Το άδοξο τέλος της χώρας των Σοβιέτ

Γιάννης Μεϊμάρογλου 23 Δεκ 2021



Το ημερολόγιο έδειχνε 26 Δεκεμβρίου 1991 και οι δείκτες του ρολογιού 7:32 όταν υπεστάλη από τον ιστό του Κρεμλίνου, για τελευταία φορά, η Σοβιετική σημαία. Παρά το ότι το επίσημο τέλος της Ένωσης Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών είχε ουσιαστικά προαναγγελθεί από την τελευταία σοβιετική ηγεσία, η εικόνα της σημαίας να κατεβαίνει από τον ιστό αποτέλεσε μια αδιανόητη, μόλις πριν λίγα χρόνια, εξέλιξη για την ανθρωπότητα και πραγματικό σοκ για τους κομμουνιστές όπου γης.

Μπορεί η ηγεσία του ΚΚΕ να απέδωσε την πτώση της ΕΣΣΔ «στη νίκη της αντεπανάστασης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης». Ωστόσο, αυτό το συμπέρασμα δεν στάθηκε αρκετό για να παρηγορήσει τα μέλη του κόμματος και της ΚΝΕ που είχαν διαπαιδαγωγηθεί με τις αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού στα «κρυφά σχολειά» της χούντας και τις κομματικές σχολές της ανατολικής Ευρώπης και παράλληλα είχαν γαλουχηθεί στις σοσιαλιστικές αξίες διαβάζοντας το «Έτσι δενότανε τ’ ατσάλι» του Οστρόφσκι ενώ ταυτόχρονα είχαν στηρίξει την «αποκρούση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων» στην «άνοιξη της Πράγας»

Βέβαια, το τέλος της ΕΣΣΔ δεν ήρθε ως απόρροια μιας διεθνούς ιμπεριαλιστικής συνωμοσίας. Ήρθε ως αποτέλεσμα των ανυπέρβλητων εσωτερικών προβλημάτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» που αποδείχτηκε στην πράξη, ανύπαρκτος. Η κατάργηση κάθε έννοια δημοκρατίας, στο πλαίσιο ενός απολυταρχικού και ανελεύθερου καθεστώτος, μαζί με την παρασιτική κρατική γραφειοκρατία που εγκαθίδρυσε η κομματική νομενκλατούρα οδήγησαν στην απύθμενη διαφθορά, την οικονομική κατάρρευση και την ηθική απαξίωση των θεσμών. Πολλά από τα εντυπωσιακά επιτεύγματα του σοσιαλισμού, είχαν χαρακτήρα επικοινωνιακού εντυπωσιασμού στον ψυχροπολεμικό ανταγωνισμό με τη Δύση.

Στα 70 περίπου χρόνια της διαδρομής της η ΕΣΣΔ έμελε να πρωταγωνιστήσει, θετικά ή αρνητικά, στα μεγάλα γεγονότα του 20ου αιώνα. Ενώ συνέβαλε καθοριστικά στη μεγάλη αντιφασιστική νίκη που σφράγισε τη λήξη του Β’ παγκοσμίου πολέμου ο σταλινισμός από την άλλη, σημάδεψε με τα πιο μελανά χρώματα μια ολόκληρη περίοδο «ιδεολογικών» εκκαθαρίσεων στο κομμουνιστικό κίνημα και ανοιχτών επεμβάσεων στις «αδελφές» χώρες, με πρόσχημα πάντα την υπεράσπιση των σοσιαλιστικών αρχών και την αλληλεγγύη των λαών.

Όσο και αν οι απόψεις επηρεάζονται πάντα από προσωπικά βιώματα και εμπειρίες, δεν μπορεί να αποφύγει κανείς το ρίσκο κάποιων συμπερασμάτων. Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι το ΚΚΕ βρέθηκε από την ίδρυσή του - και εξακολουθεί να βρίσκεται - στη δίνη μιας τεράστιας αντίφασης. Να αγωνίζεται στη χώρα του για την ελευθερία και τη δημοκρατία και, ταυτόχρονα, να αναγκάζεται να προβάλει ως πρότυπα, καθεστώτα που καταπατούσαν με τον πιο αυταρχικό τρόπο τις ανθρώπινες ελευθερίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα. Να πολεμάνε οι Κνίτες, μαζί με όλη τη νεολαία, τα τανκς της χούντας στην Ελλάδα και την ίδια στιγμή να πρέπει να στηρίξουν την επέμβαση των σοβιετικών τανκς στην Τσεχοσλοβακία. Το ΚΚΕ υπήρξε και το ίδιο θύμα του σταλινισμού τον οποίο ασπάστηκε.

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η ταύτιση των νεοναζί με τους κομμουνιστές, στο όνομα της ταύτισης του φασισμού με τον σταλινισμό, είναι ανιστόρητη και επικίνδυνη. Η πρόσφατη εμπειρία της «Χρυσής Αυγής» απέδειξε, με τον πιο οδυνηρό τρόπο, ότι οι νοσταλγοί της σβάστικας είναι αδίστακτοι ρατσιστές και δολοφόνοι. Τριάντα χρόνια μετά το σβήσιμο του «φάρου του σοσιαλισμού» η ανθρωπότητα καλείται να αντιμετωπίσει νέες πρωτόγνωρες προκλήσεις και να βρει κρίσιμες παγκόσμιες ισορροπίες. Η ιστορική εμπειρία της πολυκύμαντης σοβιετικής περιόδου μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί.

Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