Οικονομία: Αρχίζουν τα όργανα;

Μιλτιάδης Νεκτάριος 16 Απρ 2024

Ο Πρόεδρος της EUROBANK,  καθηγητής Γιώργος Ζανιάς, στην ομιλία του στο Συνέδριο των Δελφών έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική οικονομία, λέγοντας ότι «διολισθαίνουμε στο ίδιο μοντέλο ανάπτυξης της δεκαετίας 2000, το οποίο οδήγησε σε κρίση ανταγωνιστικότητας βαθαίνοντας τη διάσταση της κρίσης χρέους» . Προφανώς, υπονοεί ότι τα κονδύλια το Ταμείου Ανάκαμψης θα τελειώσουν το 2026 και δεν θα έχουμε δομήσει ένα νέο οικονομικό μοντέλο για την χώρα. Τα ίδια υπονοούσε και η Moody’s.

Πράγματι, η αύξηση του ΑΕΠ στηρίζεται κατά 70% στην  κατανάλωση, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 55% του ΑΕΠ. Και αυτά που καταναλώνουμε είναι σε εξαιρετικά υψηλό βαθμό εισαγόμενα, πράγμα που σημαίνει ότι το χρήμα από την αύξηση του ΑΕΠ φεύγει στο εξωτερικό.

Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα χωρίς παραγωγική βάση, με πολύ χαμηλές εξαγωγές, χωρίς ευνοϊκό πλαίσιο για τις παραγωγικές επενδύσεις, χωρίς θεσμική και νομική προστασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, χωρίς χρηματοδότηση από τον τραπεζικό τομέα και με πολύ υψηλό ρίσκο για όποιον αφελή τολμήσει να επενδύσει τα χρήματά του σε μια μακρόπνοη προσπάθεια.

Κάποιοι θεωρούν ότι οι Έλληνες δεν είναι κατάλληλοι για παραγωγή και βιομηχανικές επενδύσεις και γι' αυτό δεν τις κάνουν, όπως παρατηρεί ο Γρ. Νικολόπουλος στο «Πρώτο Θέμα» (14.4.2024).

Το «Νέο Οικονομικό Μοντέλο» της χώρας έχει γίνει το Graal της ελληνικής οικονομίας: συνεχώς αναζητούμενο και μηδέποτε ανευρισκόμενο.

Στο μεγάλο Συνέδριο του Πανεπιστημίου Πειραιώς για το Δημογραφικό Πρόβλημα και την Γήρανση του Πληθυσμού στην Ελλάδα, που έγινε τον Νοέμβριο του 2023, παρουσιάσαμε μια συνολική στρατηγική για τo Νέο Οικονομικό Μοντέλο στην Ελλάδα  [Κεφάλαια 7-10,  στο βιβλίο Μ. Νεκτάριου, «Στρατηγική για τη Γήρανση του Πληθυσμού: Ελλάδα 2050», εκδόσεις Παπαζήση, 2023].   Προϋπόθεση για την υλοποίηση του νέου οικονομικό μοντέλου είναι μια «αναγκαία συνθήκη» και μια «ικανή συνθήκη».    

Η Αναγκαία Συνθήκη

Η αναγκαία συνθήκη είναι η σαφής διατύπωση του Κεντρικού Στόχου, και η λεπτομερής περιγραφή των πολιτικών υλοποίησης του στόχου. Ο κεντρικός στόχος είναι η  «αύξηση των εξαγωγών και η υποκατάσταση των εισαγωγών». Η διατύπωση αυτού του εθνικού στόχου θα λειτουργήσει ως καταλύτης  για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση όλων των σχετικών επενδύσεων.

Οι ανακατατάξεις που έχουν δρομολογηθεί στο νέο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης διευκολύνουν την επίτευξη του στόχου αυτού.  Οι νέες παγκόσμιες αλυσίδες αξίας GVCs (Global Value Chains)  έχουν ήδη δημιουργηθεί.

