Στους Δελφούς εμετρήθηκε το πνεύμα δυό Ελλάδων

Χρήστος Χωμενίδης 05 Μαρ 2018

«Στους Δελφούς εμετρήθηκε το πνεύμα δυό Ελλάδων…» γράφει ο Κώστας Καρυωτάκης αναφερόμενος στις πρώτες Δελφικές Εορτές που διοργάνωσαν το 1927 η Εύα Πάλμερ και ο Άγγελος Σικελιανός. «Στους Δελφούς εμετρήθηκε το πνεύμα δυό Ελλάδων…» θα έγραφε και σήμερα, εάν είχε βρεθεί στο Τρίτο Οικονομικό Φόρουμ, το οποίο ξεκίνησε την Πέμπτη που μάς πέρασε και έριξε αυλαία πριν από λίγες μόλις ώρες.
Το ενδιαφέρον του τριαντάχρονου ποιητή (που υπηρετούσε ως δημόσιος υπάλληλος πρώτης τάξεως -καθότι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής-, είχε πολιτικές και κοινωνικές ανησυχίες και έντονη σατιρική φλέβα και ας πέρασε στη συλλογική μνήμη σαν την ενσάρκωση της μελαγχολίας), το ενδιαφέρον του ασφαλώς θα κέντριζε η παρέλαση των τριακοσίων σχεδόν ομιλητών.
Άλλοι τους διακρίνονταν για το βάθος και το εύρος της σκέψης τους και άλλοι -κατέχοντας νευραλγικότατα πόστα διεθνώς- ήταν σε θέση να μιλήσουν μετά λόγου γνώσεως για το τί ακριβώς συμβαίνει εν έτει 2018 σε παγκόσμιο και σε τοπικό επίπεδο. Πού βρίσκεται και προς τα πού κινείται η ανθρωπότητα. Να περιγράψουν μια εικόνα εξαιρετικά σύνθετη και αντιφατική, όπου οι εθνικισμοί υποχωρούν μπροστά στον καλπασμό της παγκοσμιοποίησης και της τέταρτης τεχνολογικής επανάστασης και παραλλήλως αφηνιάζουν, αμύνονται λυσσαλέα για τα «ιερά» και τα «όσια» τους στη Βόρεια και στη Νότια Αμερική, στην Έγγυς Ανατολή αλλά και στην Ευρώπη.
Θα παρακολουθούσε ο Καρυωτάκης σήμερα στους Δελφούς τις παρεμβάσεις πρώην και επίδοξων πρωθυπουργών, παραδοσιακών και καινοτόμων επιχειρηματιών, ανθρώπων που λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις στους τομείς τους και άλλων που ακριβοπουλάνε πνεύμα, αναζητώντας διαρκώς χορηγούς και ακροατήριο.
Θα μπλεκόταν στα πηγαδάκια των συνομηλίκων του με τις άριστες σπουδές και τη διεθνή ήδη εμπειρία, που αδημονούν να αδράξουν τα ηνία από την προηγούμενη γενιά, βέβαιοι ότι με τις ρηξικέλευθες ιδέες τους θα γυρίσουν σελίδα στην Ιστορία.
Εκ πρώτης όψεως διαθέτουν τις προδιαγραφές για κάτι τέτοιο οι σημερινοί τριαντάρηδες, οι οποίοι μεγάλωσαν μαζί με το διαδίκτυο. Που εκ του υστερήματος τους ταξίδεψαν, σπούδασαν, επιμορφώθηκαν. Που αποτίναξαν -ανοίγοντας τα φτερά τους- τις αγκυλώσεις παλαιοτέρων εποχών. Που αμφισβητούν εμπράκτως την επαγγελματική υστέρηση των γυναικών ως φυσικό δήθεν παρεπόμενο της μητρότητας. Που ευθαρσώς βδελύσσονται και την ελάχιστη προκατάληψη απέναντι στα μέλη της ΛΟΑΤ κοινότητας, την καχύποπτη στάση απέναντι στο διαφορετικό, την ανοχή ακόμα-ακόμα, η οποία πλασαριζόταν από γονείς και παππούδες σαν προοδευτισμός ή σαν γενναιοδωρία.
Θα θαύμαζε ο Καρυωτάκης όλους εκείνους οι οποίοι, μετά το 2010, διαπιστώνοντας ότι στην Ελλάδα «δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε πηγές, μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές, που ηχούν και που τις προσκυνούμε», βρήκαν το θάρρος να την αποχωριστούν. Να αναζητήσουν δουλειά και προκοπή στο εξωτερικό, μακριά από τη θαλπωρή της οικογένειας, τα δίκτυα ασφαλείας των τοπικών κοινωνιών, τις ανοιξιάτικα πρωινά που ανοίγουν την καρδιά σου και τις καλοκαιρινές νύχτες που σε πείθουν ότι δεν ζεις σε πατρίδα αλλά σε αγκαλιά.
