Βρίσκονται οι ΗΠΑ στο χείλος εμφύλιου πολέμου;

Θόδωρος Τσίκας/ Μαρωβήτα Νικολαΐδου 19 Σεπ 2025

Στη δημόσια συζήτηση ο όρος "εμφύλιος πόλεμος" χρησιμοποιείται συχνά με ευκολία, όμως κάθε μορφή πολιτικής βίας ή κάθε τραγικό γεγονός δεν είναι προάγγελος εσωτερικής σύγκρουσης. Ένας εμφύλιος πόλεμος, σύμφωνα με τους κορυφαίους μελετητές, είναι μια κρατική ένοπλη σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και οργανωμένης εσωτερικής αντιπολίτευσης που οδηγεί σε τουλάχιστον 1.000 θανάτους σε πεδία μαχών.

Αυτό το όριο των θυμάτων είναι κρίσιμο: είναι αυτό που διαχωρίζει τον εμφύλιο πόλεμο από άλλες μορφές πολιτικής βίας, όπως η τρομοκρατία ή οι μεμονωμένες επιθέσεις. Επιπλέον, για να μιλήσουμε για εμφύλιο πόλεμο, πρέπει να υπάρχουν απώλειες και από τις δύο πλευρές της σύγκρουσης. Διαφορετικά, πρόκειται για μονόπλευρη βία, που στην ακραία της εκδοχή μπορεί να εξελιχθεί σε γενοκτονία.

Επίσης, ο εμφύλιος πόλεμος προϋποθέτει ένα θεμελιώδες πολιτικό διακύβευμα: μια ασυμβατότητα σχετικά με την εξουσία ή την επικράτεια μεταξύ κυβέρνησης και ομάδας οργανωμένης αντιπολίτευσης.

Χωρίς τα παραπάνω χαρακτηριστικά μιλάμε απλώς για πολιτική βία – φαινόμενο που, όπως γνωρίζουμε, είναι διαχρονικό στην αμερικανική Ιστορία. Ακόμη και συγκλονιστικά γεγονότα, όπως η δολοφονία του Charlie Kirk , όσο δραματικά κι αν είναι, δεν επαρκούν από μόνα τους για να μιλήσουμε για εμφύλιο πόλεμο.

Τι πυροδοτεί έναν εμφύλιο πόλεμο;

Παρά τη διάχυτη εντύπωση ότι η πολιτική πόλωση ή η ιδεολογική αντιπαράθεση αποτελούν τους βασικούς καταλύτες ενός εμφυλίου, η έρευνα δείχνει ότι χρειάζεται να ισχύουν κάποιες από τις εξής προϋποθέσεις και δομικές αδυναμίες: χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αδύναμη ή ανίσχυρη κεντρική κυβέρνηση, ύπαρξη ασφαλών καταφυγίων –όπως ορεινές ή δυσπρόσιτες περιοχές όπου μπορούν να επιχειρούν αντάρτες– και πρόσβαση σε εκμεταλλεύσιμους φυσικούς πόρους.

Συχνά απαιτείται και ένας κύκλος καταστολής και αντίδρασης: η κρατική βία οδηγεί σε μαζικές διαμαρτυρίες, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις κλιμακώνονται σε ένοπλη εξέγερση. Ακόμη κι έτσι, όμως, οι περισσότερες κρίσεις καταλήγουν σε κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας , όχι σε πόλεμο.

Και εδώ βρίσκεται το κρίσιμο στοιχείο της αμερικανικής περίπτωσης:
 

Οι ΗΠΑ δεν είναι αδύναμο κράτος ούτε οικονομία σε κατάρρευση. Η θεσμική τους αρχιτεκτονική βασίζεται σε ένα σύστημα ελέγχων και ισορροπιών που σχεδιάστηκε από τους Ιδρυτές με σκοπό να αποτρέψει την αυθαιρεσία, είτε προερχόμενη από το Κογκρέσο είτε από την εκτελεστική εξουσία.


Οι Ιδρυτές υποπτεύονταν τόσο την εκτελεστική αυθαιρεσία όσο και την «τυραννία της νομοθετικής εξουσίας». Η αρχιτεκτονική του Συντάγματος προϋποθέτει ότι κάθε λειτουργία θα προστατεύει τα όρια και τα προνόμιά της. Όταν όμως η κομματική πόλωση υπερκαλύπτει τον θεσμικό ρόλο, οι έλεγχοι ατονούν και η εξουσία τείνει να μετατοπίζεται προς το εκτελεστικό σκέλος.


Σήμερα, η εκτελεστική εξουσία διαθέτει περισσότερα από 120 νομοθετικά εργαλεία «έκτακτης ανάγκης» που της επιτρέπουν να επιβάλει δασμούς, να αναστέλλει εμπορικές συμφωνίες, να ρυθμίζει την τεχνολογία και να λαμβάνει αποφάσεις χωρίς προηγούμενη κοινοβουλευτική έγκριση. Το αποτέλεσμα είναι ότι κρίσιμες πολιτικές μάχες διεξάγονται όλο και περισσότερο στα δικαστήρια, όχι στους δρόμους.

Η πολιτική βία στις ΗΠΑ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια χώρα που από τη γέννησή της γνώρισε ανά περιόδους ξεσπάσματα πολιτικής βίας. Από την «εξέγερση του ουίσκι» το 1791, το «αιματοβαμμένο Κάνσας» πριν τον Εμφύλιο , μέχρι τα κύματα τρομοκρατικών επιθέσεων των αναρχικών στις αρχές του 20ού αιώνα, η αμερικανική ιστορία είναι γεμάτη στιγμές όπου η πολιτική αντιπαράθεση πήρε βίαιη μορφή.

