Η μάχη των ιδεών

Ντόρα Τσικαρδάνη 26 Νοε 2025

Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου του Κώστα Χαϊνά, Σοσιαλισμός Vs Φιλελευθερισμός- Η μάχη των ιδεών

Καταπιανόμενη με την παρουσίαση του βιβλίου του Κώστα και, αφού το διάβασα, έκανα μία αναδρομή στο προηγούμενό του, την «Χρεοκοπία της Ελλάδας, την Ευρώπη και το πολιτικό της σύστημα» και όσα είχα γράψει τότε για κείνο. Στον λόγο μας εκείνης της στιγμής, σε συνθήκες παρατεταμένης κρίσης, η οποία έτεινε να είναι πλέον status παρακμής επί διακυβέρνησης ΠΦΑ, είναι χαρακτηριστική η απογοήτευση και η παραίτηση μετά την αποτυχία. Την δική μας αποτυχία.

Σήμερα, η κατάσταση της χώρας ευτυχώς έχει αλλάξει δυναμικά προς το καλύτερο, χωρίς βέβαια να έχoυν ξεπεραστεί τα δομικά της προβλήματα, σε ένα διεθνές περιβάλλον όμως, το οποίο γεννά κρίσεις διαρκώς, θέτοντας σε διακινδύνευση ακόμη και το αδιαπραγμάτευτο, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αγαθό της ειρήνης.

Παρά την αναντίρρητα θετική εξέλιξη των πραγμάτων, στο κείμενο του Κώστα γρήγορα συνάντησα εκείνη την πραγματικότητα στη σημερινή και αντιστρόφως· τη σημερινή σε κείνη.

Κοινή αναδεικνύεται η αρχική απορία μου: Πού το βρίσκει ο Κώστας το κουράγιο; Απορία που αφορά και τους καθημερινούς του «αγώνες» στα ΜΚΔ, γράφοντας και απαντώντας σε καλόπιστους και μη. Και αυτό λοιπόν, όπως και το προηγούμενο, αποτελεί ένα πλούσιο πνευματικό προϊόν υβριδικού χαρακτήρα, που συνδυάζει την παράθεση αδιαμφισβήτητων ιστορικών πληροφοριών, με την οικονομική και πολιτική ανάλυση της σημερινής πραγματικότητας και, κυρίως, τον ψύχραιμο πολιτικό αναστοχασμό. Στον λόγο του συνυπάρχουν γεγονότα με ιδέες, αφηγήσεις με θέσεις. Κεντρική θέση στην αφήγηση, εννοείται, ότι κατέχουν οι προσωπικές αναμνήσεις και αναφορές του συγγραφέα, οι οποίες, εκτός από την ομορφιά τους, χαρίζουν στο κείμενο ζωντάνια, αμεσότητα, αλλά και ώθηση.

Η τριμερής δομή του έργου αναπτύσσει τον σύγχρονο προβληματισμό του συγγραφέα κατά πεδίο ενδιαφέροντος. «Είναι η οικονομία», ο υπότιτλος του Α΄ μέρους, όπου αναπτύσσονται τα θέματα της οικονομικής ανάπτυξης και των κρίσεων του καπιταλισμού. «Έρευνα και καινοτομία το ιππικό της ελεύθερης ανταγωνιστικής οικονομίας», ο υπότιτλος του Β΄ μέρους, όπου έρευνα και καινοτομία αντιμετωπίζονται ως αυτό που είναι: τα υπερόπλα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Τέλος, «Η Μάχη των Ιδεών», ο υπότιτλος του Γ΄ μέρους, το οποίο πραγματεύεται τα σύγχρονα θέματα ιδεών και πολιτικής σε εθνικό, ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο. Και αυτές αντιμετωπίζονται ως αυτό που είναι: οι άυλοι κινητήρες της ζωής μας εν όλω. Αυτό είναι και το θέμα μας σήμερα.

