Στις 24 Ιουλίου γιορτάστηκε στο Προεδρικό Μέγαρο η 51η επέτειος της αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα μας. Ο πανηγυρικός της ημέρας, που εκφωνήθηκε από τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο, όπως και το επίσημο dress code δεν κατάφεραν να μειώσουν την εντύπωση ότι η πολιτειακή αυτή εκδήλωση αποκλίνει σταδιακά από το ιστορικό της περιεχόμενο. Τα παραπολιτικά σχόλια και οι αναρτήσεις με στυλιστικό περιεχόμενο είναι χαρακτηριστικά. Η παρουσία των αντιστασιακών αγωνιστών της δημοκρατίας περνάει σε δεύτερη μοίρα καθώς τα επικοινωνιακά τεχνάσματα και οι κινήσεις εντυπωσιασμού βρίσκονται πλέον στην πρώτη γραμμή.
Ωστόσο, οι «παρασπονδίες» αυτές είναι αμελητέες μπροστά στη φιέστα με την οποία «τίμησε» συμβολικά η Βουλή τη δημοκρατία, στην τελευταία συνεδρίαση μιας περιόδου, κατά την οποία κυριάρχησαν οι συζητήσεις για την τραγωδία των Τεμπών και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Προσωπικοί διαξιφισμοί, ανούσιες αντιπαραθέσεις και διαδοχικές αποχωρήσεις συμπλήρωσαν το τοξικό παζλ ενός Κοινοβουλίου που κάνει ότι μπορεί για να απογοητεύσει τους πολίτες. Μετά από μισό αιώνα μεταπολιτευτικής δημοκρατίας η κυβέρνηση επέμεινε πεισματικά να προστατέψει τα παιδιά της - και την ενότητα της αυτοδυναμίας της - σε βάρος της αξιοπιστίας της.
Ίσως για πρώτη φορά η διάκριση των εξουσιών έχει γίνει τόσο θολή. Η εκτελεστική εξουσία έχει μόνιμα αναμμένο το πράσινο φως της νομοθετικής η οποία κυριαρχείται, μετά το 2019, από την δυο φορές επικυρωμένη εκλογική αυτοδυναμία της ΝΔ. Η κυβερνητική παντοκρατορία έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο τη λειτουργία των συνταγματικά θεσμοθετημένων ειδικών επιτροπών της Βουλής - εξεταστική, προανακριτική - θέτοντας περιοριστικό πλαίσιο στο έργο της δικαστικής εξουσίας προκειμένου για τα πολιτικά πρόσωπα που παρεπέμφθησαν σε αυτές. Το αδιέξοδο έχει επεκταθεί ακόμα και στη στελέχωση των Ανεξάρτητων Αρχών, παρά τη μείωση του ορίου συναίνεσης στα 3/5 της διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής.
Το πρόβλημα δεν είναι βέβαια οι δημοκρατικοί θεσμοί αλλά η καταστρατήγηση του ρόλου τους, από τα κόμματα, προκειμένου να υπηρετήσουν τις πολιτικές τους σκοπιμότητες. Έτσι, η αυτοδυναμία της κάλπης λειτουργεί για την κυβέρνηση καταχρηστικά σε βάρος της διαφάνειας, του σεβασμού των διαδικασιών και της ανάγκης για την επίτευξη ευρύτερων συναινέσεων. Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση θεωρεί ότι νομιμοποιείται να απαξιώνει τη λαϊκή ψήφο μιλώντας για χούντα. Η ανάγκη για ουσιαστική και σε βάθος έρευνα των ειδικών επιτροπών της Βουλής έχει αντικατασταθεί από την αντιπαράθεση προαποφασισμένων κομματικών πορισμάτων ενώ το έργο των Ανεξάρτητων Αρχών κρίνεται από την ταύτισή τους, ή μη, με συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές.
Η απωθητική εικόνα της Βουλής είναι απόρροια της συνεχιζόμενης, έξι χρόνια μετά την έξοδο από τα μνημόνια, ασυμμετρίας του πολιτικού συστήματος. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία φαίνεται να ενδιαφέρεται περισσότερο για την κυβερνητική συνοχή από την κοινωνική. Η αποκατάσταση της ισορροπίας στο πολιτικό σκηνικό δεν μπορεί παρά να έρθει ως αποτέλεσμα της συσπείρωσης του ευρύτερου προοδευτικού και μεταρρυθμιστικού κεντρώου και κεντροαριστερού χώρου γύρω από ένα εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης. Ένα σχέδιο σύγχρονο και ρεαλιστικό, απαλλαγμένο από παραλυτικές ισορροπίες και σύνδρομα του παρελθόντος, μακριά από το τοξικό κλίμα που γιγαντώνει την απειλή του λαϊκισμού και υπονομεύει τη δημοκρατία.
Δημοσιεύεται και στα ΝΕΑ 2/8/2025
Πηγή: www.tanea.gr