Ο επίμονος κηπουρός Τάσος Γιαννίτσης

Αννυ Ποδηματά 27 Σεπ 2025

Διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση «Ελλάδα 1953-1924: Χρόνος και Πολιτική Οικονομία», που θα παρουσιαστεί στο Μέγαρο Μουσικής, μεθαύριο, Δευτέρα, μου ήρθε  στο μυαλό ο χαρακτηρισμός «επίμονος κηπουρός».

Ο συνειρμός δεν έχει καμία σχέση με την ομώνυμη κινηματογραφική ταινία, που περιγράφει την Οδύσσεια ενός συζύγου στην επίμονη προσπάθειά του να ανακαλύψει τα αίτια θανάτου της γυναίκας του. Στην περίπτωσή  μας προκύπτει από την επιμονή  -σχεδόν εμμονή- του συγγραφέα να αναδείξει και να αναλύσει με επιχειρήματα και πλούσια βιβλιογραφική τεκμηρίωση χρόνιες παθογένειες  στην οικονομία, την κοινωνία και κυρίως στο πολιτικό σύστημα, που λειτουργούν ως διαχρονικά βαρίδια και εμποδίζουν τη χώρα να κάνει τα απαραίτητα άλματα μπροστά.

Στο τελευταίο, 8ο κεφάλαιο του βιβλίου, δεν υπάρχει η «αποκάλυψη της αλήθειας». Υπάρχει η αγωνία αλλά και η ελπίδα ότι όλα όσα περιγράφηκαν στα κεφάλαια 1-7,  για την «εθνική διαδρομή» 1950-2024, θα προκαλέσουν αφύπνιση. Θα μας ξυπνήσουν, θα μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε ότι  πλέον είμαστε αντιμέτωποι με νέους μεγάλους κινδύνους (ανατροπές στο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό status quo, ενεργειακό, κλιματική κρίση, τεχνολογική υστέρηση και βεβαίως γήρανση) και  γι’ αυτό «είναι αναγκαίο να επικεντρωθούμε στην αντιμετώπιση των πιο σημαντικών αδυναμιών και στην ενίσχυση των δυνατοτήτων μας».

Με ποιους βασικούς στόχους πρέπει να πορευθεί η χώρα «στο δύσκολο και θολό τοπίο των μεγάλων αλλαγών»; Κατά τον συγγραφέα, τα ζητούμενα που πρέπει να έχουν απόλυτη προτεραιότητα από εδώ και πέρα είναι:

-Η ισχυροποίηση του παραγωγικού συστήματος και της οικονομίας συνολικότερα.

-Οι αλλαγές στο υπόδειγμα διακυβέρνησης και η ενσωμάτωση της «αρχής της προνοητικότητας» στις πολιτικές.

-Μια αναπτυξιακή βιομηχανική πολιτική και βεβαίως:

-Η προστασία της δημοκρατίας.

Κάποιοι θα σκεφτούν, αυτά δεν είναι δα και «πυρηνική φυσική» κι επιπλέον, για καθένα από αυτά, έχουν χυθεί τόνοι μελάνι κατά καιρούς.

Η διαφορά είναι ότι σήμερα,  αυτά δεν μπορούν πια να προσεγγίζονται αυτοτελώς και μεμονωμένα. Στο σημερινό κόσμο,  το υπάρχον οικονομικό μοντέλο, το (ανεξαρτήτως κομμάτων) υπόδειγμα διακυβέρνησης, η απουσία μακροχρόνιου αναπτυξιακού/βιομηχανικού σχεδιασμού και οι νέες (εισαγόμενες ή ενδογενείς) απειλές για τη δημοκρατία είναι αλληλοεπηρεαζόμενα και αλληλένδετα ζητήματα. Εάν δεν αντιμετωπιστούν, με μια ολιστική προσέγγιση, δημιουργούνται κίνδυνοι που υπερβαίνουν κατά πολύ την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας.   