Ο ίδιος ο Εμφύλιος Πόλεμος του 1861–1865 αποτελεί ακραίο ιστορικό παράδειγμα: μια αποσχιστική σύγκρουση μεγάλης κλίμακας, με μαζικές στρατιωτικές αποστασίες, εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και τελική νίκη του Βορρά – μια έκβαση που, σύμφωνα με τις μελέτες, είναι η συνηθέστερη στους εμφυλίους πολέμους. Η περίοδος της Ανασυγκρότησης που ακολούθησε δεν έφερε αμέσως ειρήνη· αντίθετα, πολιτική και φυλετική βία συνέχισαν να μαστίζουν τον Νότο, με στοχοποίηση Ρεπουμπλικανών και των πρόσφατα απελευθερωμένων Αφροαμερικανών.

Η δεκαετία του 1960 και οι αρχές του 1970 αποτελούν ακόμη ένα κομβικό παράδειγμα: καθημερινές συγκρούσεις σε πανεπιστημιουπόλεις, η βομβιστική επίθεση στο Καπιτώλιο από την Weather Underground (εγχώρια τρομοκρατική οργάνωση), αλλά και οι εμβληματικές πολιτικές δολοφονίες του John F. Kennedy, του Martin Luther King Jr. και του Robert F. Kennedy .

Ίσως όμως η περίοδος που μοιάζει περισσότερο με τη σημερινή να είναι οι αρχές του 20ού αιώνα: τότε, οι ΗΠΑ γνώρισαν τρομοκρατικές ενέργειες αναρχικών, όπως η βομβιστική επίθεση στη Wall Street το 1920 που σκότωσε 38 ανθρώπους, η δολοφονία του Προέδρου William McKinley το 1901, καθώς και κύματα βομβιστικών επιθέσεων κατά βιομηχάνων. Παράλληλα, η χώρα αντιμετώπισε αναβίωση της Κου Κλουξ Κλαν και μαζικές κρατικές επιχειρήσεις καταστολής όπως οι Επιχειρήσεις Palmer και ο Πρώτος Κόκκινoς Τρόμος.

Το κρίσιμο συμπέρασμα είναι ότι όλες αυτές οι περίοδοι χαρακτηρίζονταν από υψηλότερα επίπεδα βίας και πόλωσης από ό,τι η σημερινή εποχή – χωρίς όμως να οδηγήσουν σε εμφύλιο πόλεμο. Η ιστορία δείχνει ότι η αμερικανική δημοκρατία έχει αντέξει πολύ πιο ακραίες κρίσεις χωρίς να διαρραγεί.

Ο φόβος του αμερικανικού εμφυλίου  

Ακόμη κι αν η επιστημονική βιβλιογραφία απορρίπτει την ιδέα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στο χείλος εμφυλίου, οι φόβοι μπορεί να αποκτήσουν δική τους δυναμική. Η έντονη κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης και η συζήτηση στα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι η χώρα βρίσκεται σε πορεία σύγκρουσης. Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτή η εντύπωση δεν αντικατοπτρίζει την πλειοψηφία της κοινής γνώμης.

Εθνική έρευνα του 2023 κατέγραψε ότι μόλις το 5,7% των Αμερικανών συμφωνεί έντονα ή πολύ έντονα με τη δήλωση ότι «θα υπάρξει εμφύλιος πόλεμος τα επόμενα λίγα χρόνια». Ακόμη λιγότεροι –μόνο το 3,8%– πιστεύουν ότι «ένας εμφύλιος πόλεμος είναι αναγκαίος για να μπει τάξη». Με απλά λόγια, η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών ούτε περιμένει ούτε επιθυμεί μια τέτοια εξέλιξη. Η ίδια έρευνα επαναλήφθηκε το 2024, επιβεβαιώνοντας τα ευρήματα.

Αυτό το χάσμα μεταξύ διαδικτυακής ρητορικής και πραγματικών στάσεων δείχνει ότι η «κρίση» που συζητείται στα media είναι σε μεγάλο βαθμό επικοινωνιακό φαινόμενο – όχι μια υπαρξιακή απειλή που αντανακλάται στην κοινωνία.

Στην πραγματικότητα, η «μάχη» διεξάγεται σε μεγάλο βαθμό στις αίθουσες δικαστηρίων. Το Ανώτατο Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει για την ερμηνεία της εκτελεστικής εξουσίας, την απομάκρυνση αξιωματούχων ανεξάρτητων αρχών, τα όρια των εκτελεστικών διαταγμάτων και την κανονιστική εξουσία των υπηρεσιών.

Κάθε απόφαση ανακατανέμει ισχύ ανάμεσα σε Πρόεδρο και Κογκρέσο, καθορίζοντας την ισορροπία της δημοκρατίας χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός.

Όχι, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βρίσκονται στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου

Το πραγματικό ρίσκο σήμερα δεν είναι ένας νέος εμφύλιος πόλεμος, αλλά η αύξηση μεμονωμένων πράξεων βίας που ενισχύονται από τα social media και διαβρώνουν την κοινωνική συνοχή. Παρά την έντονη πόλωση, η αμερικανική κοινωνία δεν βρίσκεται στα πρόθυρα εμφυλίου.

Η πρόκληση είναι θεσμική: κάθε κρίση ενισχύει τις εξουσίες της εκτελεστικής εξουσίας, δημιουργώντας τον κίνδυνο ενός μοντέλου «προεδρικής κυβέρνησης» με αδύναμα αντίβαρα. Ο διάλογος, η θεσμική αντιπαράθεση και η ειρηνική διαφωνία εξακολουθούν ως ένα βαθμό να αποτελούν τον πυρήνα του «αμερικανικού πειράματος».