Αναγκαία η ενδυνάμωση της σχέσης πανεπιστημίων και βιομηχανίας για την έξοδο από την κρίση

Γιάννης Καλογήρου 27 Απρ 2014

Στην Ελλάδα της κρίσης η σύνδεση της οικονομίας με την τεχνολογία και την καινοτομία θεωρείται όχι άδικα μία από τις σημαντικές ελλείψεις στη θεματολογία της δημόσιας ατζέντας. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, η αναζήτηση ενός μοντέλου ανάπτυξης με επίκεντρο τη γνώση, την τεχνολογία και την καινοτομία, απουσιάζει από τον δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα.

Υπό αυτή την έννοια πρωτοβουλίες όπως η διοργάνωση ημερίδων παρουσίασης της ερευνητικής δουλειάς υποψήφιων διδακτόρων με τη συμμετοχή και επιστημόνων από την ελληνική βιομηχανία όπως αυτή που έγινε στις 2/4 στον Τομέα ΙΙ της Σχολής Χημικών Μηχανικών ΕΜΠ, η πρόσφατη συζήτηση για την συνεργασία πανεπιστημίων και βιομηχανίας που οργανώθηκε από τον Σύνδεσμο αποφοίτων των βρετανικών πανεπιστημίων στο Εθνικό Ίδρυμα Βιομηχανίας, οι συνεχείς και συστηματικές διαβουλεύσεις μεταξύ του κόσμου των επιχειρήσεων, της ερευνητικής κοινότητας και άλλων εμπειρογνωμόνων του τεχνικού κόσμου, που παρουσιάστηκαν στην ημερίδα του ΣΕΒ για την ανάγκη μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής (17/12/2013), πρωτοβουλίες ενθάρρυνσης και υποστήριξης της νέας επιχειρηματικότητας όπως το πρόγραμμα «Μαζί στην Εκκίνηση» έχουν πολλαπλασιαστική αξία που υπερβαίνει την απλή ανταλλαγή απόψεων. Πυκνώνουν το πλέγμα των σχέσεων μεταξύ των δύο κόσμων και οριοθετούν μια συστηματικότητα διαλόγου, η οποία μπορεί πράγματι να αλλάξει τη θεματολογία της δημόσιας συζήτησης.

Από τις συζητήσεις αυτές προκύπτει ότι οι αιτίες της ελλιπούς σύνδεσης της βιομηχανίας με τα πανεπιστήμια προέρχονται και από τους δύο «κόσμους», με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί αποτελεσματικά- σε αντίθεση με άλλες χώρες- το σύστημα έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης, καινοτομίας και διάχυσης της τεχνολογίας στη χώρα μας. Η παραγωγή καινοτομιών και η αξιοποίησή τους τόσο από υφιστάμενες επιχειρήσεις όσο και από νέες, περνά από ένα σύστημα κρίκων που συνδέουν το πανεπιστημιακό σύστημα με τη βιομηχανία. Η σύνδεση αυτή στη χώρα μας είτε είναι ατροφική είτε απουσιάζει. Αναδεικνύεται, έτσι, ένας κρίσιμος ελλείπων κρίκος. Ένα μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας χαρακτηρίζεται από την αντίληψη ότι ο ρόλος των πανεπιστημίων είναι καθαρά επιστημονικός και ότι δεν πρέπει να συγχέεται με την παραγωγή πρακτικών εφαρμογών ή την επίλυση προβλημάτων της βιομηχανίας. Ταυτόχρονα, έχει την άποψη ότι η σύνδεση των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις αλλοιώνει το χαρακτήρα των πανεπιστημίων. Όμως, ήδη γνωρίζουμε από τη διεθνή εμπειρία ότι η έλλειψη αλληλεπίδρασης με τον παραγωγικό ιστό μιας χώρας, καθιστά αβέβαιη την επιτυχή έκβαση όχι μόνο της εφαρμοσμένης αλλά και της βασικής έρευνας, ιδίως στα πολυτεχνικά/ τεχνολογικά ιδρύματα.

Από την άλλη πλευρά όμως, και η ζήτηση των επιχειρήσεων για έρευνα είναι σε γενικές γραμμές εξαιρετικά χαμηλή, ενδεχομένως εξαιτίας του μικρού μέσου μεγέθους τους (αν και αυτό θα ήταν ένας πρόσθετος λόγος αναγκαστικής συνεργασίας), αλλά και του επιχειρηματικού προσανατολισμού τους. Και αυτό παρόλο που υπάρχουν πολλά καλά παραδείγματα, όπως στην τσιμεντοβιομηχανία, στα τρόφιμα, στη βιομηχανία του αλουμινίου και αλλού, όπου έχει σταθεί εφικτή η επίλυση διαχρονικών προβλημάτων της βιομηχανίας με τη συμβολή των πανεπιστημίων. Υπάρχει όμως σημαντικός δρόμος ο οποίος πρέπει να διανυθεί ώστε τέτοιες συνεργασίες να αποτελέσουν οργανικό και θεμελιακό στοιχείο της λειτουργίας των ερευνητικών και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων.

