Δύο «όχι» και δυο «ναι» για την Κεντροαριστερά

Χαρά Κεφαλίδου 09 Δεκ 2016

Οι εξελίξεις το επιβεβαιώνουν. Η κυβέρνηση αδυνατεί να βγάλει την χώρα από την κρίση, την ώρα που τα εθνικά θέματα αναζωπυρώνονται. Οι δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν το πρόβλημα. Οχτώ στους δέκα πολίτες δηλώνουν ότι η κυβέρνηση κινείται σε λάθος κατεύθυνση. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός φάσκει και αντιφάσκει: την ώρα που βεβαιώνει ότι θα εξαντλήσει την τετραετία, απειλεί με πρόωρες εκλογές -με δική του ευθύνη βεβαίως- εφόσον δεν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και απαιτηθούν νέα, σκληρά μέτρα από τους δανειστές.

Κι ενώ όλα αυτά μέρα με τη μέρα επιδεινώνουν το πολιτικό κλίμα, η κεντροαριστερά δεν μπορεί να βρει το βηματισμό της. Οι διεργασίες για μια δυναμική φωνή που θα εκφράσει και θα αναζωογονήσει το Κέντρο, καρκινοβατούν. Όσο για τις λύσεις που ακούγονται, σηκώνουν πολλή συζήτηση.

Η αφετηρία αναγέννησης του φορέα που μπορεί να σταθεί αξιόμαχα τόσο απέναντι στον ετερόκλητο συνασπισμό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ όσο και στην ΝΔ που δεσμεύεται από τα «βαρίδια” του πρόσφατου παρελθόντος, περιλαμβάνει δύο «όχι” και δύο προϋποθέσεις.

Στο ερώτημα, αν υπάρχει προοπτική σύμπραξης με το ΣΥΡΙΖΑ -ή έστω με ένα «καλό” τμήμα του- η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική. Η κυβέρνηση ευθύνεται για την επιδείνωση όλων των οικονομικών μεγεθών, επιλέγει πολιτικές που αποκλείουν εξ ορισμού την ανάπτυξη, ενώ εσχάτως φαίνεται να προσφεύγει σε χτυπήματα «κάτω από τη μέση” κατά των πολιτικών της αντιπάλων για να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση που βρίσκεται. Πώς είναι δυνατόν με τέτοια δεδομένα να γίνεται λόγος για ετερόκλητες συμπράξεις;

Στο πώς μπορεί να ανασυγκροτηθεί ο χώρος της Κεντροαριστεράς, εκεί η όποια απάντηση δεν μπορεί να δοθεί με όρους του χτες. Δεν έχουμε ανάγκη από λύσεις «ρετρό”, που αναπαράγουν παλιά αμαρτήματα. Όσοι κοιτούν πίσω, το λιγότερο που κάνουν είναι να καλλιεργούν αυταπάτες στους πολίτες που αγωνιούν και αναζητούν λύσεις.

Το πιο κρίσιμο όμως είναι πως θα πείσουμε τον κόσμο να στραφεί προς εμάς και να μας ακούσει. Δύο είναι οι βασικές προϋποθέσεις.

Η πρώτη έχει να κάνει με την ανανέωση του πολιτικού μας λόγου. Και αυτή μπορεί να έρθει μόνο με την ειλικρινή διατύπωση -χωρίς αστερίσκους- ενός δυναμικού προγράμματος, που να μας βγάζει από το τέλμα των μνημονίων και να ωθεί τη χώρα στο δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης. Όσο συζητάμε για πρόσωπα και οφίτσια, αγνοώντας το περιεχόμενο του πολιτικού και προγραμματικού μας λόγου, δεν μπορούμε να ελπίζουμε στην ανάταση που προσδοκά ο λαός μας.

Η δεύτερη προϋπόθεση έχει να κάνει με το ακροατήριό μας. Αλήθεια, σε ποιους απευθυνόμαστε όταν υποκύπτουμε στον πειρασμό να επικοινωνούμε με όρους αναχρονιστικούς;  Επιμένω πως το κλειδί της επιτυχίας για την ανασυγκρότηση του Κέντρου είναι … να το συναντήσουμε! Να βρούμε διαύλους επικοινωνίας με τους ανθρώπους που παράγουν, πρωτοπορούν, επιχειρούν, καινοτομούν παίρνουν ρίσκα ξεπερνούν την μιζέρια και επιμένουν να κλείνουν τα αυτιά τους στις εύκολες επιλογές , στους λαγούς με πετραχήλια που τους τάζει η κυβέρνηση. Αν τους αφουγκραστούμε και μπολιάσουμε τις σκέψεις μας με το παράδειγμά τους υπάρχουν σοβαρές προϋποθέσεις και στέρεες βάσεις για την ανασυγκρότηση του χώρου μας. Αλλιώς θα βυθιστούμε στη μαύρη τρύπα της εσωστρέφειάς μας…