Σε συνέντευξη Τύπου από την έδρα του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού τομέα Πολ Τόμσεν εξέφρασε τον σκεπτικισμό του Ταμείου για το αν οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται μπορούν να αποδώσουν του δημοσιονομικούς στόχους που έχουν θέσει οι δανειστές.
Ο κ.Τόμσεν ξεκαθάρισε ότι με βάσει του υπολογισμούς του Ταμείου, οι μεταρρυθμίσεις που η Ελλάδα έχει αναλάβει θα παράγουν πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 1,5% του ΑΕΠ -πολύ λιγότερο από το στόχο 3,5% που θέτει το πρόγραμμα.
«Μπορούμε να υποστηρίξουμε ένα πρόγραμμα που βασίζεται σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1,5%. Εάν η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι εταίροι της θέλουν να συμφωνήσουν σε ένα πρόγραμμα με πιο φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους, θα πρέπει να δούμε πώς θα βγουν τα νούμερα», είπε.
«Δεν πιστεύουμε ότι το πρόγραμμα που βρίσκεται στο τραπέζι είναι συνεπές με πιο φιλόδοξους στόχους. Και δεν μιλώ για τους στόχους για το επόμενο έτος και το μεθεπόμενο έτος, αλλά μεσοπρόθεσμα», πρόσθεσε ο Πολ Τόμσεν.
Tο ΔΝΤ προετοιμάζει την ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (Debt Sustainability Analysis – DSA) που θα είναι έτοιμη τον Δεκέμβριο, μαζί με την τακτική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας είπε ο κ. Τόμσεν. «Αν θέλετε να έχετε ένα DSA που να έχει πρωτογενή πλεονάσματα υψηλότερα από το 1,5%, θέλουμε να δούμε τις μεταρρυθμίσεις που να το δικαιολογούν» δήλωσε.
Σημείωσε ότι αν και η Ελλάδα προχώρησε σε μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, το έλλειμμα 10-11% του ΑΕΠ από το ασφαλιστικό μειώθηκε μόνο κατά 1% του ΑΕΠ.
Ο Τόμσεν δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει ότι οι φοροαπαλλαγές στην Ελλάδα φθάνουν το 60% των νοικοκυριών, τη στιγμή που σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη κινούνται σε μονοψήφια ποσοστά.
«Πιστεύουμε ότι κάποιες από τις θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα δεν έχουν ακόμη αναληφθεί. Αυτό που μας ανησυχεί είναι αν η Ελλάδα θα είναι σε θέση να εκσυγχρονίσει το δημόσιο τομέα της», δήλωσε.