Άμεση εμπλοκή των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων στην πολιτική αντιπαράθεση- Σκληρή ανακοίνωση ΔΣΑ

07 Οκτ 2016

Με κοινή ανακοίνωση απαντούν οι επικεφαλής του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου στις επικρίσεις που δέχτηκαν από την Ένωση Δικαστών και τα κόμματα της Αντιπολίτευσης για τη συνάντησή τους με τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα στο Μέγαρο Μαξίμου.

Χαρακτηρίζουν «ατυχή και άστοχη» την επικοινωνιακή διαχείριση της συνάντησης από ορισμένες πλευρές καθώς και «απαράδεκτη» την προσπάθεια ορισμένων Πολιτικών Κομμάτων «να εμπλέξουν τα θεσμικά όργανα της Δικαιοσύνης σε κομματικά παιχνίδια».

Σε ανακοίνωση  που υπογράφουν η Βασιλική Θάνου, πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ανδρονίκη Θεοτοκάτου πρόεδρος Ελεγκτικού Συνεδρίου και Νίκος Σακελλαρίου, πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, υποστηρίζουν μεταξύ άλλων ότι «πρώτιστο καθήκον των επικεφαλής των ανωτάτων δικαστηρίων είναι η διαφύλαξη του κύρους και της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών, συνάρτηση της οποίας, ως θεσμικό και όχι ως οικονομικό ζήτησα, αποτελεί και το ύψος του μισθολογίου τους ώστε να εξασφαλίζεται η αξιοπρεπής διαβίωσή τους».

Επίσης αναφέρουν ότι με τον πρωθυπουργό συζητήσαν και άλλα θεσμικά θέματα ενόψει και της αναθεώρησης του συντάγματος ενώ εξαπολύουν επίθεση στα πολιτικά κόμματα που άσκησαν σκληρή κριτική για την εμπλοκή τους σε συζητήσεις περί των μισθολογικών των δικαστικών.

Τέλος, επιτίθενται στα κόμματα της αντιπολίτευσης σημειώνοντας ότι: «Η προσπάθεια ορισμένων πολιτικών κομμάτων να εμπλέξουν τα θεσμικά όργανα της δικαιοσύνης σε κομματικά παιχνίδια είναι απαράδεκτη και πρέπει, επιτέλους, να σταματήσει», ενώ καταλήγουν με κριτική για την επικοινωνιακή διαχείριση της συνάντησης τους με τον πρωθυπουργό, υποστηρίζοντας πως «υπήρξε ατυχής και άστοχη».

Το πλήρες κείμενο της ανακοίνωση των τριών προέδρων, έχει ως εξής:

«Πρώτιστο καθήκον των επικεφαλής των Ανωτάτων Δικαστηρίων είναι η διαφύλαξη του κύρους και της ανεξαρτησίας των Δικαστικών Λειτουργών, συνάρτηση της οποίας, ως θεσμικό και όχι ως οικονομικό ζήτημα, αποτελεί και το ύψος του μισθολογίου τους, ώστε να εξασφαλίζεται η αξιοπρεπής διαβίωσή τους, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα (άρθρ. 88). Συνεπώς, δικαιούνται και υποχρεούνται να εκδηλώνουν ενδιαφέρον και για το εν λόγω θέμα, το οποίο, μαζί με άλλα θεσμικά θέματα που χρήζουν άμεσης επίλυσης για την βελτίωση της ποιότητας και της ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης (αύξηση οργανικών θέσεων, μηχανοργάνωση Δικαστηρίων, συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις) καθώς και θέματα Δικαιοσύνης, που σχετίζονται με την υπό σχεδιασμό αναθεώρηση του Συντάγματος, συζητήθηκαν στην χθεσινή συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, μετά από αίτημα των Προέδρων, επ’ ευκαιρία της έναρξης του νέου δικαστικού έτους και επ? ευκαιρία της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης.

Αιχμές από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων

Νωρίτερα, με ανακοίνωσή της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων τονίζει ότι οι δικαστικές ενώσεις είναι κατά το Σύνταγμα οι μόνες αρμόδιες να εκφράζουν αυθεντικά τη βούληση και τις θέσεις των συναδέλφων τους, αφήνοντας αιχμές στους  Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων, για την συζήτηση επι μισθολογικών δεμάτων.

