Αναζητώντας το χαμένο αυτονόητο

Γεώργιος Γεωργακόπουλος 06 Νοε 2019

Τεράστια ενέργεια καταναλώθηκε το τελευταίο διάστημα στα κοινωνικά δίκτυα και στα ΜΜΕ με το θέμα των δεσποινίδων της Νέας Φιλαδέλφειας. Επανήλθε με ορμή το εθνικό μας σπορ. Πιαστήκαμε από ένα κατ’ουσίαν ασήμαντο γεγονός για να εκφράσουμε τις πιο αλλόκοτες προσεγγίσεις, αδιαφορώντας βεβαίως ως συνήθως για τη μεγάλη εικόνα. Απομονώσαμε το συμβάν από το πλαίσιο του, αφήσαμε στην άκρη το βασικό ερώτημα, τι γιορτάζουμε και για ποιο λόγο, και ξεκινήσαμε χαρωπά ο καθένας και η άποψή του, ο καθένας και το τσιτάτο του. Αδιαφορήσαμε παντελώς για το γεγονός ότι οι εθνικοί επέτειοι υπάρχουν για να τιμούμε τους νεκρούς μας, ότι έχουν νόημα ως ευκαιρίες παραγωγής/αναπαραγωγής εθνικής ενότητας, αναστοχασμού και πατριωτικής μνήμης, ότι το γεγονός έλαβε χώρα σε αυτό το πλαίσιο και ότι σε αυτό θα έπρεπε να το ερμηνεύσουμε.  Πήγαμε κατ’ ευθείαν στο ψητό. Περιορίσαμε το ζητούμενο της συζήτησης στο ελάχιστο αλλά αυξήσαμε τις ερμηνείες στο μέγιστο. Απογυμνωμένο το συμβάν έδωσε τη δυνατότητα να του αποδοθούν χαρακτηριστικά τα οποία καταφανώς δεν είχε όπως  ‘’ένα αυθεντικό ανατρεπτικό δρώμενο’’, ή ‘’ένα ηχηρό ράπισμα στο αποκρουστικό πρόσωπο του νεοελληνικού συντηρητισμού’’. Μια ατελείωτη παραφιλολογία και ένας πληθωρισμός νοήματος σε ένα έντονα διχαστικό υπόβαθρο μέχρι την επόμενη παρέλαση.

Ή με εμάς ή με τους άλλους

Όλο το ζητούμενο ήταν να πεις εάν είσαι υπέρ ή κατά. Όλη η ιστορία ήταν να μπεις αναγκαστικά σε ένα κουτί και να μην χαλάσεις το υπόβαθρο μιας δήθεν ιδεολογικής αντιπαράθεσης η οποία εξαντλείται κατ’ουσίαν  στο ‘’ή με μας ή αναγκαστικά με τους άλλους’’.

Καμία δυνατότητα να εκφράσεις μια ποιο σύνθετη άποψη. Να δεις εάν το χάπενινγκ αμφισβήτησε κάτι και τι ακριβώς, αν πρόκειται πράγματι για ένα σημαντικό γεγονός ή για κάτι εντελώς εφήμερο, εάν έχει βάθος ή είναι τελείως ρηχό.

Θέλουμε τα πράγματα να είναι ‘’απλά’’. Να αρκεί ένα ναι ή ένα όχι. Να μπορούμε εύκολα να αποδίδουμε δωρεάν προσωπικούς χαρακτηρισμούς που τόσο λατρεύουμε, αντί να συζητάμε τα ίδια τα επιχειρήματα. Οτιδήποτε άλλο μας μπερδεύει.

Έτσι εάν είσαι υπέρ το θέμα είναι απλό, είσαι λεβέντης για τους μεν και βέβηλος για τους δε και αντιστρόφως.

Αν όμως πεις ότι δεν είναι και τόσο δημοκρατικό ο καθένας να παρεισφρύει αυθαίρετα σε μια παρέλαση, ότι οι κανόνες υπάρχουν για να γίνονται σεβαστοί και ότι αν θέλουμε να τους αλλάξουμε αυτό μπορεί να γίνει μόνο στο πλαίσιο των κανόνων της δημοκρατίας τα πράγματα δυσκολεύουν χωρίς να αποφεύγεις όμως τον κίνδυνο να χαρακτηριστείς οπισθοδρομικός, κομφορμιστής,  συντηρητικός… από τον σκληρό πυρήνα των μεν και λεβέντης από ένα κομμάτι των δε.

Αν προσθέσεις ότι το τελετουργικό που έχουμε ίσως δεν εξυπηρετεί το σκοπό του, ότι ενδέχεται να είναι αποστεωμένο, ότι πολλές φορές οι δηλώσεις των επισήμων αναπαράγονται με ξύλινο τρόπο, ότι δεν τιμά την επέτειο όταν τοπικοί άρχοντες παρακολουθούν την παρέλαση πάνω σε καφάσια, ότι καλό θα ήταν να συζητήσουμε με νηφάλιο τρόπο εάν  μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο, να αλλάξουμε κάτι, το πιο πιθανό είναι να βρεθείς αντιμέτωπος με μια πλήρη άρνηση και να χαρακτηριστείς ως βλαμμένος και από τους μεν και από τους δε.

