Mετά από τέσσερις τουλάχιστον δεκαετίες από την περίοδο της μεταπολίτευσης και τη ριζοσπαστικοποίηση των πολιτικών επιλογών των Ελλήνων πολιτών, παρατηρούμε μια αλλαγή στις προτιμήσεις τους που τουλάχιστον μας ξενίζουν. Και τούτο, καθόσον σύμφωνα με τις θεωρήσεις μας, την επιστροφή στις συντηρητικές επιλογές την κρίνουμε ως οπισθοδρόμηση.
Το Ευρωπαϊκό πλαίσιο
Μετά τη μεταπολίτευση του ΄74 , εμφανίστηκε μια έντονη ριζοσπαστικοποίηση στις πολιτικές προτιμήσεις των Ελλήνων πολιτών. Παρόμοιο βέβαια κλίμα υπήρχε εκείνη την περίοδο και στις άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, όπως στην Ισπανία του Φελίπε Γκονζάλες , στην Πορτογαλία του Μάριο Σοάρες , στην Γαλλία του Φρανσουά Μιτεράν , στην Ιταλία του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Όμως και σε χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, όπως στην Αυστρία , στην Δ. Γερμανία και στις Σκανδιναβικές χώρες, συνέβαινε κάτι ανάλογο. Σε όλες αυτές, υπήρξε μεγάλη άνοδος των σοσιαλιστικών και των αριστερών κομμάτων. Ένας άνεμος προοδευτικότητας ‘’σάρωνε’’ τον Ευρωπαϊκό χώρο και σε όλες υπήρξαν σοσιαλιστικές (κεντροαριστερές) κυβερνήσεις. Έπειτα όμως από μια δεκαετία περίπου, αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο άρχισαν να εμφανίζονται γκρίζα σύννεφα στα κεντροαριστερά στρατόπεδα. Οι αιτίες της κρίσης των προοδευτικών κομμάτων και κυβερνήσεων ήταν πολλές και ίσως και διαφορετικές για την κάθε χώρα. Σίγουρα στην υπόθεση αυτή, έπαιξαν σημαντικό ρόλο και οι κοσμογονικές αλλαγές που προέκυψαν με τη πτώση του τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Η Ελληνική εμπειρία
Η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση του Ελληνικού πληθυσμού, ο οποίος γοητεύτηκε από τη φρασεολογία περί ισότητας των πολιτών, ισονομίας και ισοπολιτείας, της απόδοσης δικαιοσύνης, του αγώνα για πραγματική Εθνική ανεξαρτησία, εκφράστηκε με την υπερψήφιση του ΠΑΣΟΚ και του αρχηγού του, του Ανδρέα Παπανδρέου. Επίσης υπερψηφίστηκαν και άλλοι προοδευτικοί σχηματισμοί. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, σίγουρα επέφεραν μεγάλη κοινωνική και οικονομική πρόοδο στη χώρα προς όφελος των πολιτών. Όμως το γενικό πολιτικοκοινωνικό κλίμα του σύγχρονου τρόπου ζωής που είχε διαμορφωθεί στην Ευρώπη δεν άφηνε ανεπηρέαστη και την Ελληνική πραγματικότητα. Η εμπειρία της προοδευτικής διακυβέρνησης, κατέδειξε ότι δεν επιτεύχθηκε ικανοποιητική εξέλιξη σε θέματα διαδικασιών στη Δημόσια διοίκηση αλλά και στην καθημερινότητα. Θα λέγαμε ότι δεν κατάφερε να αναβαθμίσει το πολιτιστικο-κοινωνικό στάτους των Ελλήνων πολιτών στο βαθμό που ήταν αναγκαίο. Αντί για γενναίες παρεμβάσεις στην ποιότητα της μόρφωσης και των τεχνών, ώστε να ενδυναμωθεί η πνευματική καλλιέργεια του πληθυσμού, αρκέστηκε στην ίδρυση ή και στην αναβάθμιση των πολιτιστικών συλλόγων. Η εκσυγχρονιστική