Η ανακοίνωση αναφέρει:

Μετά τη χθεσινή συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων της Χώρας, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εκφράζει την πεποίθησή της, ότι ο Πρωθυπουργός θα κάνει δεκτό το αίτημα των Δικαστικών Ενώσεων, για πραγματοποίηση συνάντησης, το οποίο και έχει υποβληθεί από τον Απρίλιο του 2016. Οι δικαστικές ενώσεις είναι κατά το Σύνταγμα οι μόνες αρμόδιες να εκφράζουν αυθεντικά τη βούληση και τις θέσεις των συναδέλφων τους.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων επισημαίνει, ότι έννοιες όπως «προσωπική διαφορά», «μισθολογικό κλιμάκιο», «ειδικό επίδομα θέσης ευθύνης» στην κορυφή της πυραμίδας της Δικαιοσύνης, που δεν υπήρξαν ποτέ αιτήματα των Δικαστικών Ενώσεων,  θα δημιουργήσουν ανεπίτρεπτα Δικαστές δύο κατηγοριών. Οι έννοιες αυτές είναι εντελώς ξένες προς τη φύση του Δικαστικού Λειτουργήματος, τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του δικαστικού λειτουργού και έρχονται σε ευθεία αντίθεση προς βασικές συνταγματικές αρχές. Κάθε Δικαστής ανεξάρτητα από το βαθμό που κατέχει χειρίζεται «πολύ κρίσιμα ζητήματα» που αφορούν τη συνταγματική νομιμότητα, την ελευθερία, την τιμή και την περιουσία των πολιτών.

ΔΣΑ:  Η συνάντηση πρωθυπουργού με τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων «δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη».

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ) σε ανακοίνωσή του σημειώνει ότι η χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων «δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη» και τονίζει ότι η συνάντηση που έγινε έχει απωλέσει τα αμιγή θεσμικά της χαρακτηριστικά και εγείρει εύλογες υπόνοιες ότι απέβλεπε στην «λύση» εκκρεμών νομικών ζητημάτων..

Ειδικότερα, ο ΔΣΑ στην ανακοίνωση του αναφέρει:
«Είναι αυτονόητο ότι οι εκπρόσωποι των κρατικών λειτουργιών πρέπει να συνευρίσκονται και να συνομιλούν. Όμως, η χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη.
Προγραμματίστηκε πέντε μόλις ημέρες μετά την ματαίωση της διασκέψεως του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου στην υπόθεση όπου κρίνεται η νομιμότητα της διαγωνιστικής διαδικασίας για τις τηλεοπτικές άδειες.

Έγινε μια μόλις ημέρα μετά τις ηχηρές καταγγελίες Αντιπροέδρων του ιδίου Δικαστηρίου για εκτροπή της Δικαιοσύνης από το συνταγματικό της ρόλο και ανεπίτρεπτη αρνησιδικία, που συνοδεύτηκε από την παραίτησή τους από το ΔΣ της Ένωσης Δικαστών του ΣτΕ.
Έγινε υπό τη βαριά σκιά των δηλώσεων του πρωθυπουργού, που προεξοφλούσαν το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου Επικρατείας.

Πραγματοποιήθηκε, τέλος, με σπουδή, που τελεί σε κραυγαλέα αντίθεση με την επί πεντάμηνο αδράνεια του πρωθυπουργού στο αίτημα για συνάντηση εκ μέρους της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία εκφράζει θεσμικά και συλλογικά το δικαστικό σώμα.

Υπό το κράτος των συμπτώσεων αυτών, η συνάντηση που έγινε έχει απωλέσει τα αμιγή θεσμικά της χαρακτηριστικά και εγείρει εύλογες υπόνοιες ότι απέβλεπε στην «λύση» εκκρεμών νομικών ζητημάτων.

Σε κάθε περίπτωση η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι προεχόντως καθήκον των λειτουργών της».