Μια φορά κι έναν καιρό, πριν λίγα χρόνια δηλαδή, ήταν ένας θίασος ασυνείδητων παλιάτσων, που γελοιοποιούσε και έφερνε σε κίνδυνο ασφυξίας τη χώρα.
Και σήμερα, από τον "άγνωστο συγγραφέα" ενός φληναφήματος που το λένε βιβλίο - από την ρηχότητα της σκέψης και την απουσία αυτοσεβασμού, καταλάβαμε ποιός είναι - επιχειρείται να εμφανιστεί η επιχείρηση καταστροφής της χώρας σαν "γλυκανάλατο μελόδραμα".
Κε συγγραφέα του φληναφήματος.
Δεν μας νοιάζει αν γράφεις παιδαριώδεις ιστορίες με το όνομα "Ιθάκη", για να ταυτιστείς με τους κακοποιούς που σε έδειραν, επειδή είχες - τότε - άλλη άποψη. Όφειλες να σεβαστείς την αγωνία που περάσαμε. Ακόμη και την δική σου.
Για να καταλάβεις τι περάσαμε - παρ' ότι δεν θα χρειαζόταν, διότι τότε ήσουν μαζί μας - θα σου πω μία ιστορία:
Εκείνο το βράδυ μαζευτήκαμε στο σπίτι των φίλων μου Όλγας Ν. και Γιώργου Ξ. στην Πεντέλη, μία παρέα φίλων, παλιών αριστερών (από αριστεριστές μέχρι "αυτόνομους"), σχεδόν ενστικτωδώς.
Σαν να γνωρίζαμε ότι θα ακολουθούσαν θανάσιμα νέα, τα οποία δεν θα αντέχαμε να ακούσει ο καθένας μόνος του.
Κάποια στιγμή δέχομαι μήνυμα στο κινητό από άτομο το οποίο βρισκόταν μέσα στην κυβερνητική σύσκεψη, που μου έλεγε: "Βάλε τηλεόραση να ακούσεις και προσευχήσου". Πάγωσα μόλις το διάβασα. Όπως και οι άλλοι.
Ανοίξαμε την τηλεόραση και σε λίγο ακούσαμε την φοβερή είδηση, ότι πάμε για δημοψήφισμα. Και αν θυμάμαι καλά, αμέσως ακούσαμε έναν γελοίο τύπο που ήταν και υπουργός, να λέει πως "αύριο ξημερώνει μία όμορφη μέρα". Παραλύσαμε όλοι.
Το κλίμα ήταν σα να έγινε εχθρική εισβολή στη χώρα και δεν ξέραμε πώς να αντιδράσουμε.
Φύγαμε αμέσως, μέσα σε μία αλλόκοτη ατμόσφαιρα. Ίσως να μη χαιρετηθήκαμε. Ίσως να μην είπα καν στην Όλγα, αυτά που της λέω πάντα για τα σπουδαία, με όλη τη σημασία της λέξης, φαγητά της, που είναι σαν να σε αγκαλιάζουν.
Κατεβαίνοντας για την Αθήνα, είδαμε ουρές στα ΑΤΜ έξω από τις τράπεζες, σαν να κηρύχθηκε πόλεμος. Αρνήθηκα να στηθώ. Ήταν κοινή απόφαση με τη γυναίκα μου να αρνηθούμε τον εξευτελισμό, παρ' ότι δεν είχαμε ούτε ένα ευρώ.