τάση και η εφαρμογή των πρώτων μέτρων κοινωνικής εξέλιξης από τον Κώστα Σημίτη, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ήταν μια απόλυτα αναγκαία επιλογή. Όμως οι αλλαγές αυτές δυστυχώς είχαν ήδη καθυστερήσει να έρθουν στην χώρα μας και έτσι δεν προλάβαινε η Ελληνική κοινωνία να κατακτήσει και να ενσωματώσει στάσεις και νοοτροπίες οι οποίες θα έπρεπε να είχαν κατακτηθεί ίσως και μια δεκαετία νωρίτερα. Υπήρχε μια μεγάλη υστέρηση της Ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με τις μεγάλες εξελίξεις που συνέβαιναν διεθνώς και κυρίως στον Ευρωπαϊκό χώρο. Όπως αποδείχτηκε, οι προσδοκίες και οι απαιτήσεις της Ελληνικής κοινωνίας ήταν πολύ μεγαλύτερες πια από τις δυνατότητες προσφοράς των κυβερνήσεων. Η Ελληνική διοίκηση δεν κατάφερε να προχωρήσει στις δομικές αλλαγές που χρειάζονταν για να καλύπτει τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες των Ελλήνων πολιτών. Έτσι δημιουργήθηκε μια γενικευμένη δυσφορία προς τους κυβερνώντες. Αυτό εκφράστηκε ήδη από τις εκλογές του 2004, όπου οι Έλληνες πολίτες θέλοντας να δηλώσουν την απογοήτευσή τους προς το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνησή του, επέλεξαν για κυβέρνηση την συντηρητική παράταξη μετά από 23 χρόνια συνεχών επιλογών του ΠΑΣΟΚ. Στην συνεχόμενη αυτή περίοδο των 23 χρόνων, διαμεσολάβησε μόνο το χρονικό διάστημα ’89-93 όταν αλλότριες δυνάμεις κατάφεραν να δηλητηριάσουν την πολιτική ζωή της Ελλάδας και να απομακρύνουν το ΠΑΣΟΚ από τη κυβέρνηση. Όμως η πολιτική προτίμηση των Ελλήνων πολιτών στη συντηρητική παράταξη στις εκλογές του 2004, εξαντλήθηκε μετά από 5 χρόνια όταν στις εκλογές του 2009, επανέφερε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία.
Ερμηνεύοντας την απογοήτευση από την προοδευτική παράταξη
Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε την απομάκρυνση των Ελλήνων πολιτών από την προοδευτική παράταξη στις εκλογές του 2004, παραθέτουμε τους παρακάτω παράγοντες.
I.Η καθυστέρηση να εφαρμοστούν οι εκσυγχρονιστικές πολιτικές οι οποίες θα έπρεπε να εφαρμοστούν από τη δεκαετία του ΄80.
II.Η αδυναμία των κυβερνήσεων να επιλέγουν ικανά στελέχη στην ανώτερη διοίκηση που κυρίως προέρχονταν από τις κομματικές αγκυλώσεις. Αυτό προκαλούσε υστέρηση στην αποτελεσματικότητα και την παραγωγή έργου. Για παράδειγμα αναφέρουμε το βάλτωμα των Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών, που είχε σαν αποτέλεσμα τη συσσώρευση χρεών δισεκατομμυρίων και την αδυναμία εξόφλησής τους, η οποία με τη σειρά της συμπαρέσυρε στην καταστροφή την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας. Ένα άλλο παράδειγμα ήταν η πολύ μεγάλη καθυστέρηση στο σύστημα διοίκησης των νοσοκομείων του ΕΣΥ, το οποίο επιτεύχθηκε μόλις το 2001. Αυτό επίσης είχε σαν συνέπεια τα τεράστια χρέη των δημόσιων νοσοκομείων και το μεγάλο έλλειμα χρηστής τους διοίκησης.
