Η εγχώρια πολιτική ζωή δυσκολεύεται να συγχρονιστεί με το παρόντα χρόνο, τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του. Ο τρόπος που πολιτεύονται όλοι σχεδόν οι συντελεστές της το επαληθεύει. Στην πραγματικότητα αδυνατούν να απεγκλωβιστούν από τις παλιές φόρμουλες. Εξ ου και κυριαρχούν οι παρωχημένες προσεγγίσεις και αντιλήψεις. Οι ιδεοληψίες και οι δοξασίες. Οι μονομέρειες και οι αυταρέσκειες. Οι κοινοτοπίες και οι ξεπερασμένες συνταγές. Οι νέες ιδέες απουσιάζουν ενώ ανακυκλώνονται συνεχώς παλιά και φθαρμένα υλικά.

Η πικρή αλήθεια είναι ότι δεν χρεοκόπησε μόνο η χώρα, αλλά και το πολιτικό της σύστημα. Επίσης και εκείνο το πλέγμα των δυνάμεων που στάθηκε εμπόδιο στην προώθηση των επιβεβλημένων εκσυγχρονιστικών και μεταρρυθμιστικών τομών στο κράτος, στην οικονομία, στους θεσμούς, σε όλους τους καίριους τομείς. Φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί δεν ήταν αποκλειστικά οι κυβερνώντες της μακράς μεταπολιτευτικής περιόδου. Ήταν και οι αντιπολιτευόμενοι, όπως και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες. Το ναυάγιο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Γιαννίτση το καταδεικνύει. Και δεν είναι το μοναδικό. Αρκεί να θυμηθούμε την αποδόμηση της Παιδείας, την κατάρρευση της δημόσιας Υγείας, τις πρωτοφανείς δυσλειτουργίες στην απόδοση της Δικαιοσύνης. Για την υστέρηση μερίδιο ευθύνης αντιστοιχεί σε όλους. Ανάλογα με τον ρόλο του καθενός.

Η ανάδυση του ΣΥΡΙΖΑ σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει επικράτηση νέου πολιτικού υποδείγματος. Σε όλη τη διαδρομή του εξέφραζε τις πιο αναχρονιστικές ιδέες και δυνάμεις, υπερασπιζόμενος ένα παρασιτικό, αντιπαραγωγικό, κρατικοδίαιτο μοντέλο. Εξάλλου και η κυβερνητική του πολιτική αυτό υπηρετεί. Οι οξείες του επικρίσεις εναντίον των «παλιών κομμάτων» στερούνται περιεχομένου, καθώς δεν συνοδεύονται από μια στρατηγική που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες της χώρας και της οικονομίας. Πόσω μάλλον από ένα άλλο ήθος και ύφος εξουσίας. Η δε διαχειριστική ανεπάρκειά του είναι παροιμιώδης.

Επιπλέον η συγκατοίκησή του με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ εκ των πραγμάτων ακυρώνει την περιβόητη «πρώτη φορά Αριστερά». Οι πολιτικές τους σε κρίσιμα ζητήματα αποτελούν προϊόν πολτοποίησης ιδεοληπτικών, κρατικίστικων, λαϊκίστικων, εθνικιστικών και ανερμάτιστων αντιλήψεων. Επιβεβαιώνεται στο Μακεδονικό, στο Κυπριακό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις – παρά τις όποιες διαφορετικές αποχρώσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αγκαλιάζοντας και εκφράζοντας ό,τι πιο συντηρητικό και παρωχημένο, μοιάζει να είναι εμποτισμένος με το παρελθόν. Τα περί νέου που διακηρύσσει αποδεικνύονται φληναφήματα. Ο Αλέξης Τσίπρας απέκτησε υπόσταση, ενσαρκώνοντας την αντίδραση ενός κόσμου που δεν ήθελε να αποδεχθεί την ανάγκη αλλαγών. Η επιχειρούμενη μεταστροφή του προσκρούει σε ενδογενείς αδυναμίες. Η αποκαλούμενη «σοσιαλδημοκρατικοποίησή του» προϋποθέτει έναν άλλο πολιτικό εαυτό, που θα απέχει παρασάγγας από τον σημερινό.

Αλλά και η αντιπολίτευση δυσκολεύεται να κάνει τις απαραίτητες ανατοποθετήσεις. Ο εξοβελισμός του παλιού δεν αντανακλάται στις απόψεις, ούτε στις δυνάμεις που τη συγκροτούν. Η ΝΔ παραμένει μαρμαρωμένος κομματικός μηχανισμός με βασικό της γνώρισμα τις βαρονίες και τα πολιτικά τζάκια. Η πλειονότητα του στελεχικού δυναμικού της βρίσκεται σε δυσαρμονία με τη μεταρρυθμιστική επαγγελία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η αναδίπλωση του τελευταίου στο Μακεδονικό ήταν αποκαλυπτική. Υπέκυψε στον συντηρητικο-εκκλησιαστικό κλοιό. Γι’ αυτό και στο ενδεχόμενο ανάληψης της εξουσίας θα βρεθεί αντιμέτωπος με τη λειψανδρία ικανών στελεχών για να υλοποιήσουν σύγχρονες πολιτικές. Έτσι εξηγείται και το ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης προσπαθεί να αλιεύσει πρόσωπα εκτός κομματικού περιβάλλοντος.

Το μεγάλο παράδοξο, ωστόσο, είναι το Κίνημα Αλλαγής. Το διαφημιζόμενο εγχείρημά του αυτοϋπονομεύεται από τις θέσεις και την ανθρωπογεωγραφία του –χωρίς να λείπουν βεβαίως αρκετές, καθ’ όλα αξιόλογες, προσωπικότητες. Μολονότι πριν από την εκλογή της ηγεσίας του καλλιεργήθηκαν προσδοκίες, εντούτοις στην πράξη, και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, διαψεύστηκαν. Η έλλειψη ισχυρής ηγετικότητας εύλογα το καθιστά ασθενικό. Η Φώφη Γεννηματά με τα χαρακτηριστικά που τη διακρίνουν, περισσότερο παραπέμπει στο «βαθύ» ΠΑΣΟΚ παρά σε σύγχρονη πολιτική παρουσία. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο εξαιτίας των αρχέγονων πασοκικών πολιτικών που υιοθετούνται.

Το βέβαιο είναι ότι το αποτύπωμα του παρελθόντος είναι έντονο στην εγχώρια πολιτική ζωή. Οι κομματικοί σχηματισμοί εμφανίζουν σημάδια αποστέωσης. Αποτέλεσμα, να επαναλαμβάνουν τον παλιό εαυτό τους.  Η δυστοκία τους να  προβούν σε ουσιαστικές αλλαγές και ως προς τις πολιτικές που ενσαρκώνουν και ως προς την ταυτότητα και τη φυσιογνωμία, τους κρατούν σε κατάσταση αδράνειας και στασιμότητας. Ο λόγος τους δεν πείθει. Η εικόνα τους δεν είναι ελκυστική. Η διάσταση διακηρύξεων και έργων ενισχύουν την κρίση εκπροσώπησης και νομιμοποίησης. Η εμπιστοσύνη της πλειονότητας των πολιτών έχει μειωθεί δραματικά. Φαίνεται και στις έρευνες της κοινής γνώμης, αλλά και το αντιλαμβανόμαστε, αποκρυπτογραφώντας τις θεατές και αθέατες πλευρές των εξελίξεων.