Με ένα τρόπο ο Τ. Γιαννίτσης υπονοεί για τη χώρα, αυτό που ευθαρσώς είπε  πριν από ένα χρόνο ο Μ. Ντράγκι αναφερόμενος στην Ευρώπη: Ότι, δηλαδή, το πραγματικό διακύβευμα δεν είναι η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά η κυριαρχία, η ευημερία, το ευρωπαϊκό κοινωνικό  μοντέλο. Ο Γιαννίτσης, στον επίλογο του βιβλίου, κάνει παρεμφερείς  επισημάνσεις, τονίζοντας  ότι «βρισκόμαστε σε μια καμπή όπου καθιερωμένες αξίες και σχέσεις θα δοκιμαστούν. Κι ότι τέτοιες προοπτικές αποτελούν , από μόνες τους, αμφίπλευρο κίνδυνο και για την ανάπτυξη και για τη δημοκρατία». .

Υπερβολές, θα σκεφτούν κάποιοι. Άλλωστε αν κρίνουμε από τα όσα έγιναν στην Ευρώπη στον ένα χρόνο από τη δημοσίευση της Έκθεσης Ντράγκι, είναι σαφές ότι το μήνυμά του δεν έχει ακόμα αφομοιωθεί.

Υπερβολές και η αγωνία του Γιαννίτση;

Η προσεκτική ανάγνωση της 75ετούς πορείας της χώρας που διατρέχει  το βιβλίο δείχνει ένα πράγμα ξεκάθαρα: Ότι  χρόνιες παθογένειες -πολιτικές, οικονομικές, πολιτισμικές, κοινωνικές-που εμφανίστηκαν στα πρώτα μεταπολεμικά ή και μεταπολιτευτικά χρόνια και  εμπόδισαν την πραγματική σύγκλιση της χώρας με την υπόλοιπη Ευρώπη, είναι ακόμα εδώ. Με τα πάνω τους και τα κάτω τους ασφαλώς, με ευδιάκριτες περιόδους θετικών εκπλήξεων, αλλά, πάντως  ακόμα ζωντανές, παρούσες. 

Ο συγγραφέας διερωτάται:

«Τί εμπόδιζε τόσες κυβερνήσεις να κάνουν παρεμβάσεις ευρύτερης εμβέλειας ακόμα και σε πεδία που έδειχναν να είναι εξαιρετικά προβληματικά ή να οδηγούνται σε αποδυνάμωση ακόμα και σε κατάρρευση;

«Τί σήμαινε και πώς εξηγείται η άρνηση να αντιμετωπιστούν επαρκώς ακόμα πιο γενικά και κρίσιμα θέματα, όπως το ασφαλιστικό, οι τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης, το πρόβλημα της γήρανσης, η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία, η διαφθορά στην κατανομή αγροτικών και άλλων κοινοτικών ενισχύσεων, η αποτελεσματικότερη οργάνωση της απονομής δικαιοσύνης ή των κρατικών λειτουργιών;

«Ποιοι είχαν όφελος από τη στάση αυτή και ποιας μορφής; Γιατί οι κυβερνήσεις υπέκυψαν υπερβολικά στις πιέσεις να γίνουν αρεστές στον βραχυπρόθεσμο εκλογικό κύκλο, παραβλέποντας τις συνέπειες για την παραγωγική βάση και την ομαλή ανάπτυξη της χώρας»;

Ο Τ. Γιαννίτσης θέτει τα ερωτήματα, υπονοεί απαντήσεις, δεν στοχοποιεί αλλά και δεν χαρίζεται σε κανέναν.  Κόμματα, ηγεσίες, ομάδες συμφερόντων, επιχειρηματικές ελίτ, όλα και όλοι είναι αντικείμενο ψύχραιμης και τεκμηριωμένης κριτικής, για νοοτροπίες, πράξεις ή παραλείψεις που στην μακρά διαδρομή των 70 και πλέον ετών, κρατούσαν τη χώρα καθηλωμένη.

Το βιβλίο είναι μακριά από ιδεοληψίες και πάθη. Στις 376 σελίδες του είναι ευδιάκριτο ένα μόνο πάθος ή, αλλιώς, μια εμμονή: Η συμβολή σε μια «εθνική αφύπνιση» ώστε η χώρα να πορευθεί με μεγαλύτερη ασφάλεια στο μέλλον.

Πηγή: www.kreport.gr