Χωρίς συμφωνία διακόπηκαν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ελληνικής αντιπροσωπείας και εκπροσώπων των “θεσμών” στις Βρυξέλλες, με την Κομισιόν να σημειώνει ότι παραμένουν «σημαντικά χάσματα». Σύμφωνα με το Μέγαρο Μαξίμου, η ελληνική κυβέρνηση είπε «όχι» στις απαιτήσεις του ΔΝΤ για περικοπές σε μισθούς και συντάξεις αλλά και για αύξηση του ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης.
Η συνάντηση των διαπραγματευτικών κλιμακιών κράτησε μόλις 45 λεπτά. Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικράτησε είναι το γεγονός ότι μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας είπε στους εκπροσώπους των θεσμών: «σε μια διαπραγμάτευση και δίνεις και παίρνεις, εσείς δεν θέλετε να δώσετε τίποτα».
Η ανακοίνωση της Κομισιόν
Με επίσημη ανακοίνωση της η Κομισιόν σχολίασε το νέο αδιέξοδο μεταξύ Ελλάδας κι Ευρώπης. «O Πρόεδρος Γιούνκερ έκανε μια τελευταία απόπειρα αυτό το Σαββατοκύριακο να βρεθεί μέσω των προσωπικών του εκπροσώπων και σε στενή συνεργασία με τους εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, μια λύση με τον Πρωθυπουργό Τσίπρα που θα επιτρέψει τη θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης εγκαίρως για το Eurogroup της Πέμπτης 18 Ιουνίου», αναφέρει η ανακοίνωση της Κομισιόν.
«Ενώ έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος, οι συνομιλίες δεν έχουν καταφέρει το στόχο τους καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των σχεδίων των ελληνικών αρχών και των κοινών απαιτήσεων της Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ της τάξης του 0,5-1% του ΑΕΠ, που ισοδυναμεί με 2 δισ. ευρώ μόνιμων δημοσιονομικών μέτρων σε ετήσια βάση. Επιπλέον, οι ελληνικές προτάσεις παραμένουν ημιτελείς. Σε αυτή τη βάση, περαιτέρω συζήτηση θα πρέπει τώρα να λάβει χώρα στο πλαίσιο του Eurogroup», συνεχίζει η Κομισιόν.
«O Πρόεδρος Γιούνκερ παραμένει πεπεισμένος ότι με την ενίσχυση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών από την ελληνική πλευρά και την πολιτική βούληση από όλες τις πλευρές, η λύση μπορεί ακόμα να βρεθεί πριν από το τέλος του μήνα, καταλήγει.
Η ελληνική απάντηση
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, που μετέχει στην αντιπροσωπεία της κυβέρνησης που βρίσκεται στις Βρυξέλλες, δήλωσε ότι «η Ελληνική αντιπροσωπεία, που βρίσκεται στις Βρυξέλλες από το Σάββατο, παρέδωσε σήμερα στους θεσμούς συμπληρωματικές προτάσεις όπως είχε συμφωνηθεί, που καλύπτουν πλήρως το δημοσιονομικό κενό και τα πρωτογενή πλεονάσματα. Προτάσεις που ανοίγουν το δρόμο για την τελική συμφωνία που θα καλύπτει τους τρεις πυλώνες -δημοσιονομικό, χρηματοδοτικό και αναπτυξιακό».
Πρόσθεσε ότι «οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης καλύπτουν πλήρως το δημοσιονομικό κενό όπως το προσδιορίζουν οι εκπρόσωποι των θεσμών. Ωστόσο παραμένει η επιμονή τους η κάλυψη του κενού να γίνει αποκλειστικά με περικοπές συντάξεων κατά 1% του ΑΕΠ και από αύξηση του ΦΠΑ επίσης κατά 1% του ΑΕΠ».
«Παρά την παραμονή της ελληνικής αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες δεν υπήρξε ανταπόκριση από τη πλευρά των θεσμών για συζητήσεις σε εκείνο το επίπεδο και με εκείνες τις εξουσιοδοτήσεις που θα επέτρεπαν την επίλυση των θεμάτων που παραμένουν ανοιχτά» ανέφερε ο κ. Δραγασάκης στη συνέχεια, της δήλωσής του καταλήγοντας «η αντιπροσωπεία της ελληνικής κυβέρνησης παραμένει σε ετοιμότητα για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και την επίτευξη μιας αμοιβαίας επωφελούς συμφωνίας».
Η κυβέρνηση δεν θα δεχτεί ποτέ καμία μείωση σε συντάξεις και μισθούς ή αυξήσεις μέσω του ΦΠΑ σε προϊόντα πρώτης ανάγκης, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα, διαμήνυσαν κυβερνητικές πηγές, οι οποίες από την πλευρά τους τόνισαν ότι η ελληνική αντιπροσωπεία παρέδωσε στους θεσμούς συμπληρωματικές προτάσεις που καλύπτουν πλήρως το δημοσιονομικό κενό και τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Με τον νέο σκληρό γύρο διαπραγματεύσεων να πέφτει στο κενό στις Βρυξέλλες, μετά τη συνάντηση της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας με τους συνεργάτες του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ αλλά και εκπροσώπους των θεσμών, οι κυβερνητικές πηγές τόνισαν ότι οι ελληνικές προτάσεις σε κάθε περίπτωση ανοίγουν το δρόμο για την τελική συμφωνία που θα καλύπτει το δημοσιονομικό, χρηματοδοτικό και αναπτυξιακό ζήτημα.
Παράλληλα, ξεκαθάρισαν ότι δεν θα γίνει δεκτό κανένα υφεσιακό μέτρο που θα υπονομεύει την ανάπτυξη, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «το πείραμα αρκετά κράτησε».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές το ΔΝΤ επιμένει να ζητά περικοπές συντάξεων ύψους 1% του ΑΕΠ, δηλαδή 1,8 δισ. ευρώ το χρόνο και άλλο ένα 1% [ακόμα, δηλαδή, 1,8 δισ. ευρώ από την αύξηση του ΦΠΑ], μέτρα που δεν είναι αποδεκτά όμως από την ελληνική πλευρά, καθώς θίγουν τα λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους και αποδεδειγμένα οδηγούν σε νέο κύκλο ύφεσης.