Ακροδεξιός λαϊκισμός στην Ευρώπη

Χρίστος Αλεξόπουλος 04 Μαϊ 2014

Μπορεί στην Ελλάδα να υπάρχει η Χρυσή Αυγή, όμως ανάλογα μορφώματα καταγράφονται και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Βεβαίως φέρουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών των χωρών αναφοράς τους, όμως παρουσιάζουν ταυτοχρόνως και κοινά σημεία στις πολιτικές τους στοχεύσεις.

Κατ’αρχήν εμφορούνται από έντονο λαϊκισμό στο πλαίσιο μιας πολιτικής, η οποία εμφανίζεται, ότι είναι δίπλα στο Λαό, αλλά αξιοποιεί στο έπακρο συναισθηματισμούς, φοβίες και προκαταλήψεις των κοινωνιών για την προώθηση των δικών τους πολιτικών στόχων. Σε αυτό το πλαίσιο ευδοκιμούν η δημαγωγική λειτουργία και ο καιροσκοπισμός. Ιδιαιτέρως αυτή την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη και της επιβληθείσης αυστηρής δημοσιονομικής εξυγίανσης, η οποία βασίζεται στην λιτότητα και την απουσία ανάπτυξης, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την διαμόρφωση κοινών στοχεύσεων και επιδιώξεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες απειλούν την προοπτική της οικοδόμησης της Ενωμένης Ευρώπης. Ήδη ο ευρωσκεπτικισμός αρχίζει να γίνεται πλειοψηφικό ρεύμα και ταυτοχρόνως αναπτύσσεται ο εθνικισμός και η εσωστρέφεια. Το παρήγορο είναι, ότι αυτή η εξέλιξη δεν εκφράζεται πολιτικά από τα ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα, σε «πλειοψηφικό» βαθμό ανά χώρα-μέλος και στο Ευρωκοινοβούλιο. Δημιουργούνται όμως οι προϋποθέσεις για μια αξιοπρόσεκτη παρουσία στις Ευρωεκλογές του Μαΐου και κατ’επέκταση στο νέο Ευρωκοινοβούλιο.

Ήδη οι πρώτες ενδείξεις για τη νέα πραγματικότητα, η οποία διαμορφώνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ορατές. Στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές στη Γαλλία το κόμμα της Marine Le Pen το Front National είχε πολύ ισχυρή παρουσία. Με πολύ προσοχή ως προς τις τοποθετήσεις του σε σχέση με την παρουσία ξένων μεταναστών και τον αντισημιτισμό πλειοδότησε σε λαϊκισμό σχετικά με τη συνταξιοδότηση στα 60, περισσότερη ασφάλεια καθώς και την οριοθέτηση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.

Στη Γερμανία το εθνικιστικό κόμμα του NPD, το οποίο αποτελεί τη σύγχρονη εκδοχή του Ναζισμού και είναι σε διαδικασία απαγόρευσης μετά την υποβολή αιτήματος στο Συνταγματικό Δικαστήριο, εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο το μίσος κατά των ξένων και των Εβραίων. Τα 2013 στις εκλογές αυτό το κόμμα πήρε 1,3 % και δεν εξέλεξε βουλευτές. Το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο όμως κατάργησε το όριο του 3 % για την εκπροσώπηση στην Ευρωβουλή, οπότε είναι πιθανή η εκλογή βουλευτών, εάν επιτραπεί η συμμετοχή του στις Ευρωεκλογές. Με ευρωσκεπτικιστικές θέσεις κινείται όμως και ένα νέο κόμμα το Alternative fur Deutschland (AfD), το οποίο στο πρόγραμμα του προωθεί την θέση της «εξόδου από την Ευρωζώνη χωρών με μη ανταγωνιστικές οικονομίες», ενώ απαιτεί έναν επικυρίαρχο ρόλο για την Γερμανία στην Ευρώπη.

Στη Μεγάλη Βρετανία το ακροδεξιό λαϊκίστικο κόμμα United Kingdom Independence Party (UKIP) καταγράφει το υψηλό ποσοστό του 26 % λίγο πριν από τις ευρωεκλογές του 2014 σύμφωνα με δημοσκόπους και προηγείται των κυβερνώντων συντηρητικών. Το κόμμα αυτό προωθεί την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την αυστηρή αντιμετώπιση των μεταναστών με παράλληλη δραστική μείωση τους και τον αποκλεισμό τους από κοινωνικές παροχές. Και όλα αυτά συμβαίνουν στη χώρα, η οποία στο πλαίσιο της Κοινοπολιτείας εκμεταλλεύθηκε τις χώρες προέλευσης της πλειοψηφίας των μεταναστών.

