Ενα Τρίτο Πρόγραμμα πιο φτηνό

Θανάσης Γεωργακόπουλος 29 Μαρ 2014

Είναι το Τρίτο Πρόγραμμα ένα πολύ ακριβό σπορ; Εξαρτάται από την οπτική γωνία που το βλέπει κάποιος. Αν, για παράδειγμα, το συγκρίνουμε με ιδιωτικά μουσικά ραδιόφωνα που κοστίζουν το 1/10 (;) θα απαντήσει θετικά. Ομως, ένα ραδιόφωνο που κοστίζει –όσον αφορά τους μουσικούς παραγωγούς του– 4.200 ευρώ, είναι ένα ραδιόφωνο αποκλειστικά με play list την οποία επιμελούνται μόνο τρεις μουσικοί παραγωγοί των 700 ευρώ! Πέραν του ότι δεν γνωρίζω κάποιο τέτοιο αξιόλογο ραδιόφωνο, θα μπορούσε να λειτουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο το Τρίτο Πρόγραμμα; Αν το ήθελε έτσι η κοινωνία (θα ήταν κάτι άλλο βέβαια) ας το αποφάσιζε. Η κοινωνική απαίτηση, όμως, που υπήρχε μετά την 11η Ιουνίου και εκφράστηκε με όλους τους δυνατούς τρόπους, ήταν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Ηταν η επαναλειτουργία του αγαπημένου Τρίτου Προγράμματος και, μάλιστα, καλύτερου από πριν.

Μήπως, όμως, παρ’ όλα αυτά «τίθεται ζήτημα» από το μηνιαίο κόστος των 42.257,91 ευρώ; Το κόστος αυτό, το οποίο αφορά τους «εξωτερικούς συνεργάτες», θα μπορούσε να είναι λίγο μικρότερο, όπως, βέβαια, θα μπορούσε να είναι και κατά τι μεγαλύτερο. Σίγουρα, όμως, δεν θα μπορούσε να είναι δραματικά διαφορετικό. Στην εκτίμηση αυτή συντείνει και η σύγκριση του σημερινού κόστους του Τρίτου Προγράμματος με το μηνιαίο κόστος του ένα χρόνο πριν, τον Απρίλιο του 2013. To σημερινό κόστος (εσωτερικών και εξωτερικών συνεργατών) του Τρίτου είναι λίγο κάτω από το 60% του αντίστοιχου κόστους που είχε τον Απρίλιο του 2013. Αυτό εξηγεί και γιατί το σημερινό κόστος του Τρίτου δεν θα μπορούσε να είναι συγκλονιστικά διαφορετικό. Να δώσω ένα επιπλέον παράδειγμα για να κάνουμε τη σύγκριση. Το ετήσιο κόστος του BBC 3, του αντίστοιχου βρετανικού ραδιοσταθμού που παίζει κλασική μουσική, είναι 54,3 εκατομμύρια στερλίνες, δηλαδή, 65,1 εκατομμύρια ευρώ! Με δυο λόγια και χωρίς περαιτέρω σχόλια, 5,4 εκατομμύρια ευρώ τον μήνα έναντι των «δικών μας» 42 χιλιάδων.

Εν κατακλείδι, αν θέλουμε να έχουμε ένα ραδιόφωνο της κλασικής μουσικής, των μουσικών που γίνονται κλασικές, του πολιτισμού και των τεχνών, που μόνο η δημόσια ραδιοφωνία μπορεί να προσφέρει, αυτό δεν μπορεί να γίνει με μεθόδους, τρόπους και κόστος που παρεπιδημούν στην «ελαφρά» ιδιωτική ραδιοφωνία, ώστε να μεγιστοποιηθεί το κέρδος των ιδιοκτητών. Αυτό, βέβαια, κάθε άλλο παρά σημαίνει «μπάτε σκύλοι αλέστε», ανεξέλεγκτο κόστος και αδιαφορία για τα χρήματα των φορολογουμένων. Πιστεύω πως αυτή την ισορροπία τη διατηρήσαμε στην επανεκκίνηση του Τρίτου Προγράμματος