Η ελληνική κρίση και η Ευρώπη

Αθανάσιος Θεοδωράκης 02 Ιαν 2017

Οταν οι δομές και οι όροι λειτουργίας των οικονομιών διαφέρουν σημαντικά, τότε παρατηρούνται αποκλίσεις, εξαρτήσεις και προσαρμογές. Αυτά ισχύουν για όλες τις οικονομίες και φυσικά και γι αυτές της ΕΕ. Οι διεθνείς εξελίξεις και κυρίως οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι φάσεις της παγκοσμιοποίησης επηρεάζουν τα γεγονότα, προκαλούν αλλαγές και θέτουν νέα διλήμματα.

Αν θεωρήσουμε την ΕΕ ως προσπάθεια περιφερειακής ολοκλήρωσης στα πλαίσια της εξελισσόμενης παγκοσμιοποίησης, θα δούμε ότι οι αποκλίσεις των εθνικών οικονομιών ήταν πάντα εγγενής  αδυναμία. Ο βιομηχανικός ευρωπαϊκός βορράς παρουσιάζει πλεονάσματα και ο φτωχός ευρωπαΪκός Νότος έχει ελλείμματα. Αυτό ισχύει διαχρονικά, καλύπτει το εμπόριο, τη βιομηχανία, τις εισαγωγές, κλπ, οι ιστορικές αναλύσεις και η ερμηνεία των στοιχείων είναι αρκούντως πειστικά. Ο οικονομολόγος Ερνεστ Μάντελ παρουσίασε τις σχετικές κριτικές αναλύσεις του, με αφορμή την οικονομική κρίση του 1974-75, έγκαιρα και η σημερινή επανάληψη πλεονασμάτων και ελλειμμάτων εντός της ευρωζώνης δεν είναι κάτι το καινούργιο (Ερνεστ Μάντελ, «Η τελευταία οικονομική κρίση», εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1980). Οι αναλύσεις του καθηγητή Ανδρέα Παπανδρέου είχαν επίσης εστιάσει από την εποχή του 1970 σε αντίστοιχες θέσεις.

Η διεθνής κατάσταση σήμερα είναι βεβαίως διαφορετική και το νέο στοιχείο στην ΕΕ είναι κυρίως το ευρώ. Το 1974, μετά το σοκ της  κρίσης του πετρελαίου, υπήρχαν τα εθνικά νομίσματα και ο γνωστός μηχανισμός των ελεγχόμενων νομισματικών ισοτιμιών («νομισματικό φίδι»). Σήμερα η υπαρκτή αντίθεση Βορρά-Νότου είναι περισσότερο ετεροβαρής, αφούν έχουν εκλείψει τα εθνικά νομισματικά εργαλεία. Πέρα από τις θεωρίες, νεοφιλελεύθερη ή μαρξίζουσα, η σκληρή πραγματικότητα θέτει το καίριο ερώτημα:

Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί και πρωτίστως να αλλάξει η σημερινή κατάσταση, αφού η διαιώνισή της ενέχει κινδύνους τόσο για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, όσο και για το ίδιο το ευρωπαϊκό εγεχείρημα, την ίδια την ευρωπαϊκή δημοκρατία;

Η δημιουργία του ευρώ δεν συνοδεύτηκε από οικονομική σύγκλιση και πολιτική ενοποίηση κι έτσι όχι μόνο δεν έλυσε τα προβλήματα, αλλά δημιουργεί νέες εσωτερικές εξαρτήσεις. Ενίσχυσε όμως περισσότερο την ήδη υπάρχουσα χάρη στην ενιαία αγορά οικονομική αλληλοδιείσδυση και αλληλεξάρτηση των χωρών-μελών της ΕΕ. Κι αυτό δημιουργεί δομές αγοράς που ισχυροποιούν την ευρωπαϊκή ενοποίηση, απέναντι σε διεθνείς κρίσεις, όπως είχε επισημάνει ο Ερ. Μάντελ. Ο ατελής και ισχνός κοινοτικός προϋπολογισμός δεν λύνει επίσης το πρόβλημα, αφού η μεταφορά πόρων και η οικονομική σύγκλιση είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η τραπεζική ένωση είναι τεχνικού χαρακτήρα και δεν δίνει απάντηση στα διαρθωτικά προβλήματα των εθνικών οικονομιών.

Τί μένει λοιπόν; Ισως ο ισχυρός πολιτικός βολονταρισμός, με ένα άλμα προς την πολιτική ενοποίηση της ευρωζώνης, με κοινή πολιτική διακυβέρνηση, κοινή άμυνα και ασφάλεια, λόγω των τεραστίων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες (οικονομική καθίζηση λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού, προσφυγικό, τρομοκρατία, δίκτυα εγκλήματος, κλπ).