Για την Ελλάδα, η «αναγκαία συνθήκη» για την επαναβιομηχάνιση είναι η ένταξή της στις παραπάνω GVCs. Στο πλαίσιο αυτό  πρέπει να ενεργοποιηθεί η Ελλάδα ταχύτατα, με μια συνεκτική νέα βιομηχανική πολιτική, η οποία θα έχει δύο άξονες: (α) την αύξηση των εξαγωγών των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και (β) την υποκατάσταση των εισαγωγών.

Λόγω του μικρού μεγέθους της χώρας, ο κύριος παράγοντας που θα καθορίσει την βιωσιμότητα των εξαγωγικών επιχειρήσεων είναι η κλίμακα παραγωγής. Στο σημείο αυτό χρειάζεται η συνεργασία του κράτους με τους ιδιωτικούς φορείς, ώστε να καθοριστούν οι τομείς της οικονομίας με την μεγαλύτερη εξαγωγική δυναμική και στους τομείς αυτούς να επιδιωχθεί η μεγαλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων. Έχουμε προτείνει οκτώ (8) τομείς της οικονομίας:

  1.  Εφοδιαστική αλυσίδα,
  2.  Παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ,
  3.  Κλάδος μετάλλων της βαριάς βιομηχανίας,
  4.  Τρόφιμα και ποτά,
  5.  Βιομηχανία φαρμάκου,
  6.  Κατασκευές,
  7.  Αμυντική βιομηχανία, και
  8. Τομέας Προηγμένων Τεχνολογιών (νανοτεχνολογία, βιοτεχνολογία,  προηγμένα υλικά, ICT ). 

Στα σχήματα ΣΔΙΤ που θα προκύψουν, το Κράτος θα έχει πάντα μειοψηφικό ποσοστό, ούτως ώστε η διοίκηση να ανήκει στα συμμετέχοντα ιδιωτικά κεφάλαια. Τα ευρύτερα κοινωνικά συμφέροντα θα προστατεύονται από την αυστηρή εφαρμογή των σύγχρονων Κανόνων Εταιρικής Διακυβέρνησης, που αποτελούν πλέον απαραίτητα εργαλεία διοίκησης κάθε σύγχρονης επιχείρησης.

Επιπλέον, η δημιουργία εξαγωγικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας θα οδηγήσει στην αναβάθμιση του ελληνικού μάρκετινγκ με εξειδικευμένα στελέχη και νέα τεχνογνωσία, που θα συμβάλλουν στην καθιέρωση των διεθνώς εμπορεύσιμων ελληνικών προϊόντων. Ένα παράδειγμα εφαρμογής αυτής της στρατηγικής είναι ο αγροτικός τομέας, στον οποίο έχουμε προτείνει την δημιουργία ενός Φορέα Αγροτικών Εξαγωγών, η λειτουργία του οποίου θα είχε θεαματικές επιδόσεις τόσο στις εξαγωγές όσο και στη δημιουργία κινήτρων για αύξηση της αγροτικής παραγωγής. 

Η δεύτερη διάσταση της προτεινόμενης στρατηγικής είναι η συστηματική υποκατάσταση των εισαγωγών, με εγχωρίως παραγόμενα αντίστοιχα προϊόντα. Και στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητος ο εθνικός σχεδιασμός, για την επιλογή των τομέων  της οικονομίας στους οποίους υπάρχει ή μπορεί να δημιουργηθεί σχετικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την εγχώρια παραγωγή.

Μια πρώτη εφαρμογή αυτής της στρατηγικής θα ήταν η εγκατάσταση στη χώρα της παραγωγής ημιέτοιμων προϊόντων σε κρίσιμους για την ΕΕ κλάδους (π.χ. αυτοκινητοβιομηχανία, ηλεκτρικά είδη, τηλεπικοινωνίες, ανανεώσιμη ενέργεια).

