Ανατομία ενός Brexit

Γιώργος Παγουλάτος 27 Ιουν 2016

Το 2016 θα καταγραφεί ως το μοιραίο έτος που μια μεγάλη χώρα, πλούσια, ανεπτυγμένη, ευημερούσα, η παλαιότερη κοινοβουλευτική δημοκρατία στην Ευρώπη, λειτούργησε σαν οργισμένος έφηβος που έβαλε φωτιά στο σπίτι του για να τιμωρήσει τους γονείς του.
Το αποτέλεσμα του Brexit ήταν οριακό αλλά καθόλου τυχαίο. Γενιές διαπλάστηκαν με τη ρητορική του αντιευρωπαϊσμού, την περιφρόνηση στην «Ευρώπη», το μίσος προς τους γκρίζους γραφειοκράτες των Βρυξελλών «που βαρεθήκαμε να μας λένε τι να κάνουμε». Ο Κάμερον, ο μοιραίος πρωθυπουργός, έχτισε καριέρα τοκίζοντας στον ευρωσκεπτικισμό. Η διαίρεση των Συντηρητικών στο ζήτημα της Ευρώπης έχει μακρά ιστορία. Στη δεκαετία του ’90, οι Τόρις κατάφεραν να περιθωριοποιήσουν και τους τελευταίους ευρωπαϊστές. Η μισή Βρετανία (με τη βοήθεια των άθλιων ταμπλόιντ του κ. Μέρντοχ) έμαθε να βλέπει την «Ευρώπη» σαν ένα γιγαντιαίο παράσιτο που απομυζεί τον δυναμισμό, την εθνική κυριαρχία, τη δημοκρατία της.
Την Παρασκευή, η Βρετανία ξύπνησε στη μεγαλύτερη συναλλαγματική κατάρρευση των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών. Εχει πλέον μπροστά της μια ζοφερή προοπτική οικονομικής επιβράδυνσης, μαζικής εξόδου επιχειρήσεων, μείωσης εισοδημάτων, αύξησης της ανεργίας. Κυρίως την περιμένει μια μακρά περίοδος αβεβαιότητας και αστάθειας, που θα κλονίσει βαριά την εμπιστοσύνη και θα συρρικνώσει το διεθνές της εκτόπισμα.
Οι νέοι Βρετανοί, οι πιο μορφωμένοι και εξωστρεφείς, που στη μεγάλη τους πλειονότητα ψήφισαν υπέρ της παραμονής, θα είναι οι μεγάλοι χαμένοι του Brexit, θύματα των ηλικιωμένων και λιγότερο μορφωμένων, που ψήφισαν μαζικά υπέρ της εξόδου.
Τις επόμενες ημέρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια, οι ψηφοφόροι του Brexit θα συνειδητοποιούν τις οδυνηρές συνέπειες της επιλογής τους. Οι κοινωνικές υπηρεσίες δεν πρόκειται να βελτιωθούν σε μια οικονομία που συρρικνώνεται. Οι εισροές μεταναστών βέβαια θα μειωθούν – ποιος θα πήγαινε να δουλέψει σε μια χώρα σε κρίση, ιδίως εάν κυβερνάται από την παρέα του Μπόρις και του Νάιτζελ.
Στο Διαδίκτυο κάνουν ήδη θραύση οι καμπάνιες για ανάκληση του αποτελέσματος ή για επανάληψη του δημοψηφίσματος. Αυτό που ήδη βιώνει η βρετανική κοινωνία θα έχει σύντομα ελάχιστη σχέση με αυτό που οι ηγέτες του Leave τής υποσχέθηκαν. Αντιθέτως, δικαιώνει τους φόβους των υπερασπιστών του Remain, που βέβαια κατηγορήθηκαν για κινδυνολογία.
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση οικοδομήθηκε στη συνάντηση ενός γενναίου οράματος για την Ευρώπη με τις δυνάμεις του στέρεου πραγματισμού. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση όπλισε τους ανθρώπους με υπέρμετρη εμπιστοσύνη στη δύναμη του ορθού λόγου. Το φιλελεύθερο αξίωμα ήταν πάντα θεμελιωμένο στην αισιόδοξη πεποίθηση ότι στην ελεύθερη αντιπαράθεση απόψεων, δεδομένων, επιχειρημάτων τα ισχυρότερα θα επικρατούσαν. Οι υπερασπιστές του Remain είχαν όλα τα επιχειρήματα και τους αριθμούς με το μέρος τους, τη μεγάλη πλειονότητα των επιστημονικών ενώσεων, εννέα στους δέκα οικονομολόγους, όλες τις σοβαρές πολιτικές δυνάμεις, από την Κεντροδεξιά μέχρι την Αριστερά και τους οικολόγους, τις περισσότερες ενώσεις επιχειρηματιών, τα εργατικά συνδικάτα.