Στην Ολλανδία το επίσης ακροδεξιό λαϊκίστικο «Κόμμα για την Ελευθερία» του Geert Wilders προσεγγίζει το 16,6 % σύμφωνα με τις πρώτες δημοσκοπήσεις. Ασκεί δε σκληρή κριτική κατά της εισόδου μεταναστών από την Ανατολική Ευρώπη κυρίως, ενώ προωθεί την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε συνεργασία μάλιστα με το κόμμα της Marine Le Pen στοχεύουν στη δημιουργία αντιευρωπαϊκού μετώπου στο Ευρωκοινοβούλιο.

Το ίδιο συμβαίνει στην Αυστρία με το ακροδεξιό λαϊκίστικο κόμμα Freiheitliche Partei Osterreichs (FPO), το οποίο στις εθνικές εκλογές αυτής της χώρας το 2013 κατέγραψε το ποσοστό του 20,5 %. Σο ίδιο μήκος κύματος κινείται και στην Ιταλία η Lega του Βορρά, η οποία στις Ευρωεκλογές του 2009 πήρε το 10,2 % των ψήφων. Ο κατάλογος των χωρών της Ευρώπης με φαινόμενα ακροδεξιού λαϊκισμού θα μπορούσε να συνεχισθεί. Το θέμα όμως δεν είναι η περιγραφική προσέγγιση αυτού του αρνητικού φαινομένου, το οποίο απειλεί την ευρωπαϊκή προοπτική. Πολύ πιο σημαντική και χρήσιμη είναι η ανάλυση του και η αναζήτηση των αιτίων, που το προκαλούν. Ειδάλλως ο ακροδεξιός λαϊκισμός σε συνδυασμό με τον ευρωσκεπτικισμό θα οδηγήσουν στην κατάρρευση όλα, όσα επετεύχθησαν μέχρι τώρα.

Σίγουρα έχουν γίνει λάθη και παραλήψεις στην κοινή ως ένα βαθμό πορεία. Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ, οι οποίες κίνησαν τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και χάραξαν πολιτικές χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή των ευρωπαϊκών κοινωνιών, θεώρησαν, ότι η ενοποίηση είναι μόνο οικονομικό μέγεθος, το οποίο βασίζεται στην κατοχύρωση εθνικών συμφερόντων από το ένα μέρος και από το άλλο στην αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων πάντα σε εθνικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο ήταν αναμενόμενο οι ισχυρές οικονομικά και πολιτικά χώρες να προωθούν κατά κύριο λόγο το «εθνικό τους» συμφέρον και δευτερευόντως το ευρωπαϊκό. Η μη ύπαρξη ισόρροπης και με ευρωπαϊκή λογική ανάπτυξη συνέβαλε στην αναπαραγωγή των ανισοτήτων μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η νομισματική ένωση απεδείχθη ανεπαρκής. Και όταν ξέσπασε η κρίση στην Ευρωζώνη, με διαφορετικά χαρακτηριστικά από χώρα σε χώρα, η λογική του εθνικού συμφέροντος οδήγησε και συνεχίζει να το κάνει, σε πολιτικές, οι οποίες συνέβαλλαν στην έκρηξη του ευρωσκεπτικισμού και την έκφραση του σε πολιτικό επίπεδο με τα κόμματα του ακροδεξιού λαϊκισμού.

Τα λάθη και οι παραλήψεις όμως καλύπτουν περισσότερα πεδία. Τόσο το αποφασιστικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών δεν έκριναν σκόπιμο να υπάρξει συστηματική πολιτική διαπολιτισμικής προσέγγισης. Το αποτέλεσμα είναι η διαιώνιση εθνικιστικών στερεοτύπων, τα οποία επηρεάζουν τις σχέσεις των λαών και διαμορφώνουν ένα αρνητικό πλαίσιο σε σχέση με την ανάγκη υπέρβασης αρνητικών εμπειριών κατά τη διάρκεια της ιστορικής διαδρομής της Ευρώπης. Αντί να προωθηθεί η διαπολιτισμική όσμωση των ευρωπαϊκών κοινωνιών με τη δημιουργία κοινωνικών δομών, οι οποίες συμβάλλουν στην προσέγγιση σε πραγματικό χρόνο, αρκούνται οι διαχειριστές κυβερνητικής εξουσίας στην επίκληση του ευρωπαϊκού πνεύματος και πολιτισμού, που έρχονται από το παρελθόν (ελληνική αρχαιότητα, Ρωμαϊκή εποχή, Αναγέννηση…).Και αυτό συμβαίνει, όταν στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και της ψηφιακής πραγματικότητας οι πολιτισμικές αξίες του ευρωπαϊκού παρελθόντος έχουν υποκατασταθεί από την λογική της κοινωνίας του θεάματος και ενός καταναλωτισμού με ηδονιστικά χαρακτηριστικά και αυστηρά ατομικιστικές στοχεύσεις στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού.

