Την παραίτηση του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου ζητούν στελέχη της αντιπολίτευσης, μετά από την καταγγελία της εισαγγελέως Τσατάνη στον Άρειο Πάγο ότι δέχτηκε παρεμβάσεις στο έργο της για την υπόθεση Βγενόπουλου, ακόμη και απειλές από τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης.
Η ΝΔ, με ανακοίνωσή της αναφέρει: «Η υπό τον κ. Τσίπρα ομάδα εξουσίας σταθερά επιχειρεί να εγκαθιδρύσει κομματικό κράτος και σύστημα απροκάλυπτης χειραγώγησης της Δικαιοσύνης.Σε ανακοίνωσή της αναφέρει:
«Οι σημερινές σοβαρότατες αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν τις χειρότερες υποψίες μας.Η υπό τον κ. Τσίπρα ομάδα εξουσίας σταθερά επιχειρεί να εγκαθιδρύσει κομματικό κράτος και σύστημα απροκάλυπτης χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Η επίκληση της μόνιμης δικαιολογίας περί “διαπλοκής” μόνον ως ομολογία πράξεων ωμής κατάργησης της διάκρισης των εξουσιών ακούγεται.
Ουδείς πείθεται. Πόσο μάλλον που ο δήθεν διώκτης αποκαλύπτεται κρυφός και κατά συρροήν συνομιλητής εκείνων που ο ίδιος δημόσια καταγγέλλει.Ζητάμε την άμεση διαβίβαση στη Βουλή των Ελλήνων της υπόθεσης των παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη από τον αρμόδιο Υπουργό Αναπληρωτή της! Ζητάμε επίσης την άμεση σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας για να απαντήσει η Κυβέρνηση στα καταλυτικά ερωτήματα που έχουν προκύψει.
Η Νέα Δημοκρατία δε θα επιτρέψει τη χειραγώγηση και τρομοκράτηση της Δικαιοσύνης. Και προειδοποιεί:Κάτω τα χέρια από τη Δικαιοσύνη κ. Τσίπρα».
Την παραίτηση του Δ. Παπαγγελόπουλου ζήτησε από την πλευρά της, η βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Εύη Χριστοφιλοπούλου.»Είναι υπουργός Δικαιοσύνης και θα πάει η δικογραφία στη Βουλή και θα καθίσει στη θέση του; Η στοιχειώδης πολιτική ευθιξία, που πιστεύω να την έχει και να παραιτηθεί. Αν δεν την έχει φαίνεται ότι ο ίδιος δεν έχει καθόλου την έννοια της συνείδησης», δήλωσε.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε δήλωσή του αναφέρει:Όταν ζητούσα πριν λίγες ημέρες να συζητηθεί το ζήτημα της εσωτερικής και εξωτερικής ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και να κληθούν σε ακρόαση ο Υπουργός και ο Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, δεν ήξερα ότι ήδη εκκρεμούσε πρωτοφανής καταγγελία εισαγγελέα εφετών που είχε θέσει στο αρχείο γνωστή δικογραφία και κατά της οποίας είχε παραγγείλει πειθαρχική έρευνα η κα Πρόεδρος του ΑΠ. Τώρα κάποιες δηλώσεις και ενέργειες φωτίζονται περισσότερο και κυρίως συσχετίζονται.
Πέρα όμως από την ανάγκη της άμεσης και εις βάθος διερεύνησης της υπόθεσης, προκύπτουν μεγάλα θεσμικά ζητήματα από τις παραδοχές που έχει ήδη κάνει ο κ. Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης με κοινοβουλευτικές και άλλες δημόσιες τοποθετήσεις του και με τα όσα ο ίδιος δήλωσε αντικρούοντας την αναφορά της εισαγγελέως εφετών Αθηνών της οποίας προφανώς έλαβε γνώση πριν διαβιβαστεί στη Βουλή:
– Συνομολογεί ότι παρακολουθεί ποινικές προδικασίες που είναι κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μυστικές και την πορεία δικογραφιών που εκκρεμούν στη εισαγγελία όχι για λόγους διοίκησης της δικαιοσύνης αλλά επί της ουσίας.