Και όμως ηττήθηκαν, στο μεγαλύτερο νεότερο Βατερλό της Ευρώπης, απέναντι στις δυνάμεις του λαϊκισμού. Η ισχύς του συστήματος, των ελίτ, των εμπειρογνωμόνων μετατράπηκε σε αδυναμία. Δύο τρίτα των ψηφοφόρων της εξόδου, καθοδηγούμενοι από τους ηγέτες της καμπάνιας, εξέφραζαν περιφρόνηση στους «ειδικούς». Δεν υπάρχει τίποτα γοητευτικό, προοδευτικό, φιλολαϊκό σε μια πολιτική ρητορεία που κολακεύει την άγνοια, τη διανοητική οκνηρία και την προκατάληψη, προσφέρει απλοϊκές απαντήσεις και ωμά ψέματα, αντί να εξηγεί υπομονετικά την πολυπλοκότητα και τη δυσκολία του κόσμου στον οποίο ζούμε.
Δεν ήταν ποτέ αυτό το νόημα της δημοκρατίας.
Το Brexit είναι το σημείο συνάντησης τριών διαιρετικών τομών. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία βρέθηκε αντιμέτωπη με τη δημοψηφισματική δημοκρατία. Η πρώτη διαβουλεύεται, φιλτράρει, ζυγίζει, λειαίνει τις επιπτώσεις. H δεύτερη ανοίγει έδαφος στο ακραίο συναίσθημα και τη λυτρωτική διαμαρτυρία. Επιτρέπει στον «λαό» να τρίψει το αποτέλεσμα στα μούτρα της Ευρώπης, του κατεστημένου. Είναι ένα τεράστιο πάρτι εκτόνωσης, το οποίο όλοι ονειρεύονταν χρόνια, χωρίς μέριμνα για το πώς θα ξυπνήσουν την επόμενη μέρα, ή ποιος θα μαζέψει τα σπασμένα. Ή ένα άλμα αδρεναλίνης στο κενό, χωρίς το προστατευτικό δίχτυ που προσφέρουν οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί.
Η δεύτερη σύγκρουση είναι ανάμεσα στο εθνικό και στο υπερεθνικό. Ο άξονας εθνικισμός – ευρωπαϊσμός έτεμνε συνήθως οριζόντια τα παραδοσιακά κεντρομόλα κόμματα εξουσίας. Ο εθνικισμός απορροφάτο από διαδικασίες εσωκομματικών συμβιβασμών και διαπραγμάτευσης. Ομως ένα δημοψήφισμα εξόδου από την Ευρώπη συνενώνει τους εθνικολαϊκιστές με τους ευρωσκεπτικιστές με τα κόμματα των άκρων, αυξάνοντας δυσανάλογα την επιρροή τους. Γι’ αυτό ο Βίλντερς και η Λεπέν δεν βλέπουν την ώρα.
Τέλος, στο Βrexit αναμετρήθηκαν οι κερδισμένοι, οι ευημερούντες, οι αισιόδοξοι ή οι πραγματιστές με εκείνους που αισθάνονται απ’ έξω, αδύναμοι, ανασφαλείς, με τους «χαμένους» της οικονομίας, της Ευρώπης, της παγκοσμιοποίησης. Η Ευρώπη χρεώθηκε την αποτυχία του εθνικού κοινωνικού κράτους να ενσωματώσει πειστικά τους χαμένους. Χρεώθηκε, όμως, και τη δική της αποτυχία να χαράξει μια πειστική ισορροπία ανάμεσα στην ελευθερία και στην ασφάλεια, ανάμεσα στους ανοιχτούς ορίζοντες των ευκαιριών και στην ανάγκη για ένα επαρκές δίχτυ προστασίας.
Η Βρετανία θα υποστεί τις βαριές συνέπειες μιας εθνικής αποτυχίας, αλλά η Ευρώπη πρέπει να επαναχαράξει το δικό της κοινωνικό συμβόλαιο.
*Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.