Μια άλλη ανάγκη που αναδεικνύεται είναι η ανάγκη δημιουργίας νέων επιχειρήσεων εντάσεως γνώσης σε όλους τους τομείς. Δυστυχώς όλες οι πρόσφατες εμπειρικές έρευνες φανερώνουν ότι την περίοδο της κρίσης, υπάρχει αναπαραγωγή του παλιού μοντέλου επιχειρήσεων που κατά κανόνα επικεντρώνονται σε απλές, «ελαφρές τεχνολογικά» και χαμηλής έντασης γνώσης δραστηριότητες που βρίσκονται πολύ κοντά στον τελικό καταναλωτή (εστίαση, λιανικό εμπόριο κ.α.). Τέτοιες δραστηριότητες είναι χρήσιμες για βιοπορισμό, όχι όμως χρήσιμες για να δώσουν δυναμική στο παραγωγικό σύστημα, να συνδέσουν τη γνώση με την καινοτομία και να οδηγήσουν σε περισσότερες, ποιοτικότερες και πιο βιώσιμες θέσεις εργασίας.

Μία άλλη λανθασμένη σχετική αντίληψη είναι ότι η καινοτομία συνδέεται μόνο με κλάδους υψηλής τεχνολογίας. Όμως υπάρχει ένα πλήθος εμπειρικών παραδειγμάτων που αποδεικνύουν ότι και παραδοσιακοί κλάδοι, οι αποκαλούμενοι χαμηλής τεχνολογίας, έχουν ένα σημαντικό απόθεμα γνώσης, την οποία μπορούν να αξιοποιήσουν για την παραγωγή καινοτόμων προϊόντων. Λόγω μάλιστα του γεγονότος ότι η Ελλάδα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα σε αυτούς τους κλάδους, η δυνατότητα δημιουργίας καινοτόμων επιχειρήσεων σε αυτούς δεν είναι ουτοπική. Η σημερινή συζήτηση, δηλαδή, για τη δημιουργία ενός κύματος νεοφυών επιχειρήσεων (start-ups) δεν θα πρέπει να αποτελέσει μια παγίδα που θα οδηγήσει σε εταιρείες- φούσκες, αλλά να δώσει τη δυνατότητα να ανανεωθεί ο επιχειρηματικός ιστός της χώρας και να δημιουργηθούν νέες ευκαιρίες απασχόλησης για ανθρώπους με καλό υπόβαθρο γνώσης τόσο τεχνολογικό όσο και επιχειρησιακό, το οποίο η χώρα μας διαθέτει σε επάρκεια.

Ο ρόλος του εκπαιδευτικού συστήματος σε αυτό το ζήτημα είναι ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς οι επιχειρηματικές ικανότητες μπορεί να μη διδάσκονται με τη στενή έννοια του όρου αλλά πάντως καλλιεργούνται. Σαφώς υπάρχει ένα ποσοστό ανθρώπων που σε κάθε περίπτωση θα προχωρήσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα γιατί έχουν το ταλέντο-χάρισμα. Ταυτόχρονα υπάρχει όμως και ένα ποσοστό που επίσης λόγω ιδιοσυγκρασιακών, πολιτισμικών και άλλων χαρακτηριστικών, δεν θα αναλάβει ποτέ ένα επιχειρηματικό εγχείρημα. Όμως, μια συστηματική καλλιέργεια επιχειρηματικής κουλτούρας, δεξιοτήτων και ικανοτήτων, ιδίως στους αποφοίτους των πανεπιστημίων, των πολυτεχνείων και στους ερευνητές, θα έχει μια σημαντική θετική επίδραση στην πραγματοποίηση καινοτόμων και επιτυχημένων επιχειρηματικών εγχειρημάτων από την πλευρά τους, είτε μετά το τέλος των σπουδών τους, είτε αργότερα, όταν θα έχουν αποκτήσει και την ανάλογη εργασιακή εμπειρία και πρακτική γνώση. Επίσης, ακόμα κι αν τελικώς απασχοληθούν σε άλλους οργανισμούς ή λειτουργούσες επιχειρήσεις, το να μάθουν να σκέπτονται με έναν τρόπο που συνδέει την πρωτοβουλία και τη δημιουργικότητα με την ανάπτυξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών εγχειρημάτων είναι εξίσου θετικό, καθώς θα προσδώσει δυναμική και στις υφιστάμενες επιχειρήσεις που θα μπορέσουν αναπτύξουν νέες δραστηριότητες, να δημιουργήσουν νέες παραγωγικές μονάδες και να προωθήσουν την αποκαλούμενη εταιρική επιχειρηματικότητα (corporate entrepreneurship). Επομένως, είναι σημαντική η εισαγωγή στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση κύκλου μαθημάτων που συνδέονται με την οικονομία, τη διοίκηση και την επιχειρηματική πρακτική. Επίσης η καλλιέργεια ενός κλίματος που ευνοεί την ανάπτυξη δεξιοτήτων, επιχειρησιακών ικανοτήτων, στάσεων, νοοτροπιών και πρακτικών που συνδέονται με την ανάληψη πρωτοβουλιών, τη δημιουργικότητα και την ανάπτυξη καινοτομιών και η οργανωμένη συμμετοχή των σπουδαστών και των ερευνητών στον σχεδιασμό και την υλοποίηση συγκεκριμένων εγχειρημάτων μπορούν να συμβάλλουν τόσο στην κινητοποίηση για καλύτερη αξιοποίηση της γνώσης που παράγεται στα πανεπιστήμια, όσο και στη δημιουργία νέων καινοτόμων επιχειρήσεων και κατ΄ επέκταση στην αναγκαία αλλαγή του επιχειρηματικού προτύπου στην ελληνική οικονομία

.

* Δημοσιεύτηκε στο 4ο Ενημερωτικό Δελτίο της Μονάδας Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας του ΕΜΠ