III.Η αδυναμία του πολιτικού φορέα να επινοεί σύγχρονες και αποδοτικές πολιτικές που θα έφερναν τη χώρα σε θέση να καλύψει το κοινωνικό της έλλειμα απέναντι στις χώρες εταίρους πια της Ευρώπης. Όντες πια πλήρως στην Ε.Ε. και στην ΟΝΕ από το 2000 οφείλαμε να ακολουθούμε τις κοινοτικές νόρμες.
IV.Η μεγάλη αδυναμία των κυβερνήσεων να αντιμετωπίζουν τα σοβαρά προβλήματα διαφθοράς που παρουσιάζονταν. Η αδυναμία αυτή επίσης προέρχονταν από τις κομματικές αγκυλώσεις και την αρτηριοσκληρωτική λειτουργία του κόμματος.
Η οικονομική κρίση και η κατάρρευση της εμπιστοσύνης
Η εμφάνιση της οικονομικής κρίσης και ένα πλήθος από κυβερνητικά αλλά και κομματικά λάθη οδήγησαν στο να καταλογιστεί στο ΠΑΣΟΚ, άδικα βέβαια, ολόκληρη η ευθύνη για την καταστροφική κατάσταση της οικονομίας που βίωσε η Ελληνική κοινωνία. Ένα συναίσθημα έντονου θυμού κατά του ΠΑΣΟΚ βίωσαν οι Έλληνες πολίτες και αυτό εκφράστηκε με το ντροπιαστικό ποσοστό του 5% στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015. Τόσο στις εκλογές αυτές όσο και στις επόμενες τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου το ΠΑΣΟΚ απαξιώθηκε εντελώς και οι ελπίδες των Ελλήνων πολιτών στράφηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που προσπάθησε να επαναφέρει τη χώρα στην δημοσιονομική κανονικότητα, το κατάφερε μεν αλλά με τεράστιο κόστος για τους Έλληνες πολίτες, με την υπογραφή των μνημονίων. Στις επόμενες εκλογές τον Ιούνιο του 2019 οι Έλληνες πολίτες απέσυραν την εμπιστοσύνη τους προς τον ΣΥΡΙΖΑ και εμπιστεύτηκαν ξανά την διακυβέρνηση της χώρας, μετά από μία δεκαετία στην συντηρητική παράταξη. Το ίδιο επαναλήφθηκε και τον Ιούνιο του 2023.
Οι ‘’δομικές΄΄ αλλαγές στη πολιτική σκέψη των Ελλήνων πολιτών Πράγματι μετά από τέσσερις τουλάχιστον δεκαετίες από την περίοδο της μεταπολίτευσης και τη ριζοσπαστικοποίηση των πολιτικών επιλογών των Ελλήνων πολιτών παρατηρούμε μια αλλαγή στις προτιμήσεις τους, που τουλάχιστον μας ξενίζουν αφού σύμφωνα με τις θεωρήσεις μας, την επιστροφή στις συντηρητικές επιλογές την κρίνουμε ως οπισθοδρόμηση. Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε αυτή την στροφή, εξετάζουμε κάποιους παράγοντες που κατά τη γνώμη μας συνετέλεσαν σε αυτό:
I . Σαν πρώτο παράγοντα στην επιστροφή αυτή , θεωρούμε την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης, η οποία ομολογουμένως ήταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση η οποία τρόμαξε τους πάντες. Είναι αποδεδειγμένο κοινωνιολογικά ότι μετά από μια σκληρή δοκιμασία, οι συμπεριφορές των ανθρώπων διαφοροποιούνται ως προς την ανάληψη ρίσκου και επιχειρούμενων πειραματισμών. Οι πολίτες ‘’μαζεύονται’’ περισσότερο, αναζητώντας πιο ασφαλείς λύσεις, εγκαταλείποντας κάποιους πειραματισμούς και ανοίγματα σε καινοτομίες ακόμη κι αν υπάρχει η ελπίδα ότι μακροπρόθεσμα αυτά θα τους επιφέρουν οφέλη. Οδηγούμαστε δηλαδή σε πλέον συντηρητικές επιλογές.