Με αυτά τα δεδομένα η διαμόρφωση ευρωπαϊκής κοινής γνώμης στους πολίτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταντά να παίρνει διαστάσεις φαντασίωσης. Ιδιαιτέρως μάλιστα, όταν τόσο οι κυβερνήσεις όσο και τα κόμματα των ευρωπαίων «εταίρων» οχυρώνονται πίσω από τη λογική του εθνικού συμφέροντος και της εθνικής κυριαρχίας. Είναι δε σχήμα οξύμωρο να γίνεται η επίκληση τους, όταν το κεφάλαιο έχει αφεθεί ελεύθερο να αλωνίζει σε πλανητικό επίπεδο ανάλογα με το βαθμό εξυπηρέτησης των συμφερόντων του. Οπότε έχουμε το φαινόμενο να γίνονται επενδύσεις με βάση τις ευνοϊκότερες συνθήκες για συσσώρευση πλούτου και ταυτοχρόνως να μειώνεται το κοινωνικό κράτος και να αυξάνεται η φτώχια στην Ευρώπη. Αυτές οι εξελίξεις δικαιολογούν την ανασφάλεια και τις φοβίες των ευρωπαϊκών κοινωνιών σε σχέση με το μέλλον, που αξιοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τα ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα.

Αυτές οι συνθήκες δεν επιτρέπουν την ύπαρξη προσδοκιών, ότι έχουν δρομολογηθεί διαδικασίες σε κοινωνικό επίπεδο γα την διαμόρφωση ευρωπαϊκής συνείδησης στους πολίτες. Η πολιτική νομιμοποίηση για τη διαχείριση ακόμη και ευρωπαϊκών θεμάτων, η οποία παρέχεται σε εθνικό επίπεδο, λειτουργεί ανασταλτικά σε σχέση με την προοπτική διαμόρφωσης ευρωπαϊκών κριτηρίων στη συνείδηση του πολίτη, με βάση τα οποία κρίνει και αξιολογεί την πραγματικότητα. Ακόμη και οι ευρωβουλευτές, ανεξαρτήτως κομματικής ένταξης, λειτουργούν με βάση εθνικά κριτήρια, διότι θα λογοδοτήσουν σε εθνικό ακροατήριο με αντίστοιχα κριτήρια στην αξιολόγηση, που κάνει. Είναι εμφανές, ότι η πολιτική λειτουργία σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει εθνικές αγκυλώσεις. Και αυτό αφορά τόσο στο πολιτικό σύστημα όσο και στους πολίτες των επιμέρους κοινωνιών. Γι’αυτό η έννοια του ευρωπαίου πολίτη είναι ακόμη ζητούμενο.

Ανάλογη είναι και η κατάσταση σε ό,τι αφορά την διαμόρφωση ευρωπαϊκών συλλογικών υποκειμένων τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Τα υποτιθέμενα ευρωπαϊκά κόμματα, από το συντηρητικό Λαϊκό μέχρι το Σοσιαλιστικό και αυτό της Αριστεράς, αποτελούν μη λειτουργική τεχνητή συγκόλληση ή μάλλον συνεύρεση ανά διαστήματα, παράλληλα με τις συνεδριάσεις του αποφασιστικού οργάνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο συγκροτούν οι πρωθυπουργοί των κρατών-μελών. Σε τέτοιας ποιότητας διαδικασίες δεν επέρχεται πολιτική όσμωση. Απλά τα κόμματα των ισχυρών χωρών οριοθετούν τις κατευθυντήριες γραμμές, κατ’εικόνα και ομοίωση του συμβουλίου των πρωθυπουργών. Είναι καλύτερα να μην τρέφουμε αυταπάτες.

Πρέπει να γίνει ουσιαστική δουλειά για την προώθηση μιας λειτουργικής και κοινωνικά δίκαιης ενοποίησης. Ειδάλλως ο ακροδεξιός λαϊκισμός στην Ευρώπη θα επιταχύνει την διάλυση της και μαζί με αυτήν την κατάρρευση των επιμέρους κοινωνιών. Σε μια παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα γηράσκουσες κοινωνίες με οικονομικά προβλήματα δεν θα αντέξουν τις επιπτώσεις τόσο των εσωτερικών τους προβλημάτων και αντιθέσεων (δημογραφική ανισορροπία, κοινωνική ασφάλιση κλπ.) όσο και τις επιπτώσεις των νέων γεωπολιτικών ισορροπιών και της κλιματικής αλλαγής. Ο σύγχρονος κόσμος δεν συγχωρεί την εσωστρέφεια, τον εθνικισμό και τον ακροδεξιό λαϊκισμό, όταν η παγκοσμιοποίηση κεφαλαίου και εργασίας από το ένα μέρος και η επιστημονική γνώση και οι τεχνολογικές της εφαρμογές από το άλλο οριοθετούν τη δυναμική της εξέλιξης. Η Ευρώπη ενωμένη χωρίς τις ακροδεξιές αγκυλώσεις μπορεί να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα, αρκεί να επιταχύνει τον βηματισμό προς τη σωστή κατεύθυνση.