– Επαινεί ή ψέγει δημόσια ενέργειες ή ακόμη και απλές προθέσεις εισαγγελικών λειτουργών που βεβαίως δεν δικαιούται να γνωρίζει με νόμιμο τρόπο και τις οποίες ταυτοχρόνως γνωρίζουν επιλεγμένα έντυπα ή ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
– Έχει προτιμήσεις για το ποιοι εισαγγελικοί λειτουργοί θα χειριστούν υποθέσεις για τις οποίες εκδηλώνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι στο αφηρημένο πλαίσιο κατηγορίας υποθέσεων αλλά συγκεκριμένα και ειδικά.
– Εκδηλώνει τη συμφωνία ή τη διαφωνία του με την κίνηση πειθαρχικών διαδικασιών κατά εισαγγελικών λειτουργών όταν έχει ήδη επιληφθεί ο δικαστικός ή εισαγγελικός λειτουργός που είναι πειθαρχικός προϊστάμενος τους.
Όλα αυτά συνθέτουν μια εικόνα ανεπίτρεπτων παρεμβάσεων και επίδειξης «πανοπτικού» ελέγχου στη δικαιοσύνη μέσω διαύλων που έχουν, λόγω της προϊστορίας τους, πολύ συγκεκριμένα πολιτικά χαρακτηριστικά και συγκροτούν δομή εξουσίας που εξυπηρετεί την κυβέρνηση. Όταν το ίδιο συμβαίνει ως κυβερνητική πράξη ή ως δεδηλωμένη πρόθεση στη δικαιοσύνη, στις ανεξάρτητες αρχές, στα ΜΜΕ, στο διαδίκτυο, τίθεται μείζον ζήτημα δημοκρατίας και κράτους δικαίου.
Το Ποτάμι: Η θεσμική εκτροπή συνεχίζεται
Εντονη ήταν η αντίδραση και από το Ποτάμι. Σε ανακοίνωσή του τονίζει:Οι συνεχείς, απροκάλυπτες και πρωτοφανείς προσπάθειες χειραγώγησης της Δικαιοσύνης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν έχουν τέλος.
Η ωμή παρέμβαση του αν. Υπουργού Δικαιοσύνης και δυστυχώς πρώην δικαστικού λειτουργού, που προσπάθησε, με απειλές, πιέσεις και μεθόδους που θυμίζουν άλλες εποχές, να επιβάλει στην εισαγγελέα Εφετών τη θέληση της Κυβέρνησης για δικογραφία που χειριζόταν, δεν συνιστά μόνον νομικό ατόπημα αλλά και επικίνδυνη θεσμική εκτροπή και δείχνει με κυνικό τρόπο ότι η κυβέρνηση έχει καθεστωτική αντίληψη για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, την θέλει απολύτως ελεγχόμενη και τους δικαστικούς λειτουργούς απολύτως υπάκουους.
Είναι πλέον πρόδηλο πού στόχευε η προειδοποίηση πριν από λίγες μέρες του ίδιου υπουργού για ‘’δικαστικά’’ δήθεν ‘’πραξικοπήματα’’ και την εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας αντιμετώπισή τους.
Η Δικαιοσύνη, ο θεματοφύλακας του κράτους δικαίου, μετά και την πρόσφατη, αδιανόητη, νομοθετική επιλογή της Κυβέρνησης να έχει πειθαρχική εξουσία στο σύνολο των δικαστών και εισαγγελέων η ίδια η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, βρίσκεται σε πρωτόγνωρη αναστάτωση, αναβρασμό και κρίση.
Τα όσα συμβαίνουν στον χώρο της δικαιοσύνης και οι απροκάλυπτες κυβερνητικές παρεμβάσεις, που παραβιάζουν το σύνταγμα, τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, παραπέμπουν σε ολοκληρωτικό καθεστώς και όχι σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου. Το Ποτάμι θα σταθεί απέναντι στα κυβερνητικά σχέδια και καλεί όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις να κάνουν το ίδιο.
————————
Αναφορά – καταγγελία από υψηλόβαθμη εισαγγελικό λειτουργό για παρεμβάσεις στο έργο της και απειλές, προκειμένου να παραιτηθεί από την έρευνα για συγκεκριμένη υπόθεση και να παραδώσει τον φάκελο της δικογραφίας, έχει υποβληθεί στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, με εμπλεκόμενο τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης και αρμόδιο για θέματα διαφθοράς, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.