II. Σαν δεύτερο παράγοντα θεωρούμε το ότι στην συνείδηση των Ελλήνων πολιτών απομυθοποιήθηκαν οι βασικές έννοιες του δημοκρατικού σοσιαλισμού ή της σοσιαλδημοκρατίας οι οποίες πράγματι τους γοήτευαν τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Αυτό μάλιστα στην συνείδηση των πολιτών οριστικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο όταν και για την περίοδο 2015 – 2019 μια άλλη ‘’αριστερή’’ όπως αυτοαποκαλούνταν ή ‘’κεντροαριστερή’’ παράταξη βρέθηκε στη εξουσία και πάλι όμως οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν. Άρα οι έννοιες περί της ‘’ολικής’’ ισότητας ή περί των ‘’κοινωνικοποιήσεων των μέσων παραγωγής’’ αποδεικνύονται ότι είναι μόνον γοητευτικές φραστικές διατυπώσεις. Η πραγματικότητα στην διαχείριση της εθνικής εξουσίας τουλάχιστον στον δυτικό μας κόσμο αποδεικνύεται πολύ πιο πεζή και σκληρή, προσκείμενη περισσότερο στα συμφέροντα των δυνατών. Και πάλι μετά την απομυθοποίηση αυτή, η κατάληξη είναι οι συντηρητικές επιλογές οι οποίες κρίνονται ως οι πλέον ασφαλείς και με τους λιγότερους ‘’μπελάδες’’ ή αλλιώς αναλαμβανόμενα ρίσκα.
III.Σαν τρίτο παράγοντα θεωρούμε την απαξίωση ικανού μέρους των Ελλήνων πολιτών και κυρίως των νέων προς τα πολιτικά πρόσωπα. Αξία και αίγλη συνήθως αποδιδόταν σε πολιτικά πρόσωπα κυρίως του προοδευτικού χώρου και τις περισσότερες φορές αυτό προέκυπτε λόγω της φήμης τους για τους κοινωνικούς τους αγώνες για την προάσπιση της δημοκρατίας ή των πανανθρώπινων δικαιωμάτων. Τα πρόσωπα αυτά που ενίοτε έφταναν και στην κατάσταση των προβεβλημένων κοινωνικών ειδώλων, εξέλειπαν πλέον. Χάθηκαν λοιπόν τα ‘’ηρωικά πρόσωπα’’ των αγώνων και της κοινωνικής προσφοράς. Η απαξίωση αυτή και η γενική θεώρηση ότι ‘’όλοι ίδιοι είναι’’, και πάλι ευνοεί τις συντηρητικές επιλογές.
Καταλήγοντας σε μια σοσιαλδημοκρατική επιλογή
Αφού λοιπόν η ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής σκέψης των Ελλήνων πολιτών έχει εκλείψει και οι ‘’αριστερίζουσες’’ θέσεις έχουν πια απομυθοποιηθεί, αφού αποδείχτηκε η αδυναμία εφαρμογής τους, οι πολιτικές επιλογές εκείνων οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους προοδευτικούς, κινούνται γύρω από τον ‘’σοσιαλδημοκρατικό χώρο ’’. Όμως και παρόλες τις αντιφάσεις και την σχετική αδυναμία ενιαίας έκφρασης που έχει εμφανίσει στις θέσεις του ο προοδευτικός χώρος της χώρας μας, θεωρούμε ότι σήμερα πια διακατέχεται από μια μεγαλύτερη ωριμότητα και ικανότητα κριτικής σκέψης.
Τα κριτήρια για μια προοδευτική επιλογή
Αναλύοντας όλα τα παραπάνω και προσπαθώντας να σκιαγραφήσουμε το πολιτικό μοντέλο που πλέον σήμερα θα καταστεί ελκυστικό σε εκείνους τους Έλληνες πολίτες οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους φύσει ή θέσει προοδευτικούς, καταλήγουμε στα παρακάτω:
I.O πολιτικός φορέας που θα τους συγκινήσει θα πρέπει κατά πρώτον να τους αποπνέει πολιτική σταθερότητα και ασφάλεια. Η αίσθηση ασφάλειας αναφέρεται κυρίως στην εισοδηματική και την γενικότερη οικονομική τους θέση. Την ίδια αίσθηση θα πρέπει να έχουν και για τον αρχηγό της παράταξης καθώς και για την ηγετική του ομάδα.
