Ο Ούγγρος συγγραφέας Λάσλο Κρασναχορκάι τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2025. Ο Ούγγρος συγγραφέας και σεναριογράφος φημίζεται για τα δύσκολα μυθιστορήματά του, συχνά αναφερόμενα ως μεταμοντέρνα, με δυστοπικά και μελαγχολικά θέματα.
Ο Λ. Κρασναχορκάι γεννήθηκε στο Γκιούλα της Ουγγαρίας, στις 5 Ιανουαρίου 1954[18], και ήταν γιος του δικηγόρου Γκυόργκυ Κρασναχορκάι και της εργαζόμενης στην κοινωνική ασφάλιση Γιούλια Παλίνκας (Júlia Pálinkás).
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο Erkel Ferenc, σπούδασε νομικά από το 1973 ως το 1976 στο Πανεπιστήμιο του Σέγκεντ και από το 1976 ως το 1978 στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης. Στη συνέχεια εγγράφηκε στο Τμήμα Φιλολογίας του δεύτερου πανεπιστημίου και υπέβαλε μία διπλωματική εργασία με θέμα το έργο και τις εμπειρίες του Ούγγρου συγγραφέα Σαντόρ Μαράι (1900–1989) μετά τη διαφυγή του από τη χώρα του το 1948 για να αποφύγει το κομμουνιστικό καθεστώς. Κατά τα έτη της φοιτήσεώς του στη Βουδαπέστη ο Κρασναχορκάι εργαζόταν στην «Gondolat Könyvkiadó», έναν εκδοτικό οίκο. Τελείωσε τις σπουδές του το 1983.
Αμέσως μετά, άρχισε να βιοπορίζεται ως συγγραφέας. Το 1985, με την επιτυχία του μυθιστορήματος Sátántangó (= «Το τάγκο του Σατανά»), εκτινάχθηκε στην πρώτη γραμμή της ουγγρικής λογοτεχνικής ζωής. Το δυστοπικό αυτό έργο θεωρείται το διασημότερό του διεθνώς, όντας βραβευμένο στην αγγλική του μετάφραση (Best Translated Book Award 2013).
Ταξίδεψε για πρώτη φορά έξω από την Ουγγαρία (και στον δυτικό κόσμο) το 1987, περνώντας ένα έτος στο τότε Δυτικό Βερολίνο ως κάτοχος μιας υποτροφίας DAAD. Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη, ο Κρασναχορκάι έζησε σε αρκετές διαφορετικές τοποθεσίες.. Το 1990 μπόρεσε να περάσει αρκετό καιρό στην ανατολική Ασία και άντλησε από τις εμπειρίες του στη Μογγολία και στην Κίνα για να γράψει τα Ο αιχμάλωτος της Ούργκα και Καταστροφή και θλίψη κάτω από τους ουρανούς. Από τότε επέστρεψε στην Κίνα αρκετές φορές.
Το 1993 το μυθιστόρημά του Η μελαγχολία της αντίστασης απέσπασε το γερμανικό Bestenliste-Prize για το καλύτερο λογοτεχνικό έργο της χρονιάς Ολοκληρώνοντας το μυθιστόρημα Πόλεμος και πόλεμος, ταξίδεψε πολύ στην Ευρώπη και αφέθηκε στην επίδραση του Αμερικανού ποιητή Άλλεν Γκίνσμπεργκ, ζώντας για λίγο στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη και χαρακτηρίζοντας τις συμβουλές του «πολύτιμες» για την ολοκλήρωση του βιβλίου του[22].
Το 1996, το 2000 και το 2005 πέρασε 6 μήνες στο Κιότο. Η επαφή του με την αισθητική και τη λογοτεχνική θεωρία της `Απω Ανατολής επέφερε σημαντικές αλλαγές στο ύφος και τη θεματολογία του, αλλά έχει περάσει και μέρες ή εβδομάδες σε αρκετές άλλες χώρες, όπως είναι οι ΗΠΑ, η Ισπανία και η Ελλάδα[24], εμπειρίες που χρονικογραφεί στο μυθιστόρημά του Seiobo εκεί κάτω (Best Translated Book Award 2014),
Μετά το 1985 ο σκηνοθέτης και φίλος του συγγραφέα Μπέλα Ταρ γύρισε ταινίες βασισμένες σε έργα του Κρασναχορκάι, μεταξύ των οποίων και το Sátántangó
Ο Κρασναχορκάι έχει δεχθεί διεθνώς καλές κριτικές για το έργο του. Η Σούζαν Σόνταγκ τον περιέγραψε ως «τον σύγχρονο Ούγγρο τεχνίτη της αποκάλυψης που έλκει τη σύγκριση με τον Γκόγκολ και τον Μέλβιλ». Ο Β.Γκ. Ζέμπαλντ έγραψε: «Η παγκοσμιότητα του οράματός του συναγωνίζεται εκείνη των Νεκρών ψυχών του Γκόγκολ και ξεπερνά κατά πολύ όλα τα ελάσσονα ενδιαφέροντα της σύγχρονης συγγραφικής παραγωγής.» Το 2015 ο Κρασναχορκάι τιμήθηκε με το Διεθνές βραβείο Μπούκερ και ήταν ο πρώτος Ούγγρος που το κέρδιζε ποτέ.
Ο Κρασναχορκάι έζησε πολλά χρόνια στο Βερολίνο, όπου και ήταν επί εξάμηνο επισκέπτης καθηγητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, ενώ σήμερα ζει «απομονωμένος στους λόφους του χωριού Pilisszentlászló», στη βόρεια Ουγγαρία Το 1990 νυμφεύθηκε την Ανίκο Πελύχε (Anikó Pelyhe), από την οποία πήρε διαζύγιο, και το 1997 νυμφεύθηκε τη σινολόγο και γραφίστρια Ντόρα Κοπσάνυ (Dóra Kopcsányi). Ο Κρασναχορκάι έχει τρία παιδιά: την Κάτα, την `Αγκνες και την `Εμμα (Πάννι).