Όλοι σε αυτή τη χώρα θέλουμε την αλλαγή αλλά κανένας δεν δέχεται να αλλάξει ο ίδιος.

Θεσμική παραλυσία και κανόνες αλά καρτ

Ένα άλλο πράγμα που διέφυγε της συζήτησης είναι ο ρόλος των κανόνων. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις την ευκολία με την οποία παραβιάζονται οι κανόνες σε αυτή τη χώρα και ακόμη εντυπωσιακότερο τα παιδαριώδη επιχειρήματα που εφευρίσκουμε κάθε φορά για να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση βαφτίσαμε τη μπούκα στη παρέλαση καλλιτεχνικό δρώμενο που εξ αυτής της ιδιότητας και μόνο αντλεί το δικαίωμα να αμφισβητήσει τον κανόνα. Όταν βέβαια ένα άλλο καλλιτεχνικό δρώμενο με άλλη ιδεολογική χροιά κάνει το ίδιο τότε θα θυμηθούμε και πάλι ότι έχουμε χρέος να προστατεύουμε τους κανόνες της δημοκρατίας.

Το ίδιο συμβαίνει σε πάμπολλες άλλες περιπτώσεις. Οι θεριακλήδες επικαλούνται το δικαίωμά τους να καπνίζουν όπου γουστάρουν γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια τον αντικαπνιστικό νόμο και τους μη καπνίζοντες, οι οδηγοί θεωρούν ότι μπορούν να παρκάρουν όπου τους βολεύει, διάφοροι άλλοι λεβέντες ότι μπορούν να μπουκάρουν στα πανεπιστήμια και να χτίζουν καθηγητές και πάει λέγοντας.

Είναι εντυπωσιακό επίσης να βλέπεις την αδυναμία των θεσμών να δράσουν έναντι όλων αυτών των φαινομένων. Έχεις την αίσθηση ότι οι θεσμοί δεν βρίσκονται εδώ για να επιβάλουν τους κανόνες και να γίνεται υποφερτή η κοινωνική συμβίωση. Βρίσκονται εδώ απλώς για να παρακολουθούν μικρές ή μεγάλες ομάδες να ορίζουν οι ίδιες πότε ισχύουν οι κανόνες και πότε όχι, τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι δίκαιο και τι όχι και να το επιβάλλουν στους άλλους.

Ο δημόσιος λόγος του ασήμαντου

Όλες αυτές οι πρακτικές καταδεικνύουν με ξεκάθαρο τρόπο το περιεχόμενο και τον τρόπο δόμησης του δημόσιου λόγου στη χώρα μας. Είναι αυτό που λέμε ‘’ακριβοί στα πίτουρα και φθηνοί στ’ αλεύρι’’. Παγίδευση του δημόσιου λόγου σε ψευτοδιλήμματα. Αφού βάλουμε στην άκρη τα μεγάλα και σημαντικά, ξεκινάμε την παραγωγή μιας πλημμυρίδας νοήματος για τα μικρά και ασήμαντα και καταλήγουμε να μην γνωρίζουμε στο τέλος για ποιο πράγμα μιλάμε, τι ακριβώς θέλουμε να πούμε, γιατί είναι σημαντικό αυτό που λέμε, και ποιο είναι το συμπέρασμα εν τέλει.

Πάρτε για παράδειγμα το χώρο της εκπαίδευσης, χρόνια τώρα οι πολιτικές παρεμβάσεις  εξαντλούνται σε μικροδιευθετήσεις χωρίς να αλλάζει το τοπίο (υπάρχουν και φωτεινές εξαιρέσεις π.χ. μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου). Όλοι γνωρίζουμε ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα έχει τεράστια προβλήματα, παπαγαλία που καλά κρατεί, χαώδες κενό μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, παντελώς απαξιωμένη τεχνική εκπαίδευση, ανυπαρξία αξιολόγησης, αιώνιοι φοιτητές, άσυλο κλπ.

Παρ’όλα αυτά δεν βλέπεις καλλιτεχνικά δρώμενα να αμφισβητούν το παραμικρό, να διαμαρτύρονται για την ποιότητα των σπουδών. Όλη η έμπνευση εξαντλείται στο άσυλο και στις καταλήψεις με πλούσια όμως ιδεολογική σκηνοθεσία.

Καλά τα τσιτάτα του στυλ ‘’η νεολαία είναι εδώ για να αμφισβητεί’’ αλλά δεν αρκούν. Πρέπει να δούμε εάν όντως αμφισβητεί κάτι και τι είναι αυτό, εάν όντως προτείνει κάτι νέο που μπορεί να στεριώσει στο χρόνο ή αν απλώς αναπαράγει ένα τελετουργικό ακτιβισμό.