Οι πολιτικές τάσεις όμως είναι προς το παρόν αντίθετες, οι άνεμοι δεν είναι ούριοι. Οι φωνές υπέρ της εθνικής αναδίπλωσης ενισχύονται, ο υφέρπων λαϊκισμός θεριεύει, η Ευρώπη ταυτίζεται στα μάτια πολλών πολιτών, λόγω της ανυπαρξίας δημοσίων πολιτικών (μεταναστευτικό, ασφάλεια, λιτότητα, ανισότητες) με καράβι χωρίς καπετάνιο και με χώρο οικονομικά ελεγχόμενο από τους ισχυρούς, κυρίως την Γερμανία, που διασφαλίζουν τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους με ευρωπαϊκό προσωπείο. Είναι φανερό ότι έτσι όπως πάμε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν θα αντέξει για πολύ. Είτε λόγω νέων στρατηγικών αλλαγών στις ΗΠΑ, είτε λόγω ανεξέλεγκτων καταστάσεων (προσφυγικό), είτε ακόμα λόγω της τρομερής δυναμικής της παγκοσμιοποίσης, η Ευρώπη που γνωρίσαμε δεν ανταποκρίνεται στα μηνύματα των καιρών. Θα κληθεί όμως από την Ιστορία να αποφασίσει, να επιλέξει, να προτείνει. Μέχρι τώρα κωφεύει, δεν παραδέχεται ότι όλα άλλαξαν δραματικά, νομίζει ότι κερδίζει χρόνο, δρα γραφειοκρατικά, με το ίδιο ξεπερασμένο discours, σε εποχή μια ραγδαίων κοινωνικών αλλαγών.

Η ελληνική κρίση και δεν αναφέρομαι μόνο στην οικονομική της διάσταση, ανέδειξε έντονα τις νέες πολύπλοκες ευρωπαϊκές προκλήσεις: αντιφατικές σχέσεις συγκυρίαρχων κρατών, υποχώρηση των αρχών εμπιστοσύνης και αλληλεγγύης, ανύπαρκτοι μηχανισμοί προστασίας των εσωτερικών αλλά και εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, ασαφείς ρόλοι των θεσμικών οργάνων, υποχώρηση της δημοκρατίας. Η Ευρώπη βοήθησε σημαντικά και ουσιαστικά την Ελλάδα, αλλά ενώπιον του αδιεξόδου χρειάζονται νέες προσεγγίσεις. Οπως επισημαίνει και τεκμηριώνει ο καθηγητής Κ. Βεργόπουλος οι ευθύνες ανήκουν σε όλους, (http://www.efsyn.gr/arthro/i-hameni-eptaetia). Το ελληνικό χρέος αυξήθηκε υπερβολικά λόγω συνεχών δανείων και μείωσης του ΑΕΠ κι αυτό πρέπει να αντιμετωπισθεί στην πράξη κι όχι με ευχολόγια ή αόριστες υποσχέσεις (περί σχετικών προτάσεων, βλ.  http://bit.ly/2hYFa4F). Οπως σημειώνει ο Δ. Καλουδιώτης «αν από πολλούς συγγραφείς -αναλυτές (πχ. Μαζάουερ αλλά και Καλύβας)  θεωρείται ότι η Ελλάδα υφίσταται -προδιαγράφει εξελίξεις που αφορούν τον αναπτυγμένο κόσμο, ως σύνολο» (http://bit.ly/2hE0wWj) τότε πρέπει να αναρωτηθούμε αν μπορεί η κρίση αυτή να αξιοποιηθεί και να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα για όλους κια κυρίως την ΕΕ; Μπορούν αυτά να αποτελέσουν έναυσμα και βάση ειλικρινούς διαλόγου; Ποιός μπορεί να  πάρει την πρωτοβουλία για κάτι τέτοιο;

-Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως το πλέον δημοκρατικό και θεσμικά ανεξάρτητο όργανο της ΕΕ;

-Η Ελλάδα, παρουσιάζοντας πέρα από οικονομικά αιτήματα και εθνικές αιτιάσεις, μια τεκμηριωμένη σύνθεση των δραματικών βιωμάτων της και επεξεργασμένες προτάσεις για το μέλλον, με κύριο θέμα «Η Ευρώπη στη νέα εποχή;»

Στελέχη και επιστήμονες έχουμε, δεξαμενές σκέψης υπάρχουν, εμπειρία διαθέτουμε, τα στοιχεία είναι δεδομένα, θέληση όμως  υπάρχει; Μπορεί η Βουλή των Ελλήνων, με τη βοήθεια του Υπουργείου Εξωτερικών,  να αναλάβει ένα τέτοιο εγχείρημα υπέρβασης, να παρουσιάσει γενικά συμπεράσματα, να αναδείξει τις δυσλειτουργίες της ευρωπαϊκής πολιτικής στη διάρκεια της κρίσης και να θέσει μέσα από ένα εμπεριστατωμένο ελληνικό Υπόμνημα τα γενικά ερωτήματα που αφορούν τις μεγάλες προκλήσεις της Ευρώπης;