Την υπόθεση φέρνει στο φως της δημοσιότητας το «Βήμα της Κυριακής» και αναφέρει πως οι καταγγελίες αφορούν την υπόθεση του επιχειρηματία Βγενόπουλου, την οποία έβαλε στο αρχείο πριν από μερικές ημέρες η εισαγγελέας Γεωργία Τσατάνη.
Η αναφορά της εισαγγελέως Τσατάνη κατατέθηκε στον Άρειο Πάγο στις 22 Φεβρουαρίου, ενώ στις 23 του ίδιου μήνα έγινε γνωστή η δικανική της κρίση να θέσει στο αρχείο την δικογραφία που είχε σχηματιστεί σε βάρος του επιχειρηματία Βγενόπουλου.
Στη χειρόγραφη και τρισέλιδη αναφορά της, η εισαγγελέας Τσατάνη περιγράφει συνάντησή της, η οποία έγινε με πρωτοβουλία της στο γραφείο του αναπληρωτή υπουργού, όπου όπως αναφέρει: «πιεστικά μου εζήτησε να επιστρέψω τη δικογραφία εις την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς, από την οποία όμως μου εδήλωσε, “παρανόμως ενεργώντας την αφήρεσα, για να ευνοήσω εμπλεκόμενα φυσικά πρόσωπα”».
Σε άλλο σημείο της αναφοράς της υποστηρίζει: «Κατά την διάρκεια της τηλεφωνικής μας επικοινωνίας, σε συμβουλευτικό δήθεν ύφος, μου συνέστησε εκ νέου να επιστρέψω τη δικογραφία που χειρίζομαι «παράνομα» στην Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς και άμεσα, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα ξεσπάσει σε βάρος μου άγριος πόλεμος. Χαρακτηριστικά δε, τόνισε ότι έχω στα χέρια μου…ένα απόστημα που θα σκάσει σε βάρος μου… και για να κάνω Χριστούγεννα με την οικογένειά μου», αναφέρει στην καταγγελία της η δικαστικός».
Ο αναπληρωτής υπουργός και πρώην εισαγγελέας Δημήτρης Παπαγγελόπουλος με δήλωσή του στο «Βήμα της Κυριακής», υποστηρίζει ότι πράγματι είχε εκφράσει την διαφωνία του να φύγει η δικογραφία από την Εισαγγελία Διαφθοράς και να περάσει στα χέρια άλλου εισαγγελέα, διαψεύδει όμως ότι απείλησε την εισαγγελική λειτουργό αναφέροντας:
«Της είπα να μην φοβάται διότι δεν θέλω να συνδέσω το όνομά μου με διώξεις συναδέλφων μου. Για την δικογραφία Βγενόπουλου της είπα πράγματι ότι η νομική μου άποψη ήταν ότι δεν έπρεπε να αφαιρεθεί από την Εισαγγελία Διαφθοράς και ότι έπρεπε να την επιστρέψει. Ποτέ δεν μπήκα στην ουσία της υπόθεσης και ποτέ δεν την ρώτησα για την κρίση της»
Επίσης σε νέα ανακοίνωσή του ο αναπληρωτής υπουργός υποστηρίζει:
«Η διαπλοκή ψυχορραγεί και παραληρεί. Λίγο πριν το τέλος του παιχνιδιού γι’ αυτήν παίζει τα ρέστα της. Η κα Τσατάνη παραδέχεται στην ανακοίνωση της ότι με επισκέφθηκε στο γραφείο μου, με δική της πρωτοβουλία. Εντυπωσιακά αστείο είναι ότι σαν αιτία της επίσκεψης της, επικαλείται δηλώσεις που δεν είχα κάνει ακόμα, αλλά έκανα 15 μέρες μετά τη συνάντηση μας. Η αλήθεια είναι ότι με επισκέφθηκε για να την συμβουλεύσω και να τη βοηθήσω. Ενεργώντας πάντα θεσμικά έχω στείλει επιστολή στον Πρόεδρο της Βουλής κ. Νικόλαο Βούτση για να τον ενημερώσω και να ενημερωθούν στη συνέχεια και οι βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Με την επιστολή αυτή απαντάω σε όσα ισχυρίζεται η κα Τσατάνη. Την Δευτέρα, που θα δημοσιοποιηθεί η επιστολή, θα βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματα του».