II.Όμως ο πολιτικός αυτός φορέας, για να καταστεί ελκυστικός και στη συνείδησή τους, θα πρέπει να διακηρύσσει και θέσεις που πραγματικά θα αποδεικνύουν τον προοδευτικό του προσανατολισμό και θα σχετίζονται με μια πιο δίκαιη και γενναία φορολόγηση του παραγόμενου μεγάλου ιδιωτικού πλούτου .
III.Οι θέσεις αυτές θα πρέπει να χαρακτηρίζονται ως αρκετά καινοτόμες και εμφανώς να αποδεικνύουν ότι συντείνουν σε μια πιο δίκαιη κατανομή του παραγόμενου εθνικού πλούτου. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην διαχείριση και αντιμετώπιση των ολιγοπωλιακών συμφερόντων που συνήθως προσπαθούν να χειραγωγήσουν τη παραγωγή αλλά και τις αγορές εις βάρος των λαϊκών συμφερόντων.
IV.Βεβαίως θα πρέπει απαραίτητα να εκφράζονται θέσεις που θα καταδεικνύουν τη προσπάθεια για πολύ μεγαλύτερη παραγωγή εθνικού πλούτου με σαφέστατες και συγκεκριμένες έξυπνες και καινοτόμες προτάσεις για τις οποίες ο πολιτικός φορέας θα δεσμευθεί ότι θα τις ολοκληρώσει και θα τις εφαρμόσει.
V.Θα διακηρύττει επίσης σαφέστατα ότι ακρογωνιαίος λίθος της χρηστής διακυβέρνησης της χώρας θα παραμένει η ενίσχυση του χαρακτήρα τόσο των δημόσιων νοσοκομείων όσο και της δημόσιας εκπαίδευσης. Εί δυνατόν θα μπορούσαν να ανακοινωθούν συγκεκριμένα ποσοστά δαπανών επί του εθνικού ΑΕΠ για τον κάθε ένα από τους τομείς αυτούς.
VI.Εφόσον οι δύο πλέον δυναμικοί τομείς οικονομικής δραστηριότητας για τη χώρα μας κρίνονται εκείνοι του τουρισμού και της γεωργίας, θα ανακοινωθεί η αναβάθμιση των υπηρεσιών τους σε Υπερυπουργεία πρώτης προτεραιότητας.
VII.Όμως και με την αφορμή των χιλιάδων Ελλήνων επιστημόνων που διαπρέπουν στο εξωτερικό και με στόχο τον επαναπατρισμό τους και την αξιοποίηση των γνώσεών τους είτε στην Πανεπιστημιακή εκπαίδευση είτε στον καινοτόμο χώρο των νέων τεχνολογιών και των νεοφυών επιχειρήσεων, θα ανακοινωθεί η ίδρυση δύο νέων υπουργείων. Του επαναπατρισμού των επιστημόνων, αλλά και η αναβάθμιση της Γ.Γ. Γραμματείας έρευνας και τεχνολογίας σε υπουργείο νέων τεχνολογιών και νεοφυών επιχειρήσεων, με ουσιαστική εκχώρηση αρμοδιοτήτων από άλλα υπουργεία.
Ο οδικός χάρτης συζήτησης και έγκρισης
Για να τύχουν βέβαια τα κριτήρια αυτά και όσα άλλα ακόμη θα μπορούσαν να ενσωματωθούν σε ένα πολιτικό μανιφέστο, προμετωπίδα των πολιτικών θέσεων του πολιτικού φορέα, θα πρέπει να τύχουν εκτενούς οικονομικο-τεχνικής επεξεργασίας από ειδική επιτροπή που θα συντάξει και σχετική εισηγητική έκθεση. Κατόπιν θα πρέπει να τύχουν και πολιτικής νομιμοποίησης από τα ανάλογα όργανα του πολιτικού φορέα, όπως το Συνέδριο θέσεων.