Μια δεύτερη εφαρμογή θα ήταν η στήριξη της  ενεργειακής μετάβασης με τοπική παραγωγή στοιχείων ανεμογεννητριών, φωτοβολταϊκών και μπαταριών.

Τρίτη, και σημαντικότερη, εφαρμογή θα ήταν ο εξορθολογισμός  και η αξιοποίηση της αμυντικής βιομηχανίας. Η ΕΑΒ, τα ΕΑΣ, η ΕΛΒΟ, τα ναυπηγεία και το εργοστάσιο ανακατασκευής αρμάτων μάχης στο Βελεστίνο μπορούν να ενταχθούν σε ευρωπαϊκά clusters αμυντικής βιομηχανίας και να εμβαθύνουν τις παραγωγικές δυνατότητές τους.

Τέταρτον, θα μπορούσαν να επιδιωχθούν συνεργασίες με τις μεγάλες εμπορικές αλυσίδες (ρούχων, συσκευών, εξαρτημάτων, επίπλων, κλπ.), που λειτουργούν στη χώρα. Από τις χιλιάδες προϊόντων, θα μπορούσαν να επιλεγούν μερικές δεκάδες για την παραγωγή τους στην Ελλάδα και με τις ίδιες ακριβώς προδιαγραφές.  Η συμφωνία θα προέβλεπε την εξασφαλισμένη απορρόφηση της εγχώριας παραγωγής από τις εν λόγω εμπορικές αλυσίδες.       

Η Ικανή Συνθήκη

Όμως, για την υλοποίηση τέτοιων διεθνών συνεργασιών, τόσο στις εξαγωγές όσο και στην υποκατάσταση των εισαγωγών, η «ικανή συνθήκη» είναι μία: η δημιουργία μεγάλων επιχειρήσεων μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων καθώς και με την δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων (clusters). Η εθνική στρατηγική πρέπει να οδηγείται από τον κανόνα: «τουλάχιστον 10 υφιστάμενες επιχειρήσεις συγχωνεύονται σε 1 νέα επιχείρηση». Έτσι, οι 700.000 υφιστάμενες επιχειρήσεις θα δημιουργήσουν 70.000 ισχυρές και διεθνώς ανταγωνιστικές εταιρίες.  Για την επίτευξη του στόχου αυτού, μπορούν να δοθούν ισχυρά κίνητρα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.  Για τους συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας που θα επιλεγούν, τα αρμόδια Υπουργεία σε συνεργασία με εταιρίες Consulting, θα εκπονήσουν συγκεκριμένα «μοντέλα συγχωνεύσεων», τα οποία θα αποτελέσουν την βάση και θα αναδείξουν τα οφέλη των συγχωνεύσεων για τους επιχειρηματίες. 

Εάν επιτευχθεί μια τέτοια συγκέντρωση των μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, εκτός όλων των άλλων,   θα μειωθεί η παραοικονομία και η φοροδιαφυγή (υπολογίζονται στο 25% και στο 7% του ΑΕΠ, αντίστοιχα) και θα αυξηθεί το ΑΕΠ, λόγω της ένταξης της «μαύρης οικονομίας» στην επίσημη.  

Συμπερασματικά, η νέα φάσης της παγκοσμιοποίησης είναι ευνοϊκή για την επαναβιομηχάνιση της χώρας, αλλά προϋποθέτει την εκπόνηση εθνικής στρατηγικής με στόχο την αύξηση των εξαγωγών και την υποκατάσταση των εισαγωγών. Η επιτυχία της προϋποθέτει την χρησιμοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης για την προώθηση ενός μεγάλου προγράμματος συγχωνεύσεων των υφιστάμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι η τελευταία ευκαιρία που έχει η χώρα για να αλλάξει επίπεδο, και οικονομικό μοντέλο.  Εάν εδραιωθεί η ανησυχία ότι χάνεται και αυτή η ευκαιρία, τότε θα αρχίσουν τα όργανα, αλλά τότε θα είναι αργά, για όλους.