτής πληγής του κυπριακού. Στις 18/12 στο προσωπικό του ιστολόγιο κατέγραψε εμπειρίες, σκέψεις και συμπεράσματα. Αφού υπογραμμίζει ότι θεωρεί «επιτακτική ανάγκη την γρήγορη επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για διευθέτηση του Κυπριακού και την άμεση έναρξη διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας», καταθέτει την βασική του προσέγγιση στις ευρωτουρκικές σχέσεις: «Όπως είπα, μια ισχυρή σχέση συνεργασίας με την Τουρκία θα αποτελούσε σημαντική συμβολή στην ευρωπαϊκή σταθερότητα. Ομοίως, θα είναι δύσκολο για την Τουρκία να βρει έναν καλύτερο εταίρο από την ΕΕ. Οι οικονομίες μας είναι συνδεδεμένες, η ΕΕ είναι μακράν ο πρώτος εταίρος εισαγωγών και εξαγωγών της Τουρκίας, καθώς και πηγή επενδύσεων. Οι εξαγωγές αγαθών της ΕΕ προς την Τουρκία το 2019 ανήλθαν σε 68 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές από την Τουρκία ήταν 70 δισ. ευρώ, και έτσι είναι και οι κοινωνίες μας, με πολλούς πολίτες να ζουν, να εργάζονται και να ταξιδεύουν πέρα από τα σύνορά μας». Επιπρόσθετα ο Ζ. Μπορέλ θεωρεί ότι «η διοχέτευση και των δύο θεμάτων (Κύπρος -Αιγαίο) μέσω κατάλληλων διπλωματικών και τεχνικών διαδικασιών, είναι απαραίτητη για τη δημιουργία χώρου για μια υγιή σχέση ΕΕ-Τουρκίας. Αυτά είναι ζητήματα που δεν μπορούν πλέον να αναβληθούν. Πρέπει να επιστρέψουμε την ενέργεια στις συνομιλίες μας μεταξύ μας, όχι μιλώντας ο ένας για τον άλλον». (ΚΥΠΕ, 18/12).

Η ερμηνεία των δηλώσεων Μπορέλ δείχνει πως η διαμόρφωση μιας διαφορετικής στρατηγικής για τη Λευκωσία είναι αναγκαία.

1.  Εδώ και δεκαετίες οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας έχουν δημιουργήσει ένα εκτεταμένο πεδίο αλληλοεξάρτησης και αμοιβαίων επιρροών- εξαγωγές, εισαγωγές, 68, συν 70 δισ. Οι σχέσεις αναβαθμίστηκαν με την συμφωνία για την ΤΕ (1996) και την συμφωνία για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών (2005). Και τα δύο κείμενα ψηφίστηκαν από όλα τα κράτη- μέλη, τα 15 κράτη-μέλη το 1996 και τα 25 το 2005.

 

2.   Εξαιτίας  της διαμόρφωσης ενός εκτεταμένου πεδίου κοινών συμφερόντων ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία,  η Ελλάδα με πρωθυπουργό τον Κ. Σημίτη, αξιοποιούσε την κάθε φορά επιθυμία των εταίρων της για πρόοδο στη σχέση αυτή, ώστε να επιτύχει την επίλυση ευρωπαϊκών προβλημάτων που εκκρεμούσαν επί δεκαετίες-κυπριακό, Χάγη για Αιγαίο. Επετεύχθη η ένταξη της νήσου στην ΕΕ. Στην Κύπρο οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η ένταξη έγινε επειδή ήταν κάτι «νομοτελειακό». Γι? αυτό και λίγοι κατενόησαν το γεγονός πως αν η Αθήνα δεν έπαιζε μπάλα όταν οι ελέφαντες (ΕΕ-Τουρκία) προωθούσαν τις σχέσεις τους, η Κύπρος θα ήταν ακόμα υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ μαζί με την Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας.

