Η Νέα Δημοκρατία και ο μεταρρυθμιστικός χώρος.

Σάκης Μουμτζής 29 Οκτ 2015

Αρχίζω με την αυταπόδεικτη διαπίστωση πως ο χώρος της Νέας Δημοκρατίας είναι ο μόνος συμπαγής πολιτικά. Με ένα σταθερό 28% αποτελεί τη μόνη δύναμη-αφού δοκιμάστηκε από τη μνημονιακή της μετάλλαξη και την ιστορική συγκυβέρνηση με τα «υπόλοιπα» του Πασόκ- που μπορεί να αποτελέσει την εναλλακτική λύση στο εθνολαϊκιστικό μόρφωμα που κυβερνά τη χώρα.

Ο χώρος της κεντροδεξιάς –αποφεύγω το χαρακτηρισμό «συντηρητική παράταξη»,γιατί ιστορικά, όλες οι μεγάλες τομές στην ελληνική κοινωνία έγιναν από αυτόν το χώρο –πάντοτε ήταν ουσιαστικά αδιαίρετος, περιορίζοντας τις διαφωνίες κορυφής σε αποχωρήσεις στελεχών που άφηναν ασυγκίνητο το βασικό κορμό της παράταξης ( ΔΗ.ΑΝΑ., ΠΟΛ.ΑΝ.και παλαιότερα οι αποχωρήσεις Γ.Ράλλη, Π.Παπαληγούρα, κλπ).Η κοινωνική συγκρότηση αυτού του χώρου και οι ιδεολογικές του θέσεις, καθιστούσαν την προσωπικότητα του ηγέτη αναγκαία μεν για την εκλογική νίκη, αλλά η απουσία της προσωπικότητας δεν σήμανε και την εκλογική καταστροφή.Ο Κανελλόπουλος το 1964 έλαβε το 35% περίπου των ψήφων, το ίδιο περίπου ο Ράλλης το 1981 και ο Κώστας Καραμανλής το 2009, έλαβε το 33%.

Η κοινωνική βάση των «νοικοκυραίων»των αγροτικών περιοχών και των αστικών κέντρων, δεν προσφέρεται για μαζικές πολιτικές μετατοπίσεις ούτε εξαρτά τη στράτευση σε αυτό το χώρο αποκλειστικά από πελατειακές διευθετήσεις.Κοινώς, η νομή της εξουσίας δεν είναι ο μόνος λόγος που δένει τον κεντροδεξιό ψηφοφόρο με τη Νέα Δημοκρατία.Σε αντίθεση με την «Πασοκαρία», στη βάση του κεντροδεξιού χώρου υπάρχει μία συγκολλητική ουσία που τη συνθέτουν η αξιοπρέπεια και οι αρχές των «νοικοκυραίων», καθώς και η φαντασιακή σχέση με αυτό που αποκαλείται «καραμανλισμός».Καλώς ή κακώς, αυτό το 28% συντηρήθηκε μέσα στις δύσκολες για τη Νέα Δημοκρατία συγκυρίες, πάνω σε αυτές τις αξίες και τις αρχές.

Η συνέχεια είναι αρκετά δύσκολη, καθώς ο χώρος πρέπει να υπερβεί τα όρια του, αν θέλει να επιβιώσει.Τρείς συνεχόμενες ήττες, καθιστούν απαγορευτική την τέταρτη.Απαραίτητη προϋπόθεση γιαυτό είναι η συγκρότηση μιάς ηγετικής ομάδας που θα καταστήσει την αντίληψη της για την κεντροδεξιά, ηγεμονική.Βέβαια, πρέπει να διαθέτει τέτοια αντίληψη, και από τους μνηστήρες της αρχηγίας μόνον δύο φαίνεται πως έχουν.Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αδωνις Γεωργιάδης. Οι άλλοι δύο συνυποψήφιοι διακρίνονται για πλήρη αφωνία επί του προκειμένου.

Πάντα βέβαια, η Νέα Δημοκρατία μετά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, είχε πρόβλημα με τον ιδεολογικό της προσανατολισμό, παλεύοντας μεταξύ φιλελευθερισμού και ριζοσπαστισμού, προσπαθώντας όμως να δώσει στο δεύτερο όλα τα χαρακτηριστικά που αναιρούσαν τον πρώτο.Την τραγική κατάληξη αυτής της ιδεολογικής διελκυστίνδας την είδαμε στην καρικατούρα της περιόδου 2004-2009.

Σήμερα, το στοίχημα της κεντροδεξιάς είναι να εκπέμψει ένα ευκρινές ιδεολογικό στίγμα και ένα ξεκάθαρο πολιτικό λόγο, διατηρώντας την ενότητα της σε βάση και κορυφή.Και αν για τη βάση η ιστορία δείχνει πως η ενότητα είναι αρραγής, για την κορυφή η κατάσταση είναι πιό σύνθετη.

Πάντως, ό,τι και να γίνει οι εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία αφορούν και την κεντροαριστερά και επιβάλλουν στάση αναμονής.Οπως υποστήριζα από παλιά, το κυρίαρχο ζήτημα στη χώρα είναι η ενότητα των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων και όχι της κεντροαριστεράς, στους κόλπους της οποίας επιβιώνουν ισχυροί θύλακες συντηρητικής αντίστασης. Ενώ από την άλλη πλευρά, μέσα στη Νέα Δημοκρατία υπάρχουν πολλές δυνάμεις που ανταποκρίνονται στο αίτημα των δομικών μεταρρυθμίσεων και που μπορεί στις προσεχείς εσωκομματικές εκλογές να κατακτήσουν την πλειοψηφία.

Ας γίνει από όλους αντιληπτό, πως στην Ελλάδα του «βάλτου» και της ακινησίας, οι μεταρρυθμιστικές φωνές έχουν εξ ορισμού προοδευτικό πρόσημο.Οι πολεμικές κραυγές κατά του ανύπαρκτου νεοφιλελευθερισμού, επειδή είναι εκτός τόπου και χρόνου, ουσιαστικά δηλώνουν την ψυχωσική εμμονή σε διαιρέσεις και αντιπαραθέσεις, που βοηθούν το έργο των κυβερνώντων. Και δεν είναι τυχαίο πως εκφέρονται από το συντηρητικότατο τμήμα της κεντροαριστεράς.

Με δεδομένο πως σήμερα η ιστορική τομή είναι μεταρρύθμιση –αντιμεταρρύθμιση, ας ελπίσουμε πως οι εκλογές στη Νέα Δημοκρατία θα ενισχύσουν τον πρώτο όρο του διλήμματος.