Και ξάφνου θα άκουγε ο Καρυωτάκης έναν εν ενεργεία υπουργό να διαγράφει μονοκοντυλιά το Συνέδριο των Δελφών και ας το τιμούσε διά της παρουσίας του. «Εσείς είστε ελίτ!» να λέει στους παριστάμενους. «Δεν εκπροσωπείτε, δεν εκφράζετε τον λαό!»
Κι έπειτα, το βράδυ που ανέβηκε από την Αθήνα ο πρωθυπουργός, θα έβλεπε ένα αλλούτερο πλήθος να συγκεντρώνεται -πολλή ώρα πριν- στο Ευρωπαϊκό Κέντρο για να τον υποδεχτεί. Παράγοντες, εντόπιοι και πρωτευουσιάνοι, που παραμένουν πιστοί ως επί το πλείστον στον ενδυματολογικό κώδικα της ριζοσπαστικής αγραββατοσύνης, έχουν εντούτοις ανανεώσει την γκαρνταρόμπα τους με ακριβά, ετοιματζίδικα, κοστούμια και μαντιλάκια που ανθίζουν από τα σακκάκια. Τύποι εξ’απαλών ονύχων στρατευμένοι, ψημμένοι σε ατέρμονες συνεδριάσεις, οι οποίοι κοιμηθήκαν συνδικαλιστές και ξύπνησαν βουλευτές. Διανοούμενοι των καφενείων και καλλιτέχνες-γυρολόγοι ευαισθησίας, οι οποίοι σάλταραν με ενθουσιασμό στο τρένο τής «Αγανάκτησης» από το 2011 κι αν σήμερα δηλώνουν απογοητευμένοι από την «Πρώτη Φορά Αριστερά», θα τής έδιναν -τραβάτε με κι ας κλαίω- μια ακόμα ευκαιρία. Επιχειρηματίες πιστοί στην μποδοσάκεια ρήση «με το ντοβλέτι τζάνεμ, εμείς πάντα με το ντοβλέτι!», που υπογραμμίζουν ότι επί Συριζανέλ επικρατεί κοινωνική ειρήνη. Ότι περνάνε μέτρα τα οποία -επί Νέας Δημοκρατίας ή Πασόκ- θα πυρπολούσαν την Ελλάδα. «Ο Τσίπρας χαϊδεύει με τα λόγια του την εκλογική του πελατεία ενώ με τις πράξεις του εξυπηρετεί εμάς…» αποφαίνονται, ισορροπώντας μεταξύ ρεαλισμού και κυνισμού.
«Και τα 200 και πλέον δισεκατομμύρια που στοίχισε, σύμφωνα με τον τέως πρόεδρο του Eurogroup Τόμας Βίζερ η διαπραγμάτευση Βαρουφάκη και το δημοψήφισμα του 2015;» «Περασμένα ξεχασμένα. Ψωμί και αλάτι.»
«Και η μεσαία τάξη που συνθλίβεται στη μέγγενη της υπερφορολόγησης;» «Για ποιούς ακριβώς μιλάς; Πεντακόσιες χιλιάδες Έλληνες δήλωσαν ετήσιο εισόδημα μεγαλύτερο από είκοσι χιλιάδες ευρώ. Πέντε σχεδόν εκατομμύρια κάτω από είκοσι χιλιάδες. Τρία εκατομμύρια ισχυρίζονται ότι βγάζουν λιγότερα από δέκα χιλιάρικα τον χρόνο.» «Ισχυρίζονται…» «Γίνονται πιστευτοί. Και φορολογούνται με ανάλογη επιείκεια. Όσο για τον ΕΦΚΑ, στην πράξη ελάφρυνε τις εισφορές ευρέων κοινωνικών ομάδων. Γιατί να έχουν παράπονο, πόσω δε μάλλον οργή;»
«Μα δεν αντιλαμβάνονται ότι η Ελλάδα, στο κατώφλι της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, στερείται κατεύθυνσης, στρατηγικής, προοπτικής;» «Ο τουρισμός πηγαίνει σφαίρα. Τα ρέστα είναι ψιλά γράμματα για εκείνους.» «Και τα μεγάλα διακυβεύματα του άμεσου μέλλοντος; Η τεχνητή νοημοσύνη, η γενετική ιατρική, η κλιματική αλλαγή;» «Τα αφήνουν στους συνέδρους να τα κουβεντιάσουν μεταξύ τους. Τα χαρίζουν γενναιόδωρα στην ελίτ. Αυτοί έχουν έρθει εδώ για να χειροκροτήσουν τον πρωθυπουργό τους. Και έπειτα να ντερλικώσουν στις γύρω ταβέρνες.»
«Από τη «μικρά πλην έντιμη» Ελλάδα των Βασιλοφρόνων που όμνυαν στην εθνική εσωστρέφεια, στο «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια» και αναθεμάτιζαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο, φτάσαμε -εκατό χρόνια αργότερα- στους Συριζανέλ. Οι οποίοι εκτονώνονται με αντάρτικα, λαϊκίζουν ασύστολα και ηθικολογούν…» «Δεν βαριέσαι. Ανέκαθεν, από την απελευθέρωση του 1830, είχαμε δύο χώρες στη συσκευασία της μίας. Όσο συνυπάρχουν αναίμακτα, να φτύνεις τον κόρφο σου!»-

capital.gr