 

3.  Αποτελεσματική πολιτική είναι η ρεαλιστική ανάγνωση της περιβάλλουσας πραγματικότητας, ώστε αυτή να οδηγεί στην αλλαγή και την πρόοδο. Τίποτε δεν θα επιτύχεις αν ξεκινάς από τη θέση ότι «εγώ έχω πάντα δίκαιο, συνεπώς η άλλη πλευρά να κάνει ότι εγώ θέλω, ίσως και να γονατίσει και να πει συγνώμη για την εισβολή». Μια άλλη, δημιουργική προσέγγιση των πραγμάτων σημαίνει ορθολογική οριοθέτηση των στόχων σου, αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που διαθέτεις, συνομιλίες και στο τέλος αποδοχή ενός πολιτικού συμβιβασμού που ενσωματώνει το διαπραγματευτικά μέγιστο δυνατό.

 

4.  Η απουσία των πιο πάνω σημείων από την πολιτική σκέψη στη Λευκωσία οδηγεί στο φόβο της αλλαγής, στην αναβλητικότητα και εν τέλει στον απομονωτισμό. Οι συνομιλίες χρειάζονται διαρκώς μεσολαβητές και απεσταλμένοι (μέχρι τώρα έπαιξαν αυτό το ρόλο αυτό έξι ΓΓ του ΟΗΕ και 28 απεσταλμένοι του, συν 2 από από ΕΕ/Σερζ Αμπού, Βαν Νούφελ). Μια διαφορετική ανάγνωση των δεδομένων δείχνει ότι ένα μεγάλο μέρος της διαπραγμάτευσης αφορά δράσεις που συνδέονται αποκλειστικά με τους κύπριους παίκτες και τη θέλησή τους να ανοίξουν το παιχνίδι στα σύγχρονα ρεύματα. Τα κείμενα βέβαια είναι σημαντικά, αλλά εξίσου σημαντικά είναι και τα έργα που θρυμματίζουν τις προκαταλήψεις  και κτίζουν την ολοένα και περισσότερη εμπιστοσύνη ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Όπως λ.χ. η ταυτόχρονη παρουσία των ηγετών σε εκδηλώσεις στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας και στο Σανταλάρι. Ή σε κοινή επίσκεψη στον Απ. Ανδρέα και την παλιά πόλη της Αμμοχώστου για να τιμήσουν με την παρουσία τους το σημαντικό έργο που παράγει κάθε μέρα η Δικοινοτική, Τεχνική Επιτροπή για τη Διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς με επικεφαλής τον Τ. Χατζηδημητρίου και τον Αλί Τουντζάι. 

 

5.  Η θέση Μπορέλ ότι η «διοχέτευση και των δύο θεμάτων (Κύπρος -Αιγαίο) μέσω κατάλληλων διπλωματικών και τεχνικών διαδικασιών, είναι απαραίτητη για τη δημιουργία χώρου για μια υγιή σχέση ΕΕ-Τουρκίας», δείχνει:

 

Πρώτο, την αλληλεξάρτηση των ζητημάτων σε μια γειτονιά που η μια εκκρεμότητα επηρεάζει την άλλη,

Δεύτερο, την ανάγκη οι τριγωνικές αυτές σχέσεις να αξιοποιούν τα κατάλληλα διπλωματικά μέσα (Πλαίσιο Γκουτέρες για κυπριακό, ΔΔ Χάγης για Αιγαίο) για να θέτουν μέσα από τις διπλωματικές διαδικασίες τις λύσεις στην πρώτη γραμμή, και,

Τρίτο, η ομπρέλα της ΕΕ αποτελεί τον απαραίτητο μηχανισμό για να κτιστούν επωφελείς για όλους τους παίκτες ισορροπίες συμφερόντων. Μια ώριμη διαπίστωση από έναν παράγοντα που «εκπαιδεύεται» επί του εδάφους και επιθυμεί να δει πρόοδο εφ? όλης της ύλης, δείχνοντας σε όσους προσέχουν τα ουσιώδη, κατευθύνσεις και μεθόδους.