Ο συγγραφέας εντίμως διευκρινίζει εξ αρχής ότι ασχολείται με τη σύγκρουση των ιδεών, όπως την εξέλαβε ο ίδιος στη διαδρομή της ζωής του, συνδέοντάς την άμεσα κατ’ αυτόν τον τρόπο με τον υποκειμενισμό του. Παρά ταύτα, αυτό που αναδεικνύεται από την ανάγνωσή του, είναι η οικουμενικότητα των συμπερασμάτων του, αφού αυτά προκύπτουν συντεταγμένα από αντικειμενικά και αδιάψευστα γεγονότα διά της επαγωγικής μεθόδου. Έτσι, η οικονομική τεκμηρίωση των φαινομένων οδηγεί στην

Οι σημερινοί προβληματισμοί του συγγραφέα μπορούν να θεωρηθούν ή μάλλον είναι, η συνέχεια των προηγούμενων, αφού αυτός βρίσκεται σε διαρκή διάλογο με απόψεις και αντιλήψεις που χαρακτήρισαν και χαρακτηρίζουν την εποχή μας και δίνουν τον παλμό της επικαιρότητας. Μόνον που επικαιρότητα δεν πέφτει από τον ουρανό. Εδρεύει στο παρελθόν και ετοιμάζει το μέλλον. Ο τίτλος του και μόνον «Σοσιαλισμός versus Φιλελευθερισμός» δηλώνει με σαφήνεια, τόσο το πεδίο των μαχών, όσο και τα μαχόμενα μέρη. Έχοντας σχεδόν μία δεκαετία κομματικής ανεξαρτησίας στο ενεργητικό του, συνδυασμένη με την κτηθείσα στο μεταξύ σοφία από τις τοπικές και διεθνείς διακινδυνεύσεις της δημοκρατίας, ο συγγραφέας, εντελώς φυσιολογικά, απερίφραστα και, κυρίως ακομπλεξάριστα τίθεται με την πλευρά του φιλελευθερισμού. Πρόκειται για τη φοβερή εξέλιξη ενός πρώην κομμουνιστή, οποίος, εξίσου ακομπλεξάριστα ομολογεί το σοκ που του επέφερε η κατάρρευση με ενδόρρηξη της Σοβιετικής Ένωσης. Η διαφορά του σε σχέση με τους άλλους βρίσκεται σε δύο πράγματα: αυτός ο κομμουνιστής διατηρούσε σε λειτουργία τόσο το μυαλό του, όσο και την εντιμότητά του. Σε αυτήν την αιτιακή συνθήκη και σε σύνδεση με την ελληνική παραγωγική πραγματικότητα, η πορεία του Κώστα γίνεται απολύτως κατανοητή και φυσιολογική, ως μία πορεία επώδυνης, αλλά λυτρωτικής απελευθέρωσης.

Έτσι, η διαδρομή ΚΚΕ – ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ – ΔΗΜΑΡ είναι σχεδόν υποχρεωτική γι’ αυτόν και βρίσκεται σε απόλυτη συνάφεια με την διαδρομή επαγγελματικό κομματικό στέλεχος – δημόσιος υπάλληλος - διδάκτορας της οικονομίας – επιχειρηματίας. Ταυτόχρονα και ενεργός πολίτης, συνεπής και ανυστερόβουλος αυτοδιοικητικός, έντιμος αντίπαλος.

Το βιβλίο του Κώστα λοιπόν, είναι ένας διαρκής διάλογος με τις αντίπαλες σε σχέση με τον φιλελευθερισμό απόψεις, οι οποίες εκτίθενται χωρίς να αδικούνται, αναπτύσσονται και αποδομούνται. Το ότι οι απόψεις αυτές είναι πλειοψηφικές στην ελληνική κοινωνία δεν είναι καθόλου αδιάφορο, ούτε άνευ συνεπειών. Πρόκειται για απόψεις που καθόρισαν και καθορίζουν την ποιότητα της καθημερινότητάς μας, το είδος των προβλημάτων μας, το είδος των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεών της. Ο ίδιος ο όρος «φιλελευθερισμός» είναι απολύτως και εκ προοιμίου ενοχοποιημένος εν Ελλάδι, ταυτισμένος με τον οικονομικό «νεοφιλελευθερισμό», χωρίς διακρίσεις και με αδυναμία ορισμών. Αυτή η αδυναμία ορισμών εξάλλου, άρα και διακρίσεων, είναι που χαρακτηρίζει την κυρίαρχη αντίληψη των πραγμάτων στη χώρα και, δυστυχώς, όχι μόνον σ’ αυτήν.

Είναι αυτή που σκιάζει την όραση και θολώνει την κρίση μέχρι συσκοτίσεώς της, μην επιτρέποντάς της να ξεχωρίζει τη διαφορά ανάμεσα σε αλήθεια και ψέμα, σε επιτιθέμενο και αμυνόμενο, σε αυτουργό και θύμα, σε πολιτική και ποινική ευθύνη, σε δημοκρατία και θεοκρατία.

Είναι αυτή που καλλιεργεί τον λαϊκισμό, όπως τον γνωρίσαμε στην πρώιμη και όψιμη φάση της μεταπολίτευσης· στην όψιμη αριστερό, για να ανακαλύψουμε πόσο κοινά είναι τα στοιχεία του με τον δεξιό.

Και είναι ο λαϊκισμός που θέτει εν κινδύνω τη δημοκρατία και τις κατακτήσεις της.

Και είναι η αίσθηση ατομικής ευθύνης και αξιοπρέπειας που, όπως πάντα, όπως και στα αυταρχικά ή ολοκληρωτικά καθεστώτα, είναι οι φρουροί της.

Μόνος και μοναχικός, όπως και οι περισσότεροι από εμάς εδώ πλέον, πλην θαρραλέος και μαχητικός λοιπόν ο Κώστας, ανταποκρίνεται στο αίσθημα της ευθύνης του και προσπαθεί να συνεισφέρει στον ευγενή χώρο των ιδεών, τέμνοντας συγκεκριμένα ζητήματα κόντρα στις κατεστημένες αντιλήψεις: είναι de facto προοδευτική η αριστερά και αυτά που προτείνει; (Και ποια αριστερά είναι ένα κρίσιμο υποερώτημα). Είναι de facto προοδευτικό κάθε κίνημα που ξεσπά αυθορμήτως ή όχι και τόσο, στη βάση ενός προβλήματος; Είναι de facto προοδευτική η υποστήριξή του από ένα αριστερό κόμμα, του οποίου η λειτουργία οφείλει να χαρακτηρίζεται από τον σχεδιασμό; Και είναι de facto «φιλολαϊκή» κάθε επανάσταση και η κατάρρευση την οποία φέρνει; Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν είναι αυτονοήτως αρνητικές για όλους. Ο Κώστας με παρρησία διατυπώνει τις απόψεις του, κόντρα στις βολικές ψευδαισθήσεις του χώρου.

Η προοδευτικότητα, όπως και η δημοκρατία δεν κτάται άπαξ διά παντός· οφείλουν να βρίσκονται υπό συνεχή διερεύνηση, εξέλιξη και επαναπροσδιορισμό· διαφορετικά συρρικνώνονται σε αυτάρεσκα και αναπόδεικτα θέσφατα και η διαχείρισή τους εκπίπτει στα χέρια ιερατείων.

Ακόμη βαθύτερα: η υψηλή φορολόγηση των εισοδημάτων είναι αριστερό και κοινωνικό μέτρο ή μήπως εν τέλει φέρνει τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα; Εδώ οι απόψεις Χαϊνά προξενούν ρίγη ανατριχίλας στην ορθοδοξία. Ξεπερνά κάθε όριο, προτείνοντας το απόλυτο αφορολόγητο, το οποίο θα φέρει αύξηση δημοσίων εσόδων από την αύξηση της κατανάλωσης και του ΦΠΑ. Δεν ξέρω εάν έχει δίκιο, θα ήθελα όμως πάρα πολύ να δοκιμαστεί η άποψή του. Ως γνήσιος εχθρός του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας, αλλά και γνώστης της (οικονομίας), προχωράει σε τολμηρές προτάσεις σε σχέση με τα σύγχρονα εργασιακά και ασφαλιστικά θέματα, τη λειτουργία της αγοράς, τον ρόλο της παιδείας, της Τ.Ν., της αξιολόγησης των υπηρεσιών κλπ.

Στο μικροσκόπιο τίθενται εξ ίσου και τα διεθνή θέματα: ο πόλεμος της Ουκρανίας και Ισραήλ. Ο παλιός, καλός φιλοσοβιετισμός, μεταλλαγμένος σε άκριτο φιλορωσσισμό και επιθυμία αναβίωσης της εποχής του ψυχρού πολέμου. Οι παλιοί, καλοί και αριστεροί γεωπολιτικοί αναλυτές, που, έναντι της αναβίωσής του δεν έχουν κανένα πρόβλημα να κατανέμουν τον κόσμο σε δρώντα κέντρα και buffer zones. Η αυτοδιάθεση των λαών εξάλλου, δεν ξεφεύγει των ορίων των Εξαρχείων ή της κάτω πλατείας Συντάγματος, όσο ήσαν εκεί στημένα τα τσαντήρια της, ούτε αφορά τη σοβιετική ζώνη επιρροής. Αυτό είναι γνωστό.

Ο παλιός, καλός αντισημιτισμός, μεταλλαγμένος σε φιλοπαλαιστινιακή στάση επανακάμπτει στην Ευρώπη και τη χώρα και αναβιώνει μεσαιωνικές προκαταλήψεις· μόνον που τώρα βαπτίζονται κι αυτές αριστερές.

Η παλιά, καλή αντιαποικιακή στάση της ευρωπαϊκής αριστεράς, μεταλλαγμένη σε φιλοϊσλαμισμό. Ποια ατομικά δικαιώματα τώρα, αυτά είναι για τη Δύση· όχι για τα υποτιθέμενα επαναστατικά υποκείμενα του ισλαμισμού. Όποιος βλέπει στη στάση αυτή την αναλογία με εκείνη της αμερικανικής εξαγωγής της δημοκρατίας στις χώρες αυτές, καλά βλέπει.

Η πραγμάτευση της θεματολογίας ούτε εύκολη είναι, ούτε ανώδυνη. Παρακολουθεί τα μεγάλα θέματα της συγκυρίας, όπως αυτά τίθενται εξ αντικειμένου σε διεθνές και τοπικό επίπεδο. Σε τοπικό επίπεδο είναι χαρακτηριστική η απουσία θεμάτων, που έχουν τεθεί από τις δρώσες πολιτικές δυνάμει, ιδιαιτέρως την αντιπολίτευση. Επικαιρότητα, συγκρούσεις και διάλογος συνεχώς στο κόκκινο, αναπτύσσονται επί θεμάτων που «προκύπτουν», όχι που επιλέγονται να τεθούν. Τέμπη και ΟΠΕΚΕΠΕ, με το πλούσιο υλικό τους προς διαχείριση σε διάφορες φάσεις, δίνουν εύκολη και εύκολα προσλήψιμη ύλη, χωρίς και πολλές πολλές απαιτήσεις ψύχραιμα σχεδιασμένου, προοδευτικού – προωθητικού προγραμματικού λόγου.

Τα πράγματα είναι δύσκολα λοιπόν, οι δυτικές δημοκρατίες κινδυνεύουν από ενδόρρηξη, εκτός των δυτικών ελάχιστες υφίστανται, ενώ ο αυταρχισμός ασκεί και πάλι τη γοητεία του στον γνωστό μικρομεσαίο με τις έτοιμες, προκάτ διακρίσεις – μη διακρίσεις. Μελετάτε διαρκώς τη Βαϊμάρη.

Όλοι εμείς που χαρήκαμε (σε αντίθεση τότε με τον Κώστα) για την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, βρισκόμαστε και πάλι ενώπιον του φαντάσματός της. Ή μήπως των φαντασμάτων των αυτοκρατοριών;

Η δύναμη της οικονομικής και πολεμικής ισχύος φαίνεται να παίρνει και πάλι το πάνω χέρι στις διεθνείς σχέσεις, καταλύοντας όλα, όσα οικοδομήσαμε.

Στο περιβάλλον αυτό, η εγχώρια αριστερά, με τα κουβαδάκια της μαζί έχει πάει στην ακρογιαλιά. Η υπεράσπιση του φιλελευθερισμού, όχι μόνον της πέφτει βαριά και αδιανόητη, αλλά έχει κάνει και σημαντικά βήματα προς τα πίσω σε σχέση με την πρώιμη μεταπολιτευτική περίοδο, τόσο με την εκδοχή του ΚΚΕ, όσο και αυτή της «ριζοσπαστικής» αριστεράς με τις ποικίλες εκδοχές της. Παραμένει σταλινική και σταλινογενής, ενώ το ΠΑΣΟΚ είναι αδύνατον να ξεφύγει από τα βαρίδια του παπανδρεϊσμού.

Όλα τούτα είναι η πρώτη ύλη της ζωής μας, αλλά και το αντικείμενο του βιβλίου. Οι διάλογοι του Κώστα δεν είναι μόνον μεταξύ «κάποιων» ή «εκείνων» και ημών, αλλά και μεταξύ διαφόρων εκδοχών των εαυτών μας. Και αυτό είναι που χαράσσει στα χείλη όλων ημών, των ηττημένων ομοϊδεατών του συγγραφέα, το πικρό χαμόγελο της επίγνωσης.  

Όλων ημών, που, αφήνοντας το βολικό τέλμα του πάλαι ποτέ Συνασπισμού, που μας εξασφάλισε για δυο δεκαετίες την ψευδαίσθηση της πολιτική μας ύπαρξη στα χαμηλά με δύο παράλληλα άλλοθι: εκείνο της καθαρότητάς μας από κυβερνητικές ευθύνες και, εκείνο των διαφωνιών μας με την κεντρική γραμμή του ΣΥΝ και με την κρίση σε ανάπτυξη, μία ομάδα ανθρώπων, με τον κλασσικό τρόπο της διάσπασης και αποχώρησης, αποφασίσαμε να ιδρύσουμε τη ΔΗΜΑΡ· μαζί μας και ο συγγραφέας. Η επιλογή έγινε ακριβώς για να συμβάλουμε σε δύο πράγματα: το ένα ήταν η συνάντηση του ευρύτερου χώρου της λεγόμενης κεντροαριστεράς∙ το άλλο ήταν η συμβολή μας στην υπέρβαση των προβλημάτων της κρίσης με ορθολογισμό και ευρύτητα. Πρέπει με την καθαρότητα και  πανηγυρικότητα που αρμόζει στην σοβαρότητα των θεμάτων, να πούμε, ότι αποτύχαμε παταγωδώς και στα δύο, όπως και σε όλα, όσα επιχειρήσαμε. Η ΔΗΜΑΡ ήρθε ως απάντηση στο άτυπο αίτημα για πολιτική σοβαρότητα, ειλικρίνεια και εξ αριστερών εμπλοκή στην διακυβέρνηση της χώρας για την παραγωγή  λύσεων. Την υποδέχτηκε με ελπίδα και την αγκάλιασε ένα πολύχρωμο μειοψηφικό, αλλά απαιτητικό κοινό, πέραν του κλασσικού της αριστεράς. Νομίζω πως η εκλογή μου στην Κοζάνη όπως και άλλων ανθρώπων για πρώτη φορά, σηματοδότησε το εύρος της επιρροής αυτής. Φυσικά, όπως και η εκλογή μου, το αίτημα έμεινε χωρίς δικαίωση. Δικαίωση βρήκε όμως η ιστορία της αριστεράς: η πορεία της ΔΗΜΑΡ απέδειξε ότι ακόμη και οι πιο συνεννοημένες για υπερβάσεις και κατά τεκμήριο ομοιογενείς ομάδες της αριστεράς εν Ελλάδι (τι ποιο ομοιογενές από την Ανανεωτική Πτέρυγα, θα έλεγε κάποιος) έχουν την ικανότητα να αναπαράξουν τον αριστερό φονταμενταλισμό. Από αλλού για αλλού ξεκινήσαμε, σοσιαλδημοκρατικά συνεννοηθήκαμε και κομμουνιστικά μας έβγαιναν. Είναι δυστύχημα η διάψευση του εγχειρήματος. Είναι ευτύχημα η οριστική ατομική μας ρήξη με την κομμουνιστική αριστερά. Για άλλη μια φορά, μέσω της διακυβέρνησης της ΠΦΑ απέδειξε πόσο επικίνδυνη και οπορτουνιστική είναι. Ως άξια μαθήτρια, τη «συμφωνία με τον διάβολο» του Λένιν την έκανε πράξη και η ίδια. Ευτυχώς, δεν της βγήκε. Και δεν της βγήκε διά της ακριβής μας δημοκρατίας. Αυτής, που είπε στους πρώην συντρόφους, «να λείπει το βύσσινο».

Στην κατάσταση αυτή δεν υπάρχουν αθώοι πια. Υπάρχουν όμως υπόχρεοι σε επώδυνες λύσεις. Οι οποίες πρέπει να υπάρξουν. Είναι χαρακτηριστική η ευκολία με την οποία οι χθεσινοί υπαίτιοι μετατρέπονται σε σημερινούς επικριτές και αναφέρονται στους άλλους, προφανώς εαυτούς τους.

Η συνεισφορά του βιβλίου του Κώστα είναι αυτή: συνεισφέρει σε εθνική και ατομική αυτογνωσία, άρα σε απαντήσεις.

Μόνον που η αυτογνωσία είναι το οδυνηρότερο πράγμα στη